Τρίτη 19 Μαΐου 2015

«Πιστολιές» μεταξύ Μπαλτά και Κασιμάτη – Η κατάθλιψη, τα μεσημεριανάδικα και το… κοπόμετρο





«Βεντέτα» φαίνεται πως έχει ανοίξει μεταξύ του υπουργού Παιδείας, Αριστείδη Μπαλτά και του αρθρογράφου της εφημερίδας «Καθημερινή», Στέφανου Κασιμάτη.

Την πρώτη «πιστολιά» την έριξε ο Φαληρεύς (Σ. Κασιμάτης) από τη δεύτερη σελίδα της «Καθημερινής» ασκώντας σκληρή κριτική στην πολιτική του υπουργού Παιδείας, ενώ δεν παρέλειψε να τον χαρακτηρίσει ως έναν «από τους πλέον δυσάρεστους ανθρώπους» που έχει δει ποτέ στη ζωή του, κάνοντας λόγο μέχρι και για «βαθιά κατάθλιψη του βλέμματός του».

Η απάντηση ήρθε γρήγορα από το υπουργείο Παιδείας με την απάντηση να είναι τουλάχιστον… «δηλητηριώδης». Κύκλοι από το υπουργείο επιτέθηκαν ευθέως στον αρθρογράφο με την ειρωνεία να είναι κάτι παραπάνω από… φανερή.

Συγκεκριμένα, κύκλοι του υπουργείου Παιδείας αναφέρουν:

«Ο κ. Φαληρεύς (Σ. Κασιμάτης), παρακολουθώντας συνέντευξη του υπουργού Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Αρ. Μπαλτά, τον θεώρησε έναν από τους πιο δυσάρεστους ανθρώπους που έχει δει (sic) ποτέ στη ζωή του. Δικαίωμά του. Πάντως, του συστήνουμε ανεπιφύλακτα να περιορίσει την κριτική του στα μεσημεριανάδικα. Βρίθουν χαριτωμένων ανθρώπων, του είδους που μάλλον συνηθίζει να συναναστρέφεται.

Ο κ. Φαληρεύς διέκρινε ακόμη κάτι το σκοτεινό στην φυσιογνωμία του κ. Μπαλτά. Δικαίωμά του. Να βγάλει και την αγιαστούρα να διώξει τα δαιμόνια. Τον βρήκε και αγέλαστο. Και αυτό δικαίωμά του, παρότι ο κ. Φαληρεύς δεν έχει ευαρεστηθεί να μας χαρίσει το προνόμιο της δικής του φάτσας, που ίσως έλυνε το συγκεκριμένο πρόβλημα. Ακόμη διείδε κατάθλιψη στο βλέμμα του υπουργού, και μάλιστα βαριάς μορφής. Πρέπει να είναι εξοικειωμένος με το θέμα, για να του είναι τόσο αναγνωρίσιμη αυτή η συνδρομή, πιθανόν ο ίδιος να την ξεπέρασε με τα άπαντα Λακάν, τέλος πάντων, δικαίωμά του και η εξ’ αποστάσεως διάγνωση.

Αυτό που δεν είναι δικαίωμα του κ. Φαληρέα είναι να απομονώνει φράσεις και να συνάγει συμπεράσματα. Του έκανε εντύπωση που ο Μπαλτάς είπε ότι «δεν έχει νόημα η μέτρηση του κόπου», εννοώντας βέβαια ότι μετράμε την διδασκαλία και το αποτέλεσμα. Εκτός αν ο Φαληρεύς έχει εφεύρει το… κοπόμετρο. Για να το κάνουμε λιανά. Προκειμένου να συγγράψει τα ομολογουμένως ευφυή κείμενά του ο κ. Κασιμάτης μπορεί να μοχθεί νυχθημερόν. Κάποιου άλλου, για ιδίας ποιότητας και οξυδέρκειας κείμενα, μπορεί να του αρκεί ένα δεκάλεπτο. Το θέμα είναι ότι εμείς το μόνο που μπορούμε να κρίνουμε και να «μετρήσουμε» είναι το τελικό κείμενο και όχι το πόσοι καφέδες, άγχος, νοητικός μόχθος και πιθανόν αντικαταθλιπτικά απαιτήθηκαν για την παραγωγή του».



Το άρθρο του «Φαληρέως»

«Επειτα από πέντε χρόνια προσπάθειας να αντιμετωπίσουμε την κρίση, ίσως το μόνο για το οποίο θα άξιζε να είμαστε περήφανοι ήταν ο νόμος Διαμαντοπούλου για τα πανεπιστήμια. Ηταν η μοναδική περίπτωση όπου, με δική μας πρωτοβουλία, χωρίς άμεση πίεση από το εξωτερικό, καταφέραμε να διορθώσουμε τα λάθη μας σε έναν καίριας σημασίας θεσμό για το μέλλον της χώρας μας. Το γεγονός δε ότι ο συγκεκριμένος νόμος υπερψηφίστηκε στη Βουλή από τα τρία τέταρτα του σώματος ήταν η περίτρανη απόδειξη ότι το αίτημα υπέρ της κάθαρσης των πανεπιστημίων από την κομματοκρατία ήταν πια τόσο ώριμο στην ελληνική κοινωνία ώστε λίγο ακόμη και θα άρχιζε να σαπίζει. Η αλλαγή στα πανεπιστήμια που έφερε ο νόμος Διαμαντοπούλου χρειάσθηκε κόπο και υπομονή για να σταθεί στα πόδια της (θυμηθείτε λ.χ. τον πόλεμο που είχε κηρύξει ο Πελεγρίνης)· ήταν, πάντως, η μόνη ολοκληρωμένη, στρατηγικού χαρακτήρα, παρέμβαση που κάναμε στο σύστημα.

Υπό το πρίσμα αυτό, ο άνθρωπος ο οποίος ανέλαβε να κατεδαφίσει τη μεταρρύθμιση στην ανωτάτη παιδεία (και την κατεδαφίζει απολαμβάνοντας κάθε στιγμή του έργου του) δεν μπορεί να είναι τυχαίος. Το διαπίστωσα την Κυριακή, παρακολουθώντας τη συνέντευξη του Αριστείδη Μπαλτά στον Παύλο Τσίμα στον ΣΚΑΪ. Ο άνθρωπος ο οποίος διέλυσε αυτό που φτιάχτηκε με τόσο κόπο πιστεύει (όχι συμπτωματικά) ότι στην παιδεία «δεν έχει νόημα η μέτρηση του κόπου». Εκτός από ιδεοληπτικός όμως, έχει και κάτι άλλο που τον κάνει ξεχωριστό ως προσωπικότητα: νομίζω πρέπει να είναι από τους πλέον δυσάρεστους ανθρώπους που έχω δει ποτέ στη ζωή μου. Το σκοτεινό, αγέλαστο ύφος του, η βαθιά κατάθλιψη του βλέμματός του αναδίδουν όλο τον φανατισμό του και τον κάνουν να θυμίζει κάπως τον Αλτουσέρ».
Το Ποντίκι