Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

Στο δρόμο προς τις κάλπες με τρεις λαϊκές ρήσεις



Φωτογραφία: Παναγιώτης Τζάμαρος/ Fosphotos

Στο δρόμο προς τις διπλές κάλπες (ευρωεκλογές και αυτοδιοικητικές) τα κόμματα βρίσκονται αντιμέτωπα, ήδη από την έναρξη των διαδικασιών, με εσωτερικές αντιπαραθέσεις και διαμορφώνουν νέα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό. Ο επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Χριστόφορος Βερναρδάκης αναλύει τις εξελίξεις και μιλάει για τους «γαλάζιους αντάρτες» που αντανακλούν τη διάσπαση στη ΝΔ, τις αντιδράσεις για τις υποψηφιότητες στον ΣΥΡΙΖΑ, που βάζει το «άλογο μπροστά από το άρμα», και τις διεργασίες για τον «τρίτο πόλο» που θυμίζει περισσότερο Κεντροδεξιά παρά Κεντροαριστερα. Το συμπέρασμα συμπυκνώνεται σε τρεις λαϊκές ρήσεις. Του Παναγιώτη Κωνσταντίνου.
ΝΔ: Από δυο χωριά...

Το τελευταίο διάστημα έχει έρθει στην επιφάνεια μια εσωτερική αντιπαράθεση στη ΝΔ. Σε Κεντρική Μακεδονία και Δήμο Αθήνας ανακοινώθηκαν διπλές υποψηφιότητες, ένας με το χρίσμα από την κομματική ηγεσία και ένας αντάρτης. Ο «επίσημος» Γιάννης Ιωαννίδης θα αντιμετωπίσει με τον «αντάρτη» Α. Τζιτζικώστα στην Κεντρική Μακεδονία, ενώ στο Δήμο Αθήνας ο «εκλεκτός» της ΝΔ Α. Σπηλιωτόπουλος θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον «ανεξάρτητο» Ν. Κακλαμάνη. Οι εξελίξεις «αντανακλούν τη διάσπαση φιλομνημονιακών και αντιμνημονιακών στη ΝΔ. Το ζήτημα είναι κατά πόσο αυτό θα γενικευτεί», σχολιάζει ο Χριστόφορος Βερναρδάκης και εξηγεί:

«Πάνω σε αυτή την αντίθεση που συνεχώς βαθαίνει παράγονται και προσωπικές στρατηγικές, οι οποίες αναδεικνύονται κυρίως από την αδυναμία της ΝΔ να υποστηρίξει αμιγώς δικές της υποψηφιότητες. Μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στο Δήμο Θεσσαλονίκης με τον Γ. Μπουτάρη, η ΝΔ εμφανίζεται ως όμηρος του ΠΑΣΟΚ. Στην πραγματικότητα αναζητά έναν υποψήφιο για να τον θυσιάσει.

Όμως το πρόβλημα είναι βαθύτερο, γενικότερο, και προέρχεται από τη δομική διάσπαση μεταξύ της λαϊκής και της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς και δεν αποκλείονται και νέες αποχωρήσεις. Ενδέχεται για παράδειγμα αν ο Ν. Κακλαμάνης επιμείνει να διαγραφεί τελικά από τη ΝΔ, όπως άλλωστε θα είναι και το φυσιολογικό. Η κυβερνητική πλειοψηφία θα μειωθεί περαιτέρω και πιθανόν να ακολουθήσουν και άλλοι τον ίδιο δρόμο».

Θα μπορούσαν αυτές οι εξελίξεις να οδηγήσουν και σε εθνικές εκλογές; «Νομίζω πως η ΝΔ έχει στην ατζέντα της και τις πρόωρες εκλογές τον Απρίλιο», απαντάει ο Χρ. Βερναρδάκης, σημειώνοντας πως σε αντίθετη περίπτωση η ΝΔ δεν κινδυνεύει απλά με ολοκληρωτική συντριβή, αλλά και με μεγαλύτερες επιπτώσεις, ίσως ακόμη και διάλυση. «Η ήττα στις ευρωεκλογές και η έκτασή της ενδέχεται να δημιουργήσει τεράστιο ζήτημα απονομιμοποίησης. Και το θέμα δεν είναι η διαφορά που θα υπάρξει μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ αλλά το ίδιο το ποσοστό της ΝΔ, το οποίο ενδέχεται να είναι πολύ χαμηλό, με δεδομένα τα ποσοστά που καταγράφονται μέχρι τώρα στις δημοσκοπήσεις για τα κόμματα και σε συνδυασμό με τα χαρακτηριστικά των ευρωεκλογών, δηλαδή την ψήφο διαμαρτυρίας και ευρωσκεπτικισμού, τα ποσοστά αποχής αλλά και τη δεδομένη φθορά», αναφέρει και συνεχίζει: «Όλα συνηγορούν σε χαμηλά ποσοστά της ΝΔ ανεξάρτητα από τη θέση που θα λάβει το κόμμα».

Ερωτηθείς ποιο αποτέλεσμα θα μπορούσε να αναγνωριστεί ως «νίκη» για τη ΝΔ, σημειώνει πως ένα ποσοστά κοντά στο 25% θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα καλό αποτέλεσμα. Καταλήγοντας ο κ. Βερναρδάκης αναφέρει για τη ΝΔ πως «όλα όσα συμβαίνουν τις τελευταίες ημέρες αντανακλούν την βαθύτατη κρίση στο κόμμα, μια κρίση προσανατολισμού, ηγεσίας, διακυβέρνησης, που προκύπτει από την ανακολουθία του Αντώνη Σαμαρά, αλλά και μια γενικότερη κρίση στο χώρο της Δεξιάς». «Ο Αντώνης Σαμαράς αναδείχθηκε στην ηγεσία της ΝΔ ως εκφραστής της λαϊκής Δεξιάς κόντρα στην Ντόρα Μπακογιάννη, αλλά έχει εγκαθιδρύσει έναν ακραίο νεοφιλελευθερισμό και αυτό παράγει τεράστια ζητήματα στο εσωτερικό του κόμμτος».
ΣΥΡΙΖΑ: Πού το κάρο και πού το άλογο;

Όμως σημαντικές τριβές καταγράφονται και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ κυρίως με τις υποψηφιότητες των Θ. Καρυπίδη, για την οποία τελικά αποφασίστηκε η άρση της υποστήριξης μετά τις αντισημιτικές δηλώσεις, και Οδ. Βουδούρη, τον οποίο μέχρι σήμερα στηρίζει κεντρικά ο ΣΥΡΙΖΑ αν και οι τοπικές οργανώσεις ζητούν την απόσυρση της υποψηφιότητάς του. «Στον ΣΥΡΙΖΑ το πρόβλημα είναι περισσότερο θέμα διαχείρισης της κοινωνικής δυναμικής. Το τεράστιο πρόβλημα είναι η αναντιστοιχία του κόμματος, τελείως γραφειοκρατικού, με την κοινωνική και πολιτική δυναμική που έχει αποκτήσει ο χώρος. Πρόκειται για δύο κόσμους. Και ο ένας κόσμος αδυνατεί και να φιλτράρει και να αξιολογήσει πληροφορίες και να προσδιορίσει στόχους, αλλά και να παρουσιάσει ένα πρόγραμμα σε περιφερειακό επίπεδο και επίπεδο Δήμων», σχολιάζει ο Χρ. Βερναρδάκης και προσθέτει:

«Αυτό συμβαίνει τουλάχιστον στις περισσότερες περιπτώσεις, αν και υπάρχουν και εξαιρέσεις. Όμως η γενική εικόνα που παράγεται αυτή τη στιγμή είναι μια αδυναμία διαχείρισης από την πλευρά της γραφειοκρατίας του κόμματος, που είναι πάρα πολύ ισχυρή και δεν αναφέρομαι μόνο στην πλειοψηφία αλλά και στη μειοψηφία –γενικά στο κόμμα-, με αποτέλεσμα να δημιουργείται αναντιστοιχία κόμματος και πολιτικής δυναμικής, κοινωνίας, και να παράγονται τα φαινόμενα που βλέπουμε».

Θα μπορούσαν αυτά τα φαινόμενα να επηρεάσουν και το εκλογικό αποτέλεσμα για το ΣΥΡΙΖΑ; «Σε πρώτο επίπεδο αυτά τα προβλήματα δεν φαίνεται να του ανακόπτουν την εκλογική δυναμική. Ωστόσο αποτελούν ένα δομικό πρόβλημα και δείχνουν την αδυναμία που έχει ο χώρος σε επίπεδο διαχείρισης, δηλαδή τα προβλήματα που έχει στην οργάνωση της δυναμικής του, ζητήματα ιδεολογικής συνοχής και επαφής του κόμματος με την κοινωνία. Αυτά θα βγουν μακροπρόθεσμα», απαντάει ο Χρ. Βερναρδάκης.

Ωστόσο σημειώνει ότι στην πραγματικότητα η διαφορά μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, που δεν αποτυπώνεται απόλυτα στις δημοσκοπήσεις, είναι αρκετά μεγάλη. «Η αίσθηση που υπάρχει είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει πολύ μεγαλύτερα ποσοστά από τις δημοσκοπήσεις, οι οποίες αποτελούν ένα οριακό εργαλείο για την αποτύπωση των εκλογικών τάσεων. Όμως αυτό δεν μπορεί να καθησυχάζει τον ΣΥΡΙΖΑ καθώς φαίνεται πως αντιμετωπίζει ένα πολύ σοβαρό δομικό πρόβλημα και δεν μπορεί να διαχειριστεί την κοινωνική δυναμική που του ανατίθεται».

Ενδεικτικό, όπως τονίζει, του προβλήματος είναι πως ακόμη και κάποιες καλές επιλογές προσώπων μοιάζουν περισσότερο σύμπτωση παρά πολιτική επιλογή. «Για παράδειγμα η επιλογή του Γαβριήλ Σακελλαρίδη για το Δήμο Αθήνας μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια καλή επιλογή στη γραμμή των νέων προσώπων. Ωστόσο αυτή η κατεύθυνση δεν ακολουθήθηκε για παράδειγμα στον Πειραιά. Μοιάζουν λοιπόν περισσότερο με αποσπασματικές κινήσεις χωρίς να βασίζονται σε κάποια πολιτική λογική για το ζήτημα της επιλογής των προσώπων».

«Ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει το άλογο μπροστά από το κάρο. Θα έπρεπε να είχε συγκροτήσει, ιδίως σε περιφερειακό επίπεδο, ένα επεξεργασμένο πρόγραμμα στρατηγικής ανασυγκρότησης όμως δεν το έχει κάνει και το αποτέλεσμα είναι να γίνεται μια απολίτικη συζήτηση γύρω από τα πρόσωπα, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση Βουδούρη. Το θέμα της συζήτησης δεν θα έπρεπε να είναι το πρόσωπο Βουδούρης, αλλά κατά πόσο ο κάθε υποψήφιος είναι ο κατάλληλος να εφαρμόσει τις πολιτικές που έχει επιλέξει ο ΣΥΡΙΖΑ για την Περιφέρεια».

Εκλογικά ως ήττα για τον ΣΥΡΙΖΑ, στις αυτοδιοικητικές θα αποτελέσει μια απώλεια σημαντικών Δήμων και Περιφερειών. «Αν δηλαδή δεν μετουσιώσει τη δυναμική του σε επικράτηση σε μεγάλους Δήμους και Περιφέρειες. Αυτό θα έδειχνε ανεπάρκεια. Για τις ευρωεκλογές ως ήττα θα μπορούσε να αναγνωριστεί το ενδεχόμενο να μην ξεπεράσει ένα ποσοστό του 30% και βέβαια να μην βγει πρώτο κόμμα», καταλήγει.

Κεντροαριστερά: Τρεις λαλούν... μα ποιος χορεύει;

Οι διεργασίες στο χώρο της Κεντροαριστεράς για το σχηματισμό του «τρίτου πόλου» συνεχίζονται. Οι «58» και το ΠΑΣΟΚ βρίσκουν κοινό βηματισμό, ενώ η ΔΗΜΑΡ δηλώνει πως ακολουθεί τον δικό της δρόμο παρά τις αντιδράσεις στελεχών, που ζητούν επιτακτικά συμπόρευση με τις υπόλοιπες δυνάμεις του χώρου. Όπως σημειώνει ο Χριστόφορος Βερναρδάκης πρόκειται για ένα «πόλο» που δεν είναι ενιαίος και εκτιμά πως είναι σχεδόν απίθανο να δημιουργηθεί ένας υπολογισιμος πολιτικός σχηματισμός μέχρι τις ευρωεκλογές. «Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις διαφορετικές εκδοχές αυτού του χώρου. Υπάρχει η πλευρά η οποία αποτελεί υποσύστημα του συστήματος διακυβέρνησης που επικρατεί σήμερα, δηλαδή ένας απόλυτα φιλομνημονιακός χώρος. Υπάρχει επίσης μια "αριστερή" τάση που αναζητά τρόπους απεμπλοκής από το υποσύστημα και τέλος υπάρχει μια πληθώρα παραγόντων και στελεχών που κινούνται με προσωπικές στρατηγικές αναζητώντας την πολιτική επιβίωση χωρίς να τους ενδιαφέρει προς τα που θα κινηθεί ο χώρος, προς τα Αριστερά ή προς τα Δεξιά», σημειώνει.

«Το ΠΑΣΟΚ, η ΔΗΜΑΡ και οι «58» διακατέχονται τουλάχιστον από αυτές τις τρεις κατηγορίες. Δεν υπάρχει λοιπόν μια ενιαία στρατηγική και πολιτική άποψη και εκτιμώ πως οι ομάδες που είναι απολύτως προσκολλημένες στο σύστημα διακυβέρνησης όταν θα δουν πως ο χώρος δεν μπορεί να επιβιώσει αυτόνομα με μια σοβαρή καταγραφή, τουλάχιστον 10%, θα επιλέξουν την προσχώρηση ή τη συνεργασία με τη ΝΔ», προσθέτει.

Ερωτηθείς αν οι «58» θα μπορούσαν μελλοντικά να αποσπάσουν ψηφοφόρους από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο Χριστόφος Βερναρδάκης επισημαίνει πως «θεωρητικά μια Κεντροαριστερά θα μπορούσε να απειλήσει τα εκλογικά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο αυτό θα συνέβαινε στο μέτρο που θα ήταν πραγματική Κεντροαριστερά και όχι ένα υποσύστημα του νεοφιλελευθερισμού και της σημερινής διακυβέρνησης. Οι «58» είναι το απόλυτο παράδειγμα υποσυστήματος της νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης. Και ως ανθρωπογεωγραφία αλλά και ως πολιτική άποψη είναι στην πραγματικότητα Κεντροδεξιά και όχι Κεντροαριστερά. Υπό την έννοια αυτή δεν μπορεί να απειλήσει, αλλά θα μπορούσε να λειτουργήσει ως παράγοντας για μια συγκυβέρνηση με τη ΝΔ».

Οι διεργασίες στο χώρο της Κεντροαριστεράς συνοδεύονται και από μια εσωτερική διαμάχη επικράτησης και πολιτικής επιβίωσης. Τελευταίο επεισόδιο σε αυτή τη διαδικασία είναι η κυβερνητική απόφαση για εκλογή των ευρωβουλευτών με σταυρό και όχι με λίστα. «Πρόκειται για μια προσπάθεια πολιτικής επιβίωσης του ΠΑΣΟΚ σε βάρος των «58», ένα παιχνίδι εσωτερική επιρροής. Στην πραγματικότητα ο Σαμαράς κάνει χάρη στον Βενιζέλο καθώς οι «58» δεν έχουν τη δύναμη να επιβιώσουν σε μια τέτοια διαδικασία. Οι εκτιμήσεις, όπως προκύπτουν από τις δημοσκοπήσεις, είναι πως με κοινή κάθοδο (ΠΑΣΟΚ και «58») θα βγάλουν ένα με δύο ευρωβουλευτές. Από την εκλογή με σταυρό προβάδισμα έχουν όσοι διαθέτουν τον καλύτερο μηχανισμό», τονίζει ο Χρ. Βερναρδάκης και καταλήγει:

«Ο σταυρός στις εκλογές είναι μια απολύτως αντιδημοκρατική μεθόδευση καθώς ενισχύονται οι υπαρκτοί μηχανισμοί. Επιβιώνουν όσοι έχουν μεγαλύτερη τηλεοπτική προβολή και μεγαλύτερη οικονομική υποστήριξη, που σημαίνει και εξάρτηση από οικονομικά συμφέροντα. Στην ουσία το ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να καπελώσει το εγχείρημα των «58». Επιπλέον η εκλογή με σταυρό βολεύει και τον Σαμαρά καθώς ουσιαστικά θα εξαναγκάσει συγκεκριμένα προβεβλημένα στελέχη, που θα τεθούν υποψήφιοι, να «τρέξουν» και να κινητοποιήσουν κάποια προσωπικά πελατειακά δίκτυα. Αυτό ίσως να αποτελέσει μια μικρή ανάσα μπροστά στη συντριβή».
tvxs