Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

Τηλέφωνο από το στρατόπεδο. του Δημοσθένη Παπαδάτου Αναγνωστόπουλου


Τετάρτη πρωί. Τηλέφωνο από απόκρυψη, σπαστά ελληνικά, άρα μετανάστης, πιθανότατα κρατούμενος. «Γεια σας, ο Γιασίρ είμαι. Με θυμάστε;». Η αλήθεια ήταν πως όχι — αλλά δεν πρόλαβα να το πω. «Ο Γιασίρ… Που είχατε έρθει στην Αμυγδαλέζα…». Ήταν το δεύτερο τηλεφώνημα από εκεί μετά το απόγευμα της Κυριακής. Ο πρώτος με είχε πάρει να μου πει πως προσευχόταν για μας και ότι τώρα χαιρόταν πολύ που η προσευχή έπιασε τόπο. Αλλά γιατί αυτά τα δυο τηλέφωνα; Ελλείψει μέσου πίεσης, σκέφτηκα, ήταν ο τρόπος να ειπωθεί ένα «μην μας ξεχνάτε».


JAMES ENSOR «CHRIST’S ENTRY INTO BRUSSELS IN 1889″




«Θα ξαναρθούμε. Κι έχουμε πει ότι θα την κλείσουμε την Αμυγδαλέζα. Δεν σας έχουμε ξεχάσει». Στην τελευταία επίσκεψη του Τμήματος Δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ, το περασμένο καλοκαίρι, είχαμε σκεφτεί δύο φορές πριν αφήσουμε τηλέφωνα για ώρα ανάγκης: δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα απ’ το να δημιουργείς προσδοκία σ’ έναν κρατούμενο και ν’ αποδεικνύεσαι τελικά κατώτερός της. Αφήσαμε τελικά τηλέφωνα — μόνο που αυτή τη φορά η ανάγκη του Γιασίρ δεν ήταν έκτακτη με τη συνηθισμένη σημασία: «Δεν σας πήρα γι’ αυτό. Ήθελα απλά να σας πω συγχαρητήρια».



***

Δεν ξέρω πόσοι από τους περίπου δυόμισι εκατομμύρια ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ ψήφισαν την περασμένη Κυριακή έχοντας κατά νου (και) τους κρατούμενους στις Αμυγδαλέζες της επικράτειας ή τα παιδιά που γεννήθηκαν εδώ και δεν πήραν την ελληνική ιθαγένεια ή τους χιλιάδες πρόσφυγες που περιμένουν στις ουρές και στο backlog για να εξεταστεί το αίτημα ασύλου τους. Ξέρω πως αυτοί που ζύγισαν την ψήφο τους και μ’ αυτά τα κριτήρια είναι μια μικρή ή ελάχιστη μειοψηφία — και το ξέρει κι ο ΣΥΡΙΖΑ, αν κρίνω από τη θέση που είχαν στον προεκλογικό του λόγο τα ζητήματα αυτά. Είδα όμως με χαρά την ανησυχία πολλών (την ειλικρινή και «αξιακή», όχι την μικροπολιτική ορισμένων «κεντρώων», που εξιλεώνονται για το νεοφιλελευθερισμό διά της ρητορείας περί δικαιωμάτων), μήπως η αναγκαστική συμβίωση με τους ΑΝΕΛ ματαιώσει μεταρρυθμίσεις όπως αυτές: το κλείσιμο των στρατοπέδων συγκέντρωσης, την αναγνώριση ως Ελλήνων των παιδιών που γεννήθηκαν στην Ελλάδα, τη μέριμνα για τις μειονότητες και το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.

Με ακόμα μεγαλύτερη χαρά είδα ότι την ευθύνη για τις περισσότερες από τις μεταρρυθμίσεις αυτές ανέλαβαν ο Νίκος Παρασκευόπουλος και η Τασία Χριστοδουλοπούλου (θα έλεγα η Τασία μας, αλλά ο δημόσιος χώρος απαιτεί –και καλώς– αποστάσεις για να λειτουργήσει). Με χαρά, γιατί η υπεράσπιση των δικαιωμάτων των ξένων φτωχών, των πάσης φύσεως «μειονοτικών» ή «διαφορετικών», δεν είναι, δεν ήταν ποτέ, απλώς ζήτημα ταυτοτικής ευαισθησίας. Αφορούσε και αφορά ζωές, προγράμματα ζωής, πολιτικές ελευθερίες, όρια λειτουργίας κρατικών μηχανισμών. Ήταν και είναι δείκτης για το τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται στο κράτος και την Ακροδεξιά. Τα τελευταία χρόνια, στη θέση της δικαιοσύνης ανεγέρθηκαν φράχτες, στήθηκαν συρματοπλέγματα και πολλαπλασιάστηκαν οι περιφράξεις, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Τώρα είναι ώρα για δικαιοσύνη — άσχετα αν αυτοί που τη στερήθηκαν, όπως ο Γιασίρ, ψηφίζουν ή όχι.
https://enthemata.wordpress.com