του Μενέλαου Γκίβαλου*
Μεταξύ σφύρας και άκμονος, σ’ ένα ιστορικά επικίνδυνο αδιέξοδο κινδυνεύει να βρεθεί η ελληνική κυβέρνηση. Ο πολιτικός πόλεμος, που καλύπτεται πίσω από την εμμονή του «συστήματος Σόιμπλε» στην τήρηση των «κανόνων» και των «συμφωνηθέντων», συνεχίζεται αδιάλειπτος. Οι δανειστές κάθε φορά που η ελληνική κυβέρνηση, τηρώντας τους όρους του τρίτου Μνημονίου, προσεγγίζει μια ισόρροπη και οικονομικά αποδοτική λύση, αυξάνουν τις παράλογες απαιτήσεις τους. «Τα νούμερα “δεν βγαίνουν”», μας δήλωσε εκβιαστικά ο αχυράνθρωπος του Β. Σόιμπλε, Γερούν Ντάισελμπλουμ, προκειμένου να δυναμιτίσει τις όντως μελετημένες προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης για το ασφαλιστικό.
Το αδιέξοδο όμως εντείνεται από το γεγονός ότι οι ίδιες αυτές προτάσεις προκαλούν εκτεταμένου χαρακτήρα αντιδράσεις σε κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες που, σ’ ένα μεγάλο τμήμα τους, στήριξαν την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ στις κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις.
Αυτός όμως ο κίνδυνος απώλειας της λαϊκής και κοινωνικής - ταξικής νομιμοποίησης και στήριξης της ελληνικής κυβέρνησης αποτελεί και το σημείο-κλειδί των εξελίξεων. Αυτό είναι το μείζον διακύβευμα τόσο για τους δανειστές όσο και για το εγχώριο σύστημα των διαπλεκόμενων συμφερόντων. Η διάρρηξη της σχέσης αυτής θα αποτελέσει το θεμέλιο, την αφετηρία για την παλινόρθωση του πολιτικού προσωπικού που υπηρέτησε και ενσωμάτωσε ιδεολογικοπολιτικά τα Μνημόνια και ταυτόχρονα παρέδωσε την πολιτική εξουσία της χώρας στους δανειστές.
Τρίτη απόπειρα διάρρηξης της σχέσης κυβέρνησης - λαού
Δύο φορές κατά τη διάρκεια του 2015 υπήρξε ο μείζων κίνδυνος της διάρρηξης αυτής της σχέσης. Την πρώτη φορά, όταν το «σύστημα Σόιμπλε» έκλεισε τις ελληνικές τράπεζες και οδήγησε σε πλήρη ασφυξία την ελληνική οικονομία. Όμως οι ουρές των πληττομένων πολιτών στα ΑΤΜ όχι μόνο δεν οδήγησαν στην υποταγή και στον εξανδραποδισμό τους, αλλά διαμόρφωσαν, αντίθετα, ένα ευρύ, συνεκτικό κοινωνικό μέτωπο, που οδήγησε στο ιστορικό «όχι».
Τη δεύτερη φορά, η υπογραφή του τρίτου Μνημονίου, μέσα από ένα πρωτοφανές ιστορικά πολιτικό και οικονομικό πραξικόπημα, η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ και η απογοήτευση, το σοκ που υπέστη μια ολόκληρη κοινωνία οδηγούμενη από το ζενίθ στο ναδίρ δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για την πλήρη κατάρρευση του εγχειρήματος που ξεκίνησε με το εκλογικό αποτέλεσμα της 25ης Ιανουαρίου του 2015.
Όμως και σ’ αυτή την κρίσιμη ιστορική στιγμή η κοινωνική - ταξική πλειοψηφία πήρε την «υπόθεση» στα χέρια της. Ήταν μια ιστορική πολιτική απόφαση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού να συνεχίσει τον αγώνα για την επιβίωση, για να κρατήσει ζωντανή την ελπίδα. Αυτή η –ιστορικά διαμορφωμένη– σχέση κυβέρνησης και κοινωνίας δοκιμάζεται σήμερα για τρίτη φορά.
Ο πολιτικός χαρακτήρας του Μνημονίου
Θα πρέπει, πριν απ’ όλα, να κατανοήσουμε ότι ο βασικός πυρήνας, τα κοινωνικοοικονομικά θεμέλια και του τρίτου Μνημονίου είναι καθαρά ταξικά και μόνο προσχηματικά επαγγέλλονται την «ορθολογικοποίηση» και την «αποτελεσματικότητα» των οικονομικών και παραγωγικών διαδικασιών.
Με τη ρύθμιση για τις 100 δόσεις η κυβέρνηση κατάφερε να πετύχει μια λογική ισορροπία μεταξύ του διατιθέμενου εισοδήματος και του ύψους των δόσεων. Τα έσοδα μέσα σε μικρό διάστημα αυξήθηκαν εντυπωσιακά. Κι όμως και αυτή τη ρύθμιση το «σύστημα Σόιμπλε» και το «κουαρτέτο» τη δαιμονοποίησαν, με αποτέλεσμα να μειωθούν τα έσοδα. Παρόμοια «λογική» ισχύει για τους πλειστηριασμούς της πρώτης κατοικίας, για τις οριζόντιες περικοπές των συντάξεων, για τις ομαδικές απολύσεις... Ποιοι θίγονται κατά βάση; Οι πλέον κοινωνικά και οικονομικά αδύναμοι, εκείνοι που ήδη έχουν εξοντωθεί από τον ανταγωνισμό, την υπερφορολόγηση, το πάγωμα των εμπορικών και παραγωγικών δραστηριοτήτων.
Η πολιτική –και καθαρά ταξική– φύση και του νέου Μνημονίου αποτυπώθηκε στη φράση-απειλή που εκτόξευσε ο ίδιος ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε όταν ξεκίνησαν οι «διαπραγματεύσεις» που κατέληξαν στη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου 2015: «Να δούμε με ποια αξιοπιστία θα επιστρέψει ο Τσίπρας στην Ελλάδα για να ανακοινώσει στους συνταξιούχους τη νέα περικοπή των συντάξεων». Ζούσαμε ήδη τότε τις πρώτες φάσεις του πολιτικού πολέμου κατά της χώρας και της νεοεκλεγείσας κυβέρνησης, ενός πολέμου που είχε επιμελώς προετοιμαστεί και προγραμματιστεί από τους πρώτους μήνες του φθινοπώρου του 2014...
Ταξικά - κοινωνικά κριτήρια
Ασφαλώς, οι εκτεταμένες κοινωνικές αντιδράσεις κατά του ασφαλιστικού και του φορολογικού των αγροτών δεν είναι «αδιαφοροποίητες» ούτε σε πολιτικό ούτε σε κοινωνικό ούτε σε οικονομικό επίπεδο. Σίγουρα υπάρχει μια εκτεταμένη κοινωνική - ταξική βάση που διαμορφώνεται από μικρομεσαίους επαγγελματίες, επιστήμονες και αγρότες, οι οποίοι όντως αδυνατούν να αντεπεξέλθουν σε νέα πρόσθετα οικονομικά βάρη. Και η κυβέρνηση οφείλει να διαφυλάξει ως κόρη οφθαλμού τη σχέση της με τις ομάδες και τα στρώματα αυτά. Η δικαιότερη κατανομή των βαρών, η αναγνώριση ότι ευρέα τμήματα των στρωμάτων αυτών δεν έχουν πλέον εισοδήματα ικανά παρά μόνο για την επιβίωσή τους οφείλει να αναδειχθεί σε απόλυτο, σε κεντρικό κριτήριο των όποιων επιβαρύνσεων.
Παράλληλα όμως, πέρα από τη δίκαιη κατανομή των βαρών, θα πρέπει να διαλυθούν τα κυκλώματα εκμετάλλευσης και ιδιοποίησης δημόσιων και κοινωνικών πόρων, όπως, για παράδειγμα, στον χώρο της αγροτικής οικονομίας, όπου «εταιρείες» και οργανώσεις επιτηδείων νέμονται τις αγροτικές αποζημιώσεις και κατασπαταλούν πολύτιμους πόρους του ΕΣΠΑ.
Η επιχείρηση παλινόρθωσης
Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, η ταξική - κοινωνική «γνησιότητα» των αντιδράσεων αυτών χρησιμοποιείται ως προκάλυμμα του κυκλώματος της διαπλοκής και των συστημικών συμφερόντων προκειμένου αυτά να προωθήσουν τη «μεγάλη επιχείρηση» της κατάρρευσης της σημερινής κυβέρνησης και της παλινόρθωσής τους.
Η διαπλοκή διεξάγει την περίοδο αυτή τον «υπέρ πάντων αγώνα». Αφού προσπάθησε να αποτρέψει τη μείζονος γι’ αυτή σημασίας διάλυση του «τριγώνου της αμαρτίας» μεταξύ των ιδιοκτητών ΜΜΕ και μεγαλοεργολάβων με το τραπεζικό σύστημα και τους πολιτικούς - κομματικούς συνεργάτες τους, βλέπει τώρα να πλησιάζει η «στιγμή της αλήθειας».
Ταυτόχρονα, το «άνοιγμα» των λιστών της μεγάλης φοροδιαφυγής, της κλοπής –κυριολεκτικά– του δημόσιου και κοινωνικού πλούτου που συντελείται συστηματικά εδώ και χρόνια, με αποκορύφωμα την πενταετία των Μνημονίων και με τις ευλογίες και τη συμμετοχή των εντολοδόχων του πολιτικού συστήματος, διαμορφώνει για ολόκληρο το σύστημα της διαπλοκής ένα ιστορικό αδιέξοδο. Οι λίστες Ρηνανίας - Βεστφαλίας, οι μεγαλοκαταθέτες της UBS έρχονται ήδη στη δημοσιότητα.
Γι’ αυτό και η ολομέτωπη επίθεση κατά της κυβέρνησης, που ξεπερνά κάθε όριο. Πρέπει, κατ’ αυτούς, να πληγεί καίρια ο «σκληρός πυρήνας» της σημερινής κυβέρνησης, να αποδυναμωθεί αποφασιστικά η κοινωνική βάση στήριξής της και να απαξιωθεί το ηθικό της πλεονέκτημα απέναντι στους πολιτικούς και κομματικούς «αχυρανθρώπους» που ώλεσαν και δήωσαν κυριολεκτικά επί δεκαετίες, υπήκοντες στα μεγάλα συμφέροντα και στους παντοειδείς εγχώριους και εξωγενείς «εργολάβους».
Το «σύστημα Σόιμπλε» και οι δανειστές, που εκφράζονται πλέον επίσημα στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη και σε πολιτικό και σε κομματικό επίπεδο, θεωρούν ότι διαμορφώνονται ευνοϊκοί όροι για να πετύχουν ό,τι δεν πέτυχαν με τα πραξικοπήματα και τους εκβιασμούς το 2015.
Όμως ο Αλέξης Τσίπρας, ο ΣΥΡΙΖΑ, η ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να παραδοθούν και να υποκύψουν. Το απεχθές προσωπείο της πολιτικής Σόιμπλε έχει πλήρως αποκαλυφθεί πανευρωπαϊκά και οι σημαντικές αλλαγές στη Νότια Ευρώπη ανοίγουν νέες προοπτικές.
Η ταξική - κοινωνική «καθαρότητα» των επιλογών της κυβέρνησης, η αλήθεια, η διαφάνεια, η σταθερή απόφαση για ρήξη με τη διαπλοκή και η αναγκαία επικοινωνιακή της αντεπίθεση (που σήμερα απουσιάζει) αποτελούν τους όρους για τη συνέχιση της στήριξής της από την κοινωνική πλειοψηφία, που γνωρίζει πια πολύ καλά πώς παίζεται το παιχνίδι...
* Αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης
του Πανεπιστημίου Αθηνών.
http://epikaira.gr/