του Νικόλα Σεβαστάκη
Όχι πια περιγραφές του
προβλήματος, λύσεις. Λύσεις στο πιάτο. Συγκεκριμένα πράγματα, ένα, δύο, τρία…
Κάπως έτσι εγκαλείται αυτός που γράφει τούτες τις μέρες δίχως να έχει πρόχειρη
απάντηση για το PSI, τα CDS, το τι θα περιέχουν τα άρθρα ενός μη μνημονιακού
προϋπολογισμού.
Κατανοητή η αντίδραση, αλλά
νομίζω ότι στηρίζεται σε μια σύγχυση: απαιτεί από τον κάθε μεμονωμένο γραφιά να
μεταβληθεί σε συλλογικό διανοούμενο ή σε ινστιτούτο μελετών με παραρτήματα και
άφθονους πόρους. Kάτι παραπάνω: απαιτεί και από πολιτικές δυνάμεις ή χώρους που
δεν κυβερνούν να είναι ήδη μια τέλεια οργανωμένη πολιτική εξουσία με όλες τις
απαντήσεις για τις λεπτομέρειες της διαχείρισης της κρίσης και για τα επόμενα
δέκα χρόνια.
Ας μην παραλογιζόμαστε. Άλλο
η εύλογη προγραμματική ζήτηση, και άλλο η μετατροπή των διανοουμένων σε
εικονικούς λειτουργούς μιας μελλοντικής κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας. Άλλο
πράγμα είναι η κριτική γνώμη και εμπειρογνωμοσύνη, και διαφορετική εκείνη η
αφελής στάση που απαιτεί υπερπαραγωγή βεβαιοτήτων σε μια στιγμή όπου κανένας
δεν μπορεί να πουλά βεβαιότητες.
Τα γράφω αυτά, γιατί μετά το
κείμενο παρέμβασης για την Υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας, το
οποίο και συνυπέγραψα, συνάντησα την ίδια αντίδραση: καλή η περιγραφή, λένε,
αλλά πού είναι οι συγκεκριμένες λύσεις, το α, β, γ;
Ας μου επιτραπεί να έχω μια
διαφορετική αντίληψη για την κριτική δημόσια παρέμβαση, για τη διεξαγωγή της
ιδεολογικής και πολιτισμικής διαμάχης. Η διαμάχη αφορά πλέον τους βασικούς
προσανατολισμούς, το Σύνταγμα της «νέας μεταπολίτευσης», δηλαδή τους
θεμελιώδεις ταξικούς και πολιτικούς όρους της νέας περιόδου.
Θα είναι δημοκρατική ή ένας
γενικευμένος ολιγαρχικός μονόδρομος; Θα φέρει μαζί της την εξουθένωση μεγάλου
μέρους της κοινωνίας στο βωμό του «καπιταλιστικού εξορθολογισμού»; Μπορεί,
αντίθετα, να γίνει πεδίο δημιουργίας νέων κοινωνικών δεσμών και μορφών
πολιτικής παρέμβασης των «από κάτω» στις εξελίξεις; Αυτό που έρχεται θα
οδηγήσει άραγε στους ψυχιάτρους τους αποταγμένους μεσοαστούς και στις ουρές της
Πρόνοιας τους φτωχότερους, όπως ήδη συμβαίνει; Ή μπορεί να κυοφορήσει μια
αλλαγή Παραδείγματος πέρα από τις επιθυμίες της νέας πληθυντικής μας Δεξιάς η
οποία θρησκεύεται με τον «Ορθό Λόγο»;
Αυτή τη στιγμή επιχειρείται
από διάφορες πλευρές να επιβληθεί ένα μοντέλο εθνικής ανόρθωσης (κατά τη
φρασεολογία Λοβέρδου), που διαχωρίζει τη διάσωση ή την «αυτοσυντήρηση του
έθνους» από το πρόβλημα της κοινωνικής δικαιοσύνης, της αναδιανομής του
πλούτου, της άσκησης των δημοκρατικών κοινωνικών ελευθεριών, της αξιοπρέπειας
του εργαζόμενου ανθρώπου. Αυτός ο πολεμικός «ορθολογισμός» επαναφέρει τη
διαίρεση μεταξύ του έθνους των μοντέρνων και του έθνους των παρωχημένων, μεταξύ
των πρωτοποριών της γνώσης και της διακυβέρνησης και όλων των υπόλοιπων που
κατακεραυνώνονται ως δυνάμεις του παρελθόντος και του σκότους.
Πρωτόλειος οικονομισμός,
«επιτελικός» κρατισμός των «κεντρώων» νεοφιλελεύθερων, νομικισμός που αδιαφορεί
για κάθε αίσθηση του δικαίου: όλα αυτά αθροίζονται σε ένα πλέγμα εξουσιαστικού
λόγου, το οποίο δεν έχει δισταγμούς να φτάσει στα άκρα.
Και, από μια άποψη, οι
συνθήκες που ζούμε αλλάζουν τους όρους της διαίρεσης μεταξύ Αριστεράς και
Δεξιάς. Ο ζωτικός ιδεολογικός πυρήνας της σύγχρονης Δεξιάς είναι φωνές και
δυνάμεις οι οποίες προέρχονται κατά βάση από το φαντασματικό «δυναμικό Κέντρο»
(φρασεολογία Διαμαντοπούλου), από τον γαλαξία της «ένωσης των μεταρρυθμιστών».
Αυτό το γεγονός μπορεί, υπό όρους, να λειτουργήσει και απελευθερωτικά για τη
διαμόρφωση μιας ριζοσπαστικής δημοκρατικής δημόσιας σφαίρας.
Σε αυτή τη σφαίρα δεν είναι
πια αδύνατη η επίτευξη συναινέσεων μεταξύ αριστερού αντικαπιταλισμού και
πολιτικού φιλελευθερισμού. Στο βαθμό που στην Αριστερά (εκτός ΚΚΕ) γίνεται
συνείδηση η κεντρικότητα του ζητήματος της δημοκρατίας στον αγώνα εναντίον των
νέων «απαράτσικ», των ιεροκηρύκων της ανόρθωσης διά της καταστροφής, αυτή η
διεργασία έχει ήδη ξεκινήσει.
Με την προϋπόθεση, ωστόσο,
ότι και οι ευαισθησίες του κριτικού πολιτικού φιλελευθερισμού ή της
φιλελεύθερης κεντροαριστεράς θα αποστασιοποιηθούν από τις εκσυγχρονιστικές
μυθολογίες που στη σημερινή τους έκφραση τείνουν να γεννήσουν θεσμικούς
πραξικοπηματίες.
Ο Νικόλας Σεβαστάκης
διδάσκει στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ