Μιχάλης Καστρινάκης
Επειδή δεν γνωρίζω πόσοι θα κατορθώσουν να το διαβάσουν ως το τέλος είπα να προτάξω το Υ.Γ: Μου ήταν πολύ δύσκολη η απόφαση της δημοσιοποίησης αυτού του κειμένου. Είναι άχαρο να ασκείς κριτική σε συντρόφους με τους οποίους μοιράζεσαι χρόνια συμπόρευσης ή παράλληλων διαδρομών.
Ο αστείος κεντρώος λαϊκισμός που υποδύεται την επαναστατική Αριστερά, ο πολιτικός πρωτογονισμός της ΛΑΕ, οι άναρθρες κραυγές αυτών που ζουν ή υποκρίνονται ότι ζουν σε ένα παράλληλο σύμπαν, όπως απροσχημάτιστα κάνουν οι κλασικοί σταλινικοί του ΚΚΕ και οι παραλλαγές τους στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και στην υπόλοιπη εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, καλύπτουν το μεγαλύτερο τμήμα του νεφελώματος που έχει (η προσποιείται πως έχει) αριστερή δομική διαφωνία με τις επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ. Δυστυχώς, πέρα από αυτά τα τμήματα, υπάρχει και ένα κομμάτι συντρόφων του αριστερού κινηματικού χώρου που ειλικρινά βρίσκεται σε κατάσταση βαθιάς απογοήτευσης. Συνήθως, η επιλογή των συντροφισσών και συντρόφων που βιώνουν μια τέτοια συνθήκη, είναι η αποχώρηση από τον ΣΥΡΙΖΑ και για αρκετούς από αυτούς η εμπλοκή σε προσπάθειες συγκρότησης μιας νέας συλλογικότητας με φιλοδοξίες κεντρικής, ή λιγότερο κεντρικής, πολιτικής παρέμβασης.
Δεν θα επιχειρήσω να απαντήσω στην πολιτική επιχειρηματολογία τους, επειδή αυτή βρίσκεται σε πολύ πρώιμα στάδια διαμόρφωσης. Θα επιχειρήσω να μιλήσω για αυτό που αναδείχτηκε ως κεντρικό σημείο και κοινός τόπος των απόψεων τους. Δεν θα ασχοληθώ με άλλες πλευρές της κριτικής τους, όπως η σωστή σε γενικές γραμμές επισήμανση από την πλευρά τους του αντιδημοκρατικού ελλείμματος στη λειτουργία του κόμματος, μια και δεν αποτελεί την κυρίαρχη πλευρά του σημερινού πολιτικού τους λόγου (ενώ, κατά τη γνώμη μου πάντοτε, δεν αρκεί για να αποτελεί επαρκή βάση μιας τόσο κομβικής επιλογής, όπως είναι η αποχώρηση).
Τι μας λένε αυτοί οι αγαπητοί σύντροφοι σε διάφορους τόνους, από την 13η Ιουλίου και μετά ? Μας λένε πως AYTΗ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (της ήττας που υποστήκαμε τότε, του αδιέξοδου της στρατηγικής μας, της απουσίας εναλλακτικών λύσεων μια που η άτακτη χρεωκοπία θα συνοδευόταν από δραματικές εξελίξεις, της αναγκαιότητας του συμβιβασμού) ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΕΠΕΙΔΗ, ΑΝ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΤΕ ΕΜΕΙΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ ΡΙΖΙΚΑ. Πρoσέξτε : Δεν λένε πως αυτή η πραγματικότητα πρέπει να ανατραπεί, πράγμα που θα έπρεπε, νομίζω, να βρίσκει σύμφωνο κάθε έναν που αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερός. Λένε πως αυτή η πραγματικότητα δεν υπάρχει, επειδή δεν πρέπει να υπάρχει. Επιλέγουν λοιπόν ως πεδίο παρέμβασης όχι την προσπάθεια αλλαγής της πραγματικότητας, αλλά στρατεύονται στο σισύφειο αγώνα της άμεσης κατασκευής μιας δικιάς τους Ι.Χ. πραγματικότητας.
Πίσω από μια τέτοια στάση κρύβεται η καταθλιπτική επιρροή της απίστευτης έκτασης αλαζονείας που για χρόνια όλο και αναπτυσσόταν, στις γραμμές αυτής της εκδοχής της κινηματικής, δημοκρατικής, διεθνιστικής , οικολογικής, φεμινιστικής, ελευθεριακής ή αντισυμβατικά ευρωκομμουνιστικής Αριστεράς.
Οι ιδέες, ο αξιακός πυρήνας, η πολιτική κουλτούρα αυτού του χώρου της Αριστεράς, εμφανίζονται στην ελληνική κοινωνία από πολύ μειοψηφική βάση εκκίνησης, με την Εναλλακτική Αντικαπιταλιστική Συσπείρωση το 1989 και την Αριστερή, Πρωτοβουλία το 1990. Μετά την πολύ δύσκολη δεκαετία του 90, ο χώρος αυτός μπαίνει σε μια θριαμβευτική πορεία επέκτασης της επιρροής του στην ελληνική Αριστερά. Τυχαίες συγκυρίες, σωστές τακτικές και στρατηγικές επιλογές, σε συνδυασμό με τις απίστευτες αλλαγές στην κοινωνία, οδηγούν αυτό το ρεύμα από το 0,2 % της αρχικής εκλογικής καταγραφής στην κατάκτηση της ιδεολογικής ηγεμονίας στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος στο μεταξύ έχει μεταβληθεί από μικρό κόμμα σε παράταξη σωτηρίας της κοινωνίας.
Το τίμημα αυτής της απίστευτης διαδρομής ήταν η παράλληλη ταχύτατη εξάπλωση της αλαζονείας στον κόσμο που πλαισίωνε αυτό τον χώρο. Της αλαζονείας όχι ως απλού συμπτώματος της προσωπικής ψυχολογίας, αλλά ως δομικής κατάστασης που χαρακτηρίζει καθοριστικά την οπτική γωνία θέασης του κόσμου. Ως άμεσο παρεπόμενο της αλαζονείας προέκυψε η αυτοαναφορικότητα. Εμείς είμαστε το άλας της γης, αυτοί που είναι οι πιο αριστεροί σε κάθε πεδίο, επομένως σημασία έχουν μόνο όσα συμβαίνουν μεταξύ μας.
Ο συμβιβασμός και οι κινήσεις τακτικής αναδίπλωσης θρυμμάτισαν αυτήν, την για χρόνια επιμελώς φιλοτεχνημένη, εικόνα. Το καθρεφτάκι που απαντούσε πως εμείς είμαστε οι αριστερότεροι που υπάρχουν, αρχικά θόλωσε από τις αποχρώσεις του γκρίζου που προκάλεσε η στιγμιαία αντανάκλαση της πραγματικότητας και τελικά έσπασε, τραυματίζοντας θανάσιμα τον περιούσιο ναρκισσισμό μας.
Το σκληρό αριστερό είδωλο του εαυτού μας που αντικρίζαμε καθημερινά σε αυτό τον παραμορφωτικό καθρέφτη δεν μπορούσε να ανεχτεί ούτε την παραδοχή του λάθους στην εκτίμηση του συσχετισμού δύναμης, ούτε την αναγκαιότητα του ελιγμού, ούτε μπορούσε να συμφιλιωθεί με την προοπτική επανατοποθέτησης του σε ένα νέο περιβάλλον. Είχε έρθει η δύσκολη στιγμή της επιλογής. Ανάμεσα σε αυτό που επιθυμούσε το τμήμα της κοινωνίας που εμπιστεύτηκε τη ριζοσπαστική Αριστερά και στις απαιτήσεις της θεαματικής (με την καταστασιακή, αλλά και με την κοινή, σημασία του όρου) εικόνας μας.
Αυτή το υπαρξιακό δίλημμα τέθηκε σε όλες της γενιές των συντρόφων αυτού του ρεύματος ιδεών. Είναι εντυπωσιακό το γεγονός πως, πέρα από την λίγο πολύ αναμενόμενη (για λόγους που η εξήγηση τους απαιτεί μεγάλη ανάλυση) στάση της νεολαίας, οι περισσότεροι από αυτούς που διάλεξαν την αυτοαναφορική στάση ανήκουν στο ηλικιακό στρώμα των σαραντάρηδων, στη γενιά πιο κεντρικός εκπρόσωπος της οποίας είναι ο Τσίπρας.
Διαισθάνομαι πως, όπως στους μεγαλύτερους σε ηλικία αριστερούς είναι εμφανής η επίδραση 25 χρόνων βαθιάς ιδεολογικής ήττας των αξιών της Αριστεράς, σε αυτή τη νεαρότερη γενιά πηγή προβλημάτων αποτελεί η εύκολη πορεία προς τον θρίαμβο, μέσα από τις αλλεπάλληλες νίκες της από το 2001 και μετά Υπενθυμίζω κομβικά σημεία αυτής της διαδρομής: δυναμική επανεμφάνιση των κινημάτων μέσα από το Παγκόσμιο, το Ευρωπαϊκό και το Ελληνικό κοινωνικό Φόρουμ, θρίαμβος του Τσίπρα στις δημοτικές εκλογές του 2006, κυριαρχία των στελεχών που εκπροσωπούν αυτή τη γενιά στα συνέδρια του ΣΥΝ το 2008 και ακόμα περισσότερο το 2010, το απίστευτο βίωμα μιας αληθινής εξέγερσης εκείνο τον Δεκέμβρη, και μετά, η γνωστή απίστευτη πορεία της ριζοσπαστικής Αριστεράς στα χρόνια των μνημόνιων.
Η ήττα που είχαμε βιώσει οι μεγαλύτεροι σε ηλικία στη μίζερη δεκαετία του 90 δεν αποτελεί συλλογική εμπειρία αυτής της γενιάς στελεχών, επειδή τότε ήταν πολύ νέοι (και πολύ λίγοι σε αριθμό) για να τους εγγράψει ανεξίτηλα αποτυπώματα.
Ίσως, αυτό το στοιχείο προσφέρει μια διάσταση χρήσιμη για την εξήγηση της ευκολίας με την οποία αυτές οι συντρόφισσες και αυτοί οι σύντροφοι επέλεξαν ένα δρόμο που χαρακτηρίζεται από μια τριπλή αδιαφορία. Αδιαφορία για τη χώρα και για την Αριστερά ως σύνολο. Αδιαφορία για τον κίνδυνο επιστροφής στο περιθώριο της πολιτικής κουλτούρας της κινηματικής Αριστεράς.
Δυστυχώς, όσο επώδυνο κι αν είναι αυτό, μια πάρα πολύ μικρή πλευρά της μεγάλης σύγκρουσης στην οποία πρωταγωνιστεί η επαναστατημένη κοινωνία, αφορά τη διαμάχη στο εσωτερικό της κινηματικής Αριστεράς. Ανάμεσα σε δυο αλαζονικές στάσεις. Ανάμεσα σε αυτούς που επιλέγουν τη στάση ΑΛΛΑΖΩ (επιδιώκοντας τη) ΝΙΚΗ, και σε αυτούς που περιφέρουν το θρύψαλο από το καθρεφτάκι, με σημαία το ΑΛΛΑ(ο τόνος στην παραλήγουσα) ΖΩ (αδιαφορώντας για τη) ΝΙΚΗ. Οι κίνδυνοι καθεστωτικής ενσωμάτωσης που διατρέχουν οι πρώτοι είναι τόσο εμφανείς, ώστε είναι δύσκολο να μην ενεργοποιήσουν αντισώματα στους φορείς τους. Οι κίνδυνοι περιθωριοποίησης που αντιμετωπίζουν οι δεύτεροι είναι πιθανό να περάσουν απαρατήρητοι και έτσι να μην ενεργοποιήσουν κανένα εξωστρεφές αντανακλαστικό.
Θα ήταν εξαιρετικά μικρόψυχη στάση η μη αναγνώριση της ανιδιοτέλειας που διαπερνά τις επιλογές των συντρόφων που αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιοι από αυτές και αυτούς θυσίασαν σίγουρες βουλευτικές έδρες, ή ένα εξασφαλισμένο στάτους ηγετικού στελέχους. Σε ένα χώρο που υπάρχουν τόσες παραγοντίστικες πρακτικές και όπου η επίδραση της αντίπαλης ιδεολογίας στο εσωτερικό του είναι ισχυρή (π.χ. οι προσωπικές επιλογές κομματικών στελεχών αποδεικνύουν πόσο πολύ διαδεδομένη είναι η μαγευτική έλξη που ασκεί η βουλευτική ιδιότητα) τέτοιες προσωπικές στάσεις δεν είναι καθόλου αμελητέες. Κι όμως, η δικιά μας πολιτική ηθική δεν μπορεί να αρχίζει και να τελειώνει με την εξύμνηση του αυτονόητου, ακόμα και αν το τελευταίο είναι σχετικά δυσεύρετο. Το δικό μας ηθικό κριτήριο πρέπει να κινείται πέρα από το προφανές. Όταν αυτό που απαιτεί το μεγάλο τμήμα της κοινωνίας που προσβλέπει στη ριζοσπαστική Αριστερά συγκρούεται με αυτό που μας βολεύει υπαρξιακά, τότε η επιλογή της αυτοαναφορικότητας δεν είναι μόνο πολιτικά συντηρητική (Θα λέμε αυτά που λέγαμε μια ζωή.) Είναι και ελαφρώς (λόγω ελαφρυντικών ειλικρινούς επίδρασης ιδεοληπτικών στερεότυπων) επιλήψιμη, από τη σκοπιά της αριστερής ηθικής, της ηθικής που συμπυκνώνεται στην επιλογή του ΕΜΕΙΣ από το ΕΓΩ.
Παρόλα αυτά τα δομικά προβλήματα της πολιτικής κουλτούρας αυτών των συντρόφων (από τα οποία κάθε άλλο παρά έχουμε απαλλαγεί όσοι δεν συμμεριστήκαμε τις επιλογές τους) και την εντελώς λάθος ανάγνωση της συγκυρίας η οποία χαρακτηρίζει τις αναλύσεις τους, γνώμη μου είναι πως μπορούν να υπάρξουν πολλοί τρόποι εποικοδομητικής πολιτικής παρέμβασης τους. Οι άνθρωποι αυτού του χώρου εξακολουθούν να αποτελούν ένα στελεχιακό δυναμικό ο ρόλος του οποίου σε θέματα παρεμβάσεων σε τομείς της κοινωνικής οικονομίας, ανάληψης αντιρατσιστικών πρωτοβουλιών, ενεργοποίησης συμμετοχικών διαδικασιών, δράσεων προστασίας του περιβάλλοντος, επεξεργασίας διεθνιστικής πολιτικής, κινηματικής υπεράσπισης των δημοκρατικών και άλλων κοινωνικών δικαιωμάτων και οργάνωσης πρωτοβουλιών κοινωνικής αλληλεγγύης, θα μπορούσε να συνεχίσει να είναι πολύτιμος. Με την προϋπόθεση ότι θα επιλέξουν να ασχοληθούν με τομείς και πεδία συμβατά με την γενικότερη πολιτική τους συγκρότηση. Παρακάμπτοντας τον πειρασμό της ολοκληρωτικής και αποκλειστικής αφοσίωσης στον κλασικό αντιμνημονιακό αγώνα, πεδίο το οποίο (πέρα από τα προφανή του συνολικά αδιέξοδα, η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, εξάλλου το κίνημα του 2011 προέκυψε από την κοινωνία και όχι από σχεδιασμούς σε κομματικά γραφεία) μοιραία θα ηγεμονεύεται από άλλους. Εκείνους στους οποίους η απλοϊκότητα αποτελεί το φυσικό περιβάλλον τους.
* Ο Μιχάλης Καστρινάκης είναι μέλος της Νομαρχιακής Επιτροπής Μαγνησίας του ΣΥΡΙΖΑ
tvxs