Με αφορμή την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου, δύο μεικτά ζευγάρια μιλούν για την αντιμετώπιση της σχέσης τους από την ελληνική κοινωνία. «Όταν είπα στη μαμά μου ότι θα φύγω για Σαββατοκύριακο με τον φίλο μου, τον Τοάι, με ρώτησε αν είναι βαπτισμένος. Γύρισα και της είπα: “Όχι ακριβώς! Είναι πρόσφυγας από το Βιετνάμ, είναι Βουδιστής, μου αρέσει και βγαίνω μαζί του”. “Παιδί μου, εσύ έπιασες άλλη ήπειρο – ούτε καν την Ευρώπη!” μου απάντησε αστειευόμενη».Οι γονείς της Υβόννης είναι Έλληνες από την Κωνσταντινούπολη που ήρθαν στην Αθήνα το 1974. «Όταν λοιπόν έμαθαν πως ο Τοάι είναι από την Ασία, ήξεραν ότι έχουμε τις ίδιες καταβολές όσον αφορά το σεβασμό προς τους γονείς και τους μεγαλύτερους», εξηγεί η 38χρονη τραπεζικός υπάλληλος. «Δεν είχαν απολύτως κανένα πρόβλημα με τη σχέση μας και ανυπομονούσαν να τον γνωρίσουν».
Σήμερα, ο Τοάι με την Υβόννη είναι παντρεμένοι με μια πεντάχρονη κόρη – ένα απ’ τα χιλιάδες μεικτά ζευγάρια που μένουν στην ελληνική επικράτεια. Ο ακριβής αριθμός τους δεν είναι γνωστός. Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας αφορούν τους μεικτούς γάμους το διάστημα 2004-2007, όταν το ποσοστό τους ανερχόταν στο 12%. Με άλλα λόγια, πάνω από 4.000 γάμοι ετησίως, ή ένας στους οκτώ εκείνη την περίοδο, γινόταν μεταξύ αλλοδαπών ή μεταξύ Ελλήνων και αλλοδαπών. Μια ανεπίσημη έρευνα που κυκλοφόρησε το 2009, με βάση τις προαναγγελίες γάμων στην εφημερίδα Καθημερινή, επίσης καταδείκνυε σημαντικό αριθμό μικτών γάμων στην πολυπολιτισμική Αθήνα.
Βλέμματα και μουρμουρητά
Το πρώτο ραντεβού της Υβόννης και του Τοάι έγινε πριν από 17 χρόνια. Και, όπως θυμάται το ζευγάρι, τραβούσαν έντονα τα βλέμματα, όταν έβγαιναν για ψώνια ή για φαγητό. «Κοιτούσαν με περιέργεια τον Τοάι, κυρίως για τα άπταιστα ελληνικά του, αφού ήρθε στην Ελλάδα το 1979, σε ηλικία πεντέμισι ετών», αναφέρει η Υβόννη. «Όμως με το πέρασμα του χρόνου, η κατάσταση άλλαξε. Είτε εγώ δεν το προσέχω πια ή το φαινόμενο έχει κατευνάσει». Η άνοδος των περιστατικών ρατσιστικής βίας δεν έχει μεταβάλει τις συνήθειες του ζευγαριού. «Στα νότια προάστια της Αθήνας, όπου κατοικούμε, δεν έχουμε συναντήσει κάποιο πρόβλημα. Όμως στις πιο κλειστές κοινωνίες, μάλλον είναι δυσκολότερα», προσθέτει.
Στο κέντρο της Αθήνας, η εμπειρία του Νικόδημου και της Αρετής είναι σχετικά διαφορετική. Με καταγωγή από την Κένυα, ο Νικόδημος έχει ελληνική υπηκοότητα κι έχει υπηρετήσει τη θητεία του στο στρατό. Παντρεύτηκε με τη σύντροφό του πριν από ένα χρόνο και, όπως αναφέρει η τελευταία, «βλέπαμε ανθρώπους που μας στραβοκοίταζαν ή μουρμούριζαν διάφορα». Η Αρετή επισημαίνει ότι προσέχουν πού πηγαίνουν. «Δεν θα κυκλοφορήσουμε σε περιοχές όπως ο Άγιος Παντελεήμονας το βράδυ, ούτε και σε συνοικίες όπου μένουν αποκλειστικά Έλληνες».
Για το Νικόδημο, η εχθρική στάση απέναντί τους δεν προκύπτει μόνο από το γεγονός ότι πρόκειται για μεικτό ζευγάρι –συνδέεται γενικότερα με το ζήτημα του ρατσισμού και της ξενοφοβίας. «Την προηγούμενη εβδομάδα βρέθηκα στο δικαστήριο», διηγείται, «γιατί ένας νεαρός από την Αφρική έχει κάνει αίτηση διαζυγίου από την Ελληνίδα γυναίκα του και ζητούσε να βλέπει το παιδί του. Παρατήρησα λοιπόν μια ιδιαίτερη προκατάληψη απέναντι τόσο σε εκείνον όσο και σε εμένα, επειδή καταγόμαστε από την Αφρική. Ουσιαστικά, δεν με άφησαν να αναπτύξω τα επιχειρήματά μου και να ολοκληρώσω την κατάθεσή μου, με τόσο τρομερό τρόπο που δεν μπορούσα να κοιμηθώ το βράδυ».
Στη σύναψη γάμου μεικτών ζευγαριών μπορεί να προκύψουν διαφόρων ειδών προβλήματα. Για παράδειγμα, μπορεί να αποδειχθεί περίπλοκη η σύναψη γάμου με αιτούντα άσυλο που έχει μόνο το δελτίο του αιτούντος για να πιστοποιήσει την ταυτότητά του. Όπως επισημαίνει η Αρετή ωστόσο, τα μεικτά ζευγάρια πλέον αποτελούν συχνότερο φαινόμενο. «Μέσα από την επαφή, ενημερώνεσαι για τους άλλους. Μέσα απ’ την επαφή ξεπερνιούνται σιγά σιγά τα ταμπού».
unhcr.gr