Η ελληνική κοινωνία
δοκιμάζεται τόσο από την κρίση όσο και από τις αδιέξοδες συνταγές αντιμετώπισής
της. Υποχωρούν θεσμοί που συγκροτήθηκαν μέσα από πολλούς αγώνες και θυσίες στη
μεταπολεμική Ελλάδα: οι κοινωνικές ασφαλίσεις, το σύστημα δημόσιας υγείας και
περίθαλψης, η εκπαίδευση, οι συγκοινωνίες, το φυσικό και αστικό περιβάλλον, η
δυνατότητα ασφαλούς διαβίωσης, στοιχειώδη δημόσια αγαθά που συνιστούν την
ελληνική εκδοχή ενός ήδη λειψού και απαξιωμένου κοινωνικού κράτους
κατεδαφίζονται, με αποτέλεσμα η κοινωνία να οδηγείται στην ασφυξία.
Προβάλλεται εκβιαστικά το
δίλημμα: λιτότητα ή χρεοκοπία; Ωστόσο, δεν πρόκειται για δίλημμα αλλά για
αρνητικό άθροισμα:και λιτότητα και χρεοκοπία. Η ανά τρεις
μήνες απειλή αποβολής της Ελλάδας από την ευρωζώνη είναι ηθικά ανοίκεια και
οικονομικά καταστροφική, γιατί ενισχύει την βαριά ύφεση, μετατρέποντας την
Ευρώπη σε κεντρικό παράγοντα αβεβαιότητας, οικονομικής αστάθειας και βαθέματος
της κρίσης. Η ίδια η Ευρώπη διαμορφώνει τις συνθήκες ώστε η Ελλάδα να μην τηρεί
τις δανειακές της υποχρεώσεις.
Κάθε μέρα γίνεται πιο φανερό
ότι η συγκεκριμένη πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης, που κορυφώθηκε με την
ψήφιση του Μνημονίου 2, δεν είναι μια πορεία διάσωσης και εξόδου ούτε άρσης των
χρόνιων παθογενειών του ελληνικού πολιτικού και οικονομικού συστήματος, αλλά
μια πορεία καταστροφική, βασισμένη στην κοινωνική αδικία. Την κρίση δεν την
υφίστανται όσοι εκμεταλλεύτηκαν το κράτος και το δημόσιο συμφέρον επί
δεκαετίες, αλλά οι πλέον ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια
πρωτοφανή επιχείρηση αναδιανομής πλούτου και ισχύος, που υπονομεύει το
ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, δημιουργώντας ακραίες οικονομικές και κοινωνικές
ανισότητες. Ταυτόχρονα, επανεμφανίζεται δυναμικά ο εθνικισμός ενώ εντείνονται ο
ρατσισμός και η ξενοφοβία.
Η ψευδώνυμη χρήση της
έννοιας της «μεταρρύθμισης» είναι ενδεικτική για την αδυναμία υπέρβασης της
κρίσης. Και αυτοί ακόμη που ήλπιζαν ότι η κρίση θα αποτελούσε ευκαιρία
εξυγίανσης και τολμηρής θεσμικής ανανέωσης αντιλαμβάνονται πλέον ότι οι
επιβαλλόμενες «μεταρρυθμίσεις» διαλύουν την κοινωνία. Ο λόγος που κυριαρχούσε
στο εσωτερικό και εντείνεται στο εξωτερικό είναι ηθικολογικός, τιμωρητικός και
ενοχοποιητικός. Κάθε αντίρρηση και κριτική επισείει την κατηγορία του
«λαϊκισμού», του «συντεχνιασμού» και του «αντιευρωπαϊσμού». Αφού πρώτα
στιγματίστηκε η μεταπολίτευση και το πνεύμα δημοκρατίας που έφερε στον τόπο,
παρακολουθήσαμε και τον εξαγνισμό της άκρας δεξιάς, με τη συμπερίληψή της στην
κυβέρνηση. Παράλληλα, πυκνώνουν οι προτάσεις για κυβερνήσεις «αρίστων», για συνασπισμούς
τεχνοκρατών που θα «σώσουν» τη χώρα.
Πρόκειται για ισχυρές αντιδημοκρατικές και
αυταρχικές τάσεις, που εκμεταλλεύονται, με λαϊκιστικό τρόπο, τα δικαιολογημένα
αισθήματα αποτροπιασμού απέναντι στην παλιά τάξη πραγμάτων που καταρρέει.
Ωστόσο, σε αντίθεση με έναν ρηχό «εθνικά υπερήφανο» λόγο εναντίον των δανειακών
συμβάσεων, δεν νοσταλγούμε, βέβαια, αυτή την τάξη.
Ελλάδα και Ευρώπη βυθίζονται
σε μια αλληλοτροφοδοτούμενη κρίση, που δείχνει όχι μόνο τις θεσμικές αδυναμίες
της Ένωσης, αλλά και τη διαχείρισή της από τις συντηρητικές ηγεσίες με
νεοφιλελεύθερες συνταγές. Όσο και αν μοιάζει δύσκολο, οφείλουμε να εργαστούμε
για μια κοινωνική και δημοκρατική Ευρώπη, που θα προβάλλει τις ιστορικές και πολιτικές
της αξίες, δίνοντας νέο περιεχόμενο στην παγκοσμιοποίηση — άλλωστε, η λύση δεν
μπορεί να είναι εθνική, αλλά πρέπει να ανταποκρίνεται στις διαστάσεις της
ηπείρου μας, και όχι μόνο. Σήμερα ταπεινώνουν τους Έλληνες, αύριο τους
υπόλοιπους λαούς, σπέρνοντας δυσπιστία και μίσος ανάμεσά τους. Πρόκειται για μια
καταστροφική στιγμή στην ευρωπαϊκή ιστορία. Έτσι, η αλληλεγγύη προς την Ελλάδα
συνιστά πολιτικό διακύβευμα για όλη την προοδευτική Ευρώπη.
Απέναντι στον άκριτο και
εντέλει ταξικό λόγο οφείλουμε να προτάξουμε την κριτική σκέψη, την καθημερινή
εμπειρία και τις ανάγκες των πολιτών, ιδίως αυτών που πλήττονται άδικα από την
κρίση. Όσοι και όσες υπογράφουμε το κείμενο, επιθυμούμε να συμβάλουμε στη
διαμόρφωση ενός ισχυρού μετώπου υπεράσπισης της κοινωνίας και της δημοκρατίας.
Μια μεγάλη συμπαράταξη, που θα φέρνει κοντά ανθρώπους από διαφορετικούς χώρους,
με στόχο να αποκαταστήσει το νόημα των λέξεων, τη δημιουργική επικοινωνία
ανάμεσα σε κοινωνικούς χώρους και πολίτες με διαφορετικές εντάξεις, που
συμμερίζονται τις θεμελιώδεις αρχές της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης και της
δημοκρατίας, τις συντεταγμένες δηλαδή της ιδιότητας του πολίτη σε ένα
φιλελεύθερο και δημοκρατικό πολίτευμα.
Απορρίπτοντας τη λογική του
«μονόδρομου», τα ανιστόρητα στερεότυπα που ενοχοποιούν την ελληνική κοινωνία
καταρρακώνοντας τη συλλογική αξιοπρέπειά μας, επιδιώκουμε να αναδείξουμε, εντός
κι εκτός Ελλάδας, τις συνέπειες της κρίσης. H ελληνική κρίση είναι μέρος μιας
συνολικότερης κρίσης, η οποία αλλάζει θεμελιακά την ιστορική εποχή που ζούμε.
Σ’ αυτήν τη μεταιχμιακή περίοδο είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι
διακυβεύονται τόσο η έννοια του κοινωνικού, όσο και η δημοκρατία και τα
δικαιώματα του πολίτη.