«Ας είμαστε προετοιμασμένοι για τέτοιες εκρήξεις στο σχολικό περιβάλλον στο άμεσο μέλλον», δηλώνει στο tvxs.gr ο επίκουρος καθηγητής Παιδαγωγικών του Ιονίου Πανεπιστήμιου και τέως πάρεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, Κώστας Αγγελάκος, σχετικά με το περαστικό βίας που σημειώθηκε σε σχολείο της Άρτας, όπου εκπαιδευτικός προέτρεψε τους μαθητές να χαστουκίσουν συμμαθητή τους. «Γι’ αυτό, ας ληφθεί υπόψη ως καμπανάκι κινδύνου», υπογραμμίζει, καθώς το σχολείο σήμερα, εν μέσω της κρίσης, είναι «ένα σχολείο υπό αφόρητη πίεση» και στο μέλλον «δεν θα είναι τόσο μεμονωμένα τα περιστατικά». Της Κατρίν Αλαμάνου
«Θα έχουμε φαινόμενα τυφλής βίας ή ακραίων συμπεριφορών, αν δεν υπάρξει μια συνολική προσπάθεια», τόσο «από την εκπαιδευτική κοινότητα» όσο και από «το υπουργείο Παιδείας», το οποίο δεν γίνεται «να τα βλέπει εκ των υστέρων» αλλά πρέπει «να ενισχύσει τους θεσμούς της ψυχολογικής και παιδαγωγικής υποστήριξης της σχολικής μονάδας», τονίζει ο Κώστας Αγγελάκος στο tvxs.gr.
Με την κρίση, «τέτοια φαινόμενα θα μας απασχολήσουν πολύ περισσότερο», προειδοποιεί ο επίκουρος καθηγητής Παιδαγωγικών του Ιονίου Πανεπιστημίου.
Η κρίση φέρνει συγκρουσιακό κλίμα στα σχολεία
«Το κλίμα στα σχολεία σήμερα, λόγω της επαγγελματικής ανασφάλειας της ευρύτερης οικονομικής κρίσης, είναι ιδιαίτερα συγκρουσιακό», αναφέρει ο Κ. Αγγελάκος, καθώς «και στους συλλόγους διδασκόντων το κλίμα είναι τεταμένο αλλά και η σχέση τους ευρύτερα με το περιβάλλον των γονέων, των σχολικών συμβούλων και συνεργατών είναι στα όρια της».
Οι λόγοι αυτού του συγκρουσιακού κλίματος είναι προφανείς: «Όταν κάποιος έχει οικονομικές δυσκολίες, όταν αντιμετωπίζει το πρόβλημα της οργανικής του θέσης, όταν δεν ξέρει τι θα γίνει με την επαγγελματική του πορεία, αυτό είναι ζήτημα», παρατηρεί ο καθηγητής Παιδαγωγικών. «Αυτό αφορά και τις οικογένειες αντίστοιχα. Οι γονείς είναι πιο πιεστικοί, γιατί έχουν κι αυτοί τα δικά τους προβλήματα, ενώ τα παιδιά, που βλέπουν τις δυσκολίες στο σπίτι, στο σχολείο παρουσιάζουν ορισμένες φορές μια συμπεριφορά αρκετά ιδιότυπη, καθώς στενοχωριούνται και μερικά δεν τρώνε σωστά. Αντιμετωπίζουν προβλήματα βιολογικής αλλά κυρίως ψυχολογικής πίεσης», αναφέρει.
Λύση η πρόληψη
Από την άλλη, «δεν μπορεί η σχολική μονάδα να είναι μόνη της με έναν διευθυντή. Εάν το σχολείο είναι εγκαταλελειμμένο και τοποθετούμε μόνον έναν εκπαιδευτικό - αν τον τοποθετήσουμε- δεν λύνεται το πρόβλημα», επισημαίνει.
Όπως εξηγεί, πρόκειται για «σύνθετο φαινόμενο που αφορά τη συνολική λειτουργία του σχολείου». Διότι, όπως προσθέτει, «δεν μπορούμε να τα αφήνουμε όλα στη λογική οποιουδήποτε τυχαίου δασκάλου μπορεί να μπει σε μία τάξη, δεν θα πρέπει να το δούμε ως μια μεμονωμένη περίπτωση».
Το περιστατικό κακοποίησης που σημειώθηκε στην Άρτα «θα έπρεπε να προληφθεί», υπογραμμίζει ο επίκουρος καθηγητής Παιδαγωγικών του Ιονίου Πανεπιστημίου. «Δηλαδή, δεν μπορεί το σχολείο να μην διαθέτει έναν ειδικό, ο οποίος θα παρακολουθεί τις δυσκολίες που έχουν οι δάσκαλοι με τα παιδιά, τις ιδιαιτερότητες του κάθε μαθητή και τη βοήθεια που χρειάζεται καθώς και το πώς λειτουργεί ένας δάσκαλος – θέματα που θα συζητά με τη διεύθυνση του σχολείου», προσθέτει.
Από εδώ και πέρα είναι θέμα πρόληψης, σημειώνει. Αλλιώς «πού θα φτάσουμε; Θα φτάσουμε σε ένα σχολείο, στο οποίο όταν ξεσπούν τέτοια εκρηκτικά γεγονότα, θα ερχόμαστε εκ των υστέρων και θα απορούμε;», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Επίσης τονίζει ότι δεν αρκεί η υπάρχουσα επιμόρφωση των δασκάλων, οι οποίοι «έχουν σπουδάσει και έχουν κάνει παιδαγωγικά και μαθήματα ψυχολογίας, αλλά αυτά σε θεωρητικό επίπεδο. Εδώ φαίνεται και η ελλειμματική βασική τους κατάρτιση στο Πανεπιστήμιο, δηλαδή μια κατάρτιση που είναι περίπου διαβάζοντας βιβλία και κάνοντας εξετάσεις».
Για να γίνουν οι απόφοιτοι Παιδαγωγικών δάσκαλοι θα πρέπει πρώτα, όπως γίνεται σε σκανδιναβικές και άλλες ευρωπαϊκές ώρες, «για δύο χρόνια μετά το πτυχίο να μπαίνουν σε ένα πλαίσιο παιδαγωγικής κατάρτισης και επιμόρφωσης, όπου παρακολουθούνται όλες τους οι συμπεριφορές και αντιδράσεις. Έτσι θα αποφεύγονται τέτοια περιστατικά», επισημαίνει ο Κώστας Αγγελάκος.
«Από την άλλη, θα πρέπει και το σχολείο να έχει και το ίδιο μια υπηρεσία ψυχολογικής στήριξης. Την τελευταία δεκαετία είχαν δημιουργηθεί ψυχολογικοί σταθμοί νέων, αλλά θα έλεγα ότι το σχολείο χρειάζεται, όπως συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη, ψυχολογική στήριξη όλων. Γιατί στην εποχή που ζούμε χρειάζονται ψυχολογική στήριξη όλοι οι παράγοντες της σχολικής ζωής, γονείς, παιδιά και εκπαιδευτικοί», τονίζει.
Το ψυχολογικό και κοινωνικό τραύμα
Ερωτηθείς τι πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπίσει ένα παιδί που δέχεται μια τέτοια κακοποίηση, όπως το να το χαστουκίζουν οι συμμαθητές του, ο Κ. Αγγελάκος απαντά πώς «υπάρχει μια διπλή διάσταση».
Ειδικότερα, «για το παιδί που δέχεται αυτή την πράξη, είναι τραυματικό με την έννοια ότι δημιουργείται εικόνα κοινωνικού στιγματισμού. Διότι, δεν το τιμωρεί μόνο ο δάσκαλος πλέον, αλλά μια κοινωνία ανηλίκων, που για τα παιδιά είναι σημαντική. Είναι οι συμμαθητές του, οι φίλοι του και τα παιδιά με τα οποία καθημερινά συναναστρέφεται». Δημιουργεί λοιπόν «ένα φοβερό στίγμα και ψυχολογικό πέρα από το σωματικό –που και αυτό είναι φοβερό- αλλά και κοινωνικό, καθώς προκαλεί ζητήματα στην κοινωνική του παρουσία στο μέλλον».
«Όμως δημιουργεί ζητήματα και στα παιδιά που αναγκάζονται να κάνουν μια τέτοια είδους πράξη», τονίζει ο καθηγητής Παιδαγωγικών του Ιονίου Πανεπιστημίου. Πιο συγκεκριμένα, «δημιουργείται μια αίσθηση ότι ο μαθητής γίνεται τιμωρός του ίδιου του συμμαθητή του, άρα αποκτά μια θέση εξουσίας που από τη θέση του και τον ρόλο του, δεν του ανήκει. Έτσι, ουσιαστικά υποκαθιστά τον δάσκαλο και το σχολείο. Υποκαθιστά δηλαδή την εξουσία την εκπαιδευτική και την κρατική. Και αυτό οδηγεί ουσιαστικά σε μια μορφή αυτοδικίας».
Τέλος, ο Κώστας Αγγελάκος θυμίζει «το πείραμα του Μίγλκραμ στην Αμερική, όπου υπό την εποπτεία κάποιας αυθεντίας και με την εντολή αυτής, κάποιοι άνθρωποι, επειδή τους το είπαν, οδηγήθηκαν στο να διοχετεύουν ηλεκτρικό ρεύμα σε άλλους ανθρώπους και να τους οδηγούν στην εξόντωση».
«Πολύ εύκολα», λέει ο Κ. Αγγελάκος «υπό την επιβολή και υπό την επίνευση μιας αυθεντίας, είτε παιδαγωγικής, είτε κρατικής είτε οποιασδήποτε άλλης, ο άνθρωπος μπορεί να ξυπνήσει μέσα του το τέρας- το κτήνος της απανθρωπιάς».
Με την κρίση, «τέτοια φαινόμενα θα μας απασχολήσουν πολύ περισσότερο», προειδοποιεί ο επίκουρος καθηγητής Παιδαγωγικών του Ιονίου Πανεπιστημίου.
Η κρίση φέρνει συγκρουσιακό κλίμα στα σχολεία
«Το κλίμα στα σχολεία σήμερα, λόγω της επαγγελματικής ανασφάλειας της ευρύτερης οικονομικής κρίσης, είναι ιδιαίτερα συγκρουσιακό», αναφέρει ο Κ. Αγγελάκος, καθώς «και στους συλλόγους διδασκόντων το κλίμα είναι τεταμένο αλλά και η σχέση τους ευρύτερα με το περιβάλλον των γονέων, των σχολικών συμβούλων και συνεργατών είναι στα όρια της».
Οι λόγοι αυτού του συγκρουσιακού κλίματος είναι προφανείς: «Όταν κάποιος έχει οικονομικές δυσκολίες, όταν αντιμετωπίζει το πρόβλημα της οργανικής του θέσης, όταν δεν ξέρει τι θα γίνει με την επαγγελματική του πορεία, αυτό είναι ζήτημα», παρατηρεί ο καθηγητής Παιδαγωγικών. «Αυτό αφορά και τις οικογένειες αντίστοιχα. Οι γονείς είναι πιο πιεστικοί, γιατί έχουν κι αυτοί τα δικά τους προβλήματα, ενώ τα παιδιά, που βλέπουν τις δυσκολίες στο σπίτι, στο σχολείο παρουσιάζουν ορισμένες φορές μια συμπεριφορά αρκετά ιδιότυπη, καθώς στενοχωριούνται και μερικά δεν τρώνε σωστά. Αντιμετωπίζουν προβλήματα βιολογικής αλλά κυρίως ψυχολογικής πίεσης», αναφέρει.
Λύση η πρόληψη
Από την άλλη, «δεν μπορεί η σχολική μονάδα να είναι μόνη της με έναν διευθυντή. Εάν το σχολείο είναι εγκαταλελειμμένο και τοποθετούμε μόνον έναν εκπαιδευτικό - αν τον τοποθετήσουμε- δεν λύνεται το πρόβλημα», επισημαίνει.
Όπως εξηγεί, πρόκειται για «σύνθετο φαινόμενο που αφορά τη συνολική λειτουργία του σχολείου». Διότι, όπως προσθέτει, «δεν μπορούμε να τα αφήνουμε όλα στη λογική οποιουδήποτε τυχαίου δασκάλου μπορεί να μπει σε μία τάξη, δεν θα πρέπει να το δούμε ως μια μεμονωμένη περίπτωση».
Το περιστατικό κακοποίησης που σημειώθηκε στην Άρτα «θα έπρεπε να προληφθεί», υπογραμμίζει ο επίκουρος καθηγητής Παιδαγωγικών του Ιονίου Πανεπιστημίου. «Δηλαδή, δεν μπορεί το σχολείο να μην διαθέτει έναν ειδικό, ο οποίος θα παρακολουθεί τις δυσκολίες που έχουν οι δάσκαλοι με τα παιδιά, τις ιδιαιτερότητες του κάθε μαθητή και τη βοήθεια που χρειάζεται καθώς και το πώς λειτουργεί ένας δάσκαλος – θέματα που θα συζητά με τη διεύθυνση του σχολείου», προσθέτει.
Από εδώ και πέρα είναι θέμα πρόληψης, σημειώνει. Αλλιώς «πού θα φτάσουμε; Θα φτάσουμε σε ένα σχολείο, στο οποίο όταν ξεσπούν τέτοια εκρηκτικά γεγονότα, θα ερχόμαστε εκ των υστέρων και θα απορούμε;», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Επίσης τονίζει ότι δεν αρκεί η υπάρχουσα επιμόρφωση των δασκάλων, οι οποίοι «έχουν σπουδάσει και έχουν κάνει παιδαγωγικά και μαθήματα ψυχολογίας, αλλά αυτά σε θεωρητικό επίπεδο. Εδώ φαίνεται και η ελλειμματική βασική τους κατάρτιση στο Πανεπιστήμιο, δηλαδή μια κατάρτιση που είναι περίπου διαβάζοντας βιβλία και κάνοντας εξετάσεις».
Για να γίνουν οι απόφοιτοι Παιδαγωγικών δάσκαλοι θα πρέπει πρώτα, όπως γίνεται σε σκανδιναβικές και άλλες ευρωπαϊκές ώρες, «για δύο χρόνια μετά το πτυχίο να μπαίνουν σε ένα πλαίσιο παιδαγωγικής κατάρτισης και επιμόρφωσης, όπου παρακολουθούνται όλες τους οι συμπεριφορές και αντιδράσεις. Έτσι θα αποφεύγονται τέτοια περιστατικά», επισημαίνει ο Κώστας Αγγελάκος.
«Από την άλλη, θα πρέπει και το σχολείο να έχει και το ίδιο μια υπηρεσία ψυχολογικής στήριξης. Την τελευταία δεκαετία είχαν δημιουργηθεί ψυχολογικοί σταθμοί νέων, αλλά θα έλεγα ότι το σχολείο χρειάζεται, όπως συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη, ψυχολογική στήριξη όλων. Γιατί στην εποχή που ζούμε χρειάζονται ψυχολογική στήριξη όλοι οι παράγοντες της σχολικής ζωής, γονείς, παιδιά και εκπαιδευτικοί», τονίζει.
Το ψυχολογικό και κοινωνικό τραύμα
Ερωτηθείς τι πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπίσει ένα παιδί που δέχεται μια τέτοια κακοποίηση, όπως το να το χαστουκίζουν οι συμμαθητές του, ο Κ. Αγγελάκος απαντά πώς «υπάρχει μια διπλή διάσταση».
Ειδικότερα, «για το παιδί που δέχεται αυτή την πράξη, είναι τραυματικό με την έννοια ότι δημιουργείται εικόνα κοινωνικού στιγματισμού. Διότι, δεν το τιμωρεί μόνο ο δάσκαλος πλέον, αλλά μια κοινωνία ανηλίκων, που για τα παιδιά είναι σημαντική. Είναι οι συμμαθητές του, οι φίλοι του και τα παιδιά με τα οποία καθημερινά συναναστρέφεται». Δημιουργεί λοιπόν «ένα φοβερό στίγμα και ψυχολογικό πέρα από το σωματικό –που και αυτό είναι φοβερό- αλλά και κοινωνικό, καθώς προκαλεί ζητήματα στην κοινωνική του παρουσία στο μέλλον».
«Όμως δημιουργεί ζητήματα και στα παιδιά που αναγκάζονται να κάνουν μια τέτοια είδους πράξη», τονίζει ο καθηγητής Παιδαγωγικών του Ιονίου Πανεπιστημίου. Πιο συγκεκριμένα, «δημιουργείται μια αίσθηση ότι ο μαθητής γίνεται τιμωρός του ίδιου του συμμαθητή του, άρα αποκτά μια θέση εξουσίας που από τη θέση του και τον ρόλο του, δεν του ανήκει. Έτσι, ουσιαστικά υποκαθιστά τον δάσκαλο και το σχολείο. Υποκαθιστά δηλαδή την εξουσία την εκπαιδευτική και την κρατική. Και αυτό οδηγεί ουσιαστικά σε μια μορφή αυτοδικίας».
Τέλος, ο Κώστας Αγγελάκος θυμίζει «το πείραμα του Μίγλκραμ στην Αμερική, όπου υπό την εποπτεία κάποιας αυθεντίας και με την εντολή αυτής, κάποιοι άνθρωποι, επειδή τους το είπαν, οδηγήθηκαν στο να διοχετεύουν ηλεκτρικό ρεύμα σε άλλους ανθρώπους και να τους οδηγούν στην εξόντωση».
«Πολύ εύκολα», λέει ο Κ. Αγγελάκος «υπό την επιβολή και υπό την επίνευση μιας αυθεντίας, είτε παιδαγωγικής, είτε κρατικής είτε οποιασδήποτε άλλης, ο άνθρωπος μπορεί να ξυπνήσει μέσα του το τέρας- το κτήνος της απανθρωπιάς».
TVXS