Τελικά η αποσύνθεση της ΕΕ δεν ξεκίνησε από το σπάσιμο του ελληνικού κρίκου όπως πολλοί προφήτευαν. Η αρχή του κακού, η πρώτη έξοδος κράτους μέλους, έγινε από το Ηνωμένο Βασίλειο που αποφάσισε το διαζύγιο μετά από 43 χρόνια ψυχρού γάμου.
Η συζήτηση στη χώρα μας για την επόμενη μέρα τουβρετανικού δημοψηφίσματος γίνεται όπως συνήθως: Με καθυστέρηση, με ρηχότητα, πολλές απλουστεύσεις και πολλά κλισέ. Η ανησυχία για ενδεχόμενη μείωση των αφίξεων και του συναλλάγματος Βρετανών τουριστώνείναι αυτονόητη, όπως επίσης άλλα άγχη σχετικά με τις εξαγωγές και τις εισαγωγές.
Προφανές είναι ότι η αναστάτωση στις αγορές, αν διαρκέσει πολύ, θα δυσχεράνει κάθε προσπάθεια ανάκαμψης, ενώ δεν αποκλείεται ακόμη και να ανέβουν τα επιτόκια του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας που μας χρηματοδοτεί.
Αλλά μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχουν οι μεσοπρόθεσμες παρενέργειες και οι πολιτικές διεργασίες. Κοινή είναι η εκτίμηση ότι ο ευρωσκεπτικισμός, ο εθνικισμός και η ακροδεξιά θα ενισχυθούν.
Αυτές οι δυνάμεις συνήθως είναι ενάντιες στη διάσωση χωρών που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά προβλήματα, δεν συμμερίζονται τη βασική κοινοτική αρχή της αλληλεγγύης και ενστερνίζονται λογικές περιχαράκωσης και απομονωτισμού.
Αν, για παράδειγμα, ενισχυθεί η «Εναλλακτική Γερμανία» αυτό θα είναι ένα κακό νέο για εμάς.
Αν τον Οκτώβριο ο Ιταλός πρωθυπουργός Μ. Ρέντσιχάσει το δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση από τον Μπ. Γκρίλο, αυτό και πάλι δεν θα διευκολύνει την ιταλική κυβέρνηση που μας στηρίζει. Αν στις εκλογές που θα γίνουν στην Ολλανδία το πρώτο τρίμηνο του 2017 κερδίσει η ακροδεξιά, κάτι πιθανό, θα έχουμε ακόμη ένα γεράκι στην ευρωζώνη να αντιμετωπίσουμε.
Αν την επόμενη άνοιξη ο Σαρκοζί ή ο Ζιπέ κερδίσουν την Λεπέν στις γαλλικές προεδρικές εκλογές θα υιοθετήσουν πολύ σκληρή δεξιά ατζέντα. Αν συμβεί το αντίθετο, η Γαλλία θα πάει και αυτή σε δημοψήφισμα για τη σχέση της με την ΕΕ και γαία πυρί μιχθήτω.
Και η πιο σημαντική παράσταση θα δοθεί στη Γερμανίατον Σεπτέμβριο του 2017 όταν θα πραγματοποιηθούν βουλευτικές εκλογές μετά τις οποίες το Βερολίνο θα αποφασίσει αν θέλει την ΕΕ των διαφορετικών ταχυτήτων και των ομόκεντρων κύκλων, όπως οραματίζεται εδώ και χρόνια ο Σόιμπλε, ή αν θα δοκιμάσει κάτι άλλο. Το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ισπανία την Κυριακή έχει σημασία, γιατί θα είναι η πρώτη φορά που θα μετρηθεί στην κάλπη ο απόηχος του βρετανικού δημοψηφίσματος. Και ποιος μπορεί να φανταστεί τι θα συμβεί στον πλανήτη αν το Brexit βρει κι αλλού μιμητές.
Αδράνεια και επιμονή
Μέχρι στιγμής το μήνυμα που εκπέμπεται από τοΒερολίνο και τις Βρυξέλλες είναι ότι πρέπει να γίνει το συντομότερο δυνατόν το ξεκαθάρισμα των σχέσεων με τη Βρετανία και ότι συνεχίζουμε.
Πέρα από κάποιες τυπικές δηλώσεις πρωθυπουργών και αρχηγών κρατών που δείχνουν κατανόηση στο βρετανικό λαό και συναίσθηση για τις κοινωνικές επιπτώσεις της τυφλής λιτότητας, τίποτα δεν δείχνει ότι υπάρχει πρόθεση για ουσιαστική περισυλλογή που θα οδηγήσει σε ουσιαστική αναθεώρηση. Αντίθετα, η Γερμανία δείχνει επίμονη στην διατήρηση των δογμάτων τα οποία επέβαλε στη διάρκεια της κρίσης.
Η ελληνική κυβέρνηση κινήθηκε στη mainstream ευρωπαϊκή γραμμή και απέφυγε βαρύγδουπες αναφορές και προσεγγίσεις.
Γνωρίζουν ότι η περιρρέουσα αβεβαιότητα και αστάθεια μπορεί να εισαχθεί, όπως επίσης ότι δεν θα γίνουν εκπτώσεις από την πλευρά των πιστωτών λόγω της δρομολογημένης βρετανικής εξόδου από την ΕΕ.
Γνωρίζουν, άλλωστε, ότι στον χρόνο που μένει μέχρι τις γερμανικές εκλογές θα πρέπει η χώρα να έχει ορθοποδήσει ώστε να μπορεί να σταθεί στη διαπραγμάτευση που θα ακολουθήσει με δεδομένο ότι τέταρτο “πακέτο” δεν προβλέπεται.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κ. Μητσοτάκης βιάστηκε να προβλέψει νίκη του Bre-main στη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό για τον εκλογικό νόμο και αυτό το ατύχημα τον δυσκολεύει να βγει τώρα με άνεση μπροστά με υποδείξεις για το πώς πρέπει να γίνει η διαχείριση της νέας κατάστασης από το Μέγαρο Μαξίμου.
Επίσης η ΝΔ χάνει τα επιχειρήματα εναντίον τουΣΥΡΙΖΑ για το δημοψήφισμα του περασμένου Ιουλίου, αφού έκανε και ο «σοβαρός» Κάμερον δημοψήφισμα και, το πιθανότερο, θα ακολουθήσουν και άλλοι.
Αλλωστε, η ενίσχυση του αντισυστημισμού παντού στην Ευρώπη δεν ευνοεί τον Κ. Μητσοτάκη που εμφανίζεται ως υπέρμαχος της συντήρησης του status quo, ακόμη και στο θέμα του εκλογικού νόμου, στην αλλαγή του οποίου εναντιώνεται κατηγορηματικά.
Λένε, μάλιστα, πως ένας λόγος που ο επικεφαλής του Ποταμιού Στ. Θεοδωράκης μπορεί να μην υπερψηφίσει την κυβερνητική πρόταση είναι γιατί ξέρει ότι αυτό θα αποτελέσει βαρύ πλήγμα στην προοπτική συνεργασίας του με τη ΝΔ πριν ή μετά από εκλογές.