"τα διεκδικούμε όλα, για να αποφύγουμε το χειρότερο"
του Nίκου Γιαννόπουλου, αναδημοσίευση από τα Ενθέματα της Αυγής
Το αποτέλεσμα των εκλογών, και ως προς τον αιφνιδιαστικό του χαρακτήρα, αλλά και ως προς τα δεδομένα του, είναι συγκλονιστικό. Την καλύτερη εικόνα τη δίνει η δήλωση του Μελανσόν, όταν του ζήτησαν να σχολιάσει το δικό του αποτέλεσμα. «Είμαι ευτυχής», είπε, και, καθώς ο δημοσιογράφος κοντοστάθηκε, συνέχισε: «Για τα αποτελέσματα των συντρόφων στην Ελλάδα».
Το παιχνίδι έχει ανοίξει. Και είναι πολύ καλό, σε οποιαδήποτε συνθήκη κοινωνικού ανταγωνισμού, το παιχνίδι να ανοίγει, παρά να προσβλέπουμε σε μικρές σωρεύσεις, σε ένα μικρό παιχνίδι. Είναι πολύ προτιμότερη η αμηχανία της νίκης από την αμηχανία της ήττας. Η δεύτερη οδηγεί, στην καλύτερη περίπτωση, στην αναπόληση του ένδοξου παρελθόντος, ενώ η πρώτη είναι δυνατόν να επινοήσει το μέλλον.
Η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ ήταν, κατά κύριο λόγο, ταξική ψήφος. Ταξική ψήφος, βέβαια, δεν σημαίνει και ταξικά συνειδητοποιημένη· σημαίνει μια ψήφο με βάση τις συνθήκες ζωής των ανθρώπων. Στα νοσοκομεία, στους εργαζόμενους στις δομές τοξικοεξαρτημένων, στους επισφαλείς, στην εφεδρεία, τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ αγγίζουν… τσαουσεσκικά όρια. Ο ΣΥΡΙΖΑ, γενικότερα, τα πήγε πολύ καλά, για τρεις λόγους.
Ο πρώτος είναι ότι ήταν στην ουσία η μόνη δύναμη αντιπολίτευσης, με μια πολύ αξιοπρεπή υποστήριξη στα κινήματα. Ο δεύτερος είναι ότι στοχοποιήθηκε από τον αντίπαλο, και αυτό μπόρεσε να το αξιοποιήσει θετικά. Ο τρίτος λόγος, με όλη την αντιφατικότητα, είναι ότι μίλησε για αριστερή κυβέρνηση· για αριστερή κυβέρνηση της Αριστεράς, όχι της κεντροαριστεράς. Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ, μια βδομάδα μετά τις εκλογές, είναι άρτια· υπάρχουν αδυναμίες, παραφωνίες, φοβίες, ας μη στεκόμαστε όμως στη λεπτομέρεια και τη μικρή εικόνα. Στην πορεία προς τις νέες εκλογές, οι εκβιασμοί και η τρομοκρατία που θα ασκηθούν θα κάνουν όσα βλέπουμε τούτες τις μέρες να μοιάζουν με νηπιαγωγείο.
Πριν προχωρήσω, ένα σχόλιο για το ΚΚΕ. Το ΚΚΕ είχε μια στάση εξαιρετικά σεχταριστική και ψοφοδεή. Νομίζω ότι έχει αποφασίσει πως αν ανακατευτεί με οτιδήποτε άλλο θα βάλει σε κίνδυνο την ίδια την κομματική του υπόσταση. Εσωτερικά βράζει, θα έχει και πτώση, αλλά ας είμαστε επιφυλακτικοί: διαθέτει και παραδόσεις και μηχανισμό και εσωτερική συνοχή πολύ βαθιά. Έτσι, όλα αυτά μπορεί να μη βγάλουν σχίσμα, σίγουρα όμως θα βγάλουν στελέχη και δυνάμεις που την επόμενη περίοδο, ανάλογα και με τις συνθήκες, θα παίξουν τον ρόλο τους.
Τώρα, για την κατάσταση που διαμορφώνεται στον ΣΥΡΙΖΑ, στην κοινωνία, στο κίνημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ αφενός βρίσκεται σε μια πορεία αριστερόστροφη, ενώ παράλληλα εξακολουθεί να έχει αρκετά από τα προγενέστερα προβλήματα: συγκεκριμένη συνοχή και αντοχές, συγκεκριμένο πολιτικό προσωπικό, συγκεκριμένες φοβίες και αυταπάτες για το εθνικό ακροατήριο κλπ. Έχει όμως αυτή τη στιγμή πολλές προϋποθέσεις να τραβήξει κι άλλο αριστερά — δεν εννοώ να βγάζει κραυγές, αλλά να βρει το σωστό μείγμα μαζικολαϊκής απεύθυνσης και στέρεου πλαισίου που να συγκροτεί τον κόσμο που απευθύνεται σ’ αυτόν, ενώ παράλληλα να φτιάχνει ένα μέτωπο απάντησης στην επίθεση.
Η κατάσταση στην κοινωνία είναι επίσης αντιφατική. Ένα τμήμα της τα τελευταία χρόνια βγήκε στον δρόμο, είχε την εμπειρία των πλατειών, των αγώνων· παρ’ όλα αυτά, είναι μια κοινωνία χωρίς μεγάλες αγωνιστικές εμπειρίες, με αρκετή ιδεολογικοπολιτική σύγχυση, μια κοινωνία που θέλει μια αριστερή κυβέρνηση για να της εξασφαλίσει αξιοπρεπή διαβίωση, παράλληλα όμως δεν είναι έτοιμη να επωμιστεί το κόστος μιας σύγκρουσης. Φυσικά, δεν μπορούμε να εκλέξουμε άλλο λαό ή να λέμε τις ανοησίες του ΚΚΕ. Απέναντι σ’ αυτή την αντιφατική κατάσταση πρέπει να εντείνουμε την ταξική κοινωνική διαίρεση, κι όχι να προσπαθήσουμε να είμαστε «και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ».
Σε ό,τι αφορά την κατάσταση του κινήματος, αν και τα τελευταία χρόνια έχουμε ελπιδοφόρες εστίες, το κοινωνικό στην Ελλάδα παραμένει αδύναμο. Όσοι έχουμε μια στοιχειώδη σχέση με την ιστορία του κομμουνιστικού και του αριστερού κινήματος, καταλαβαίνουμε ότι χωρίς αυτοοργάνωση, αυτοσυνείδηση, ενεργοποίηση του λαϊκού παράγοντα, ακόμα και μια Αριστερά με τις καλύτερες προθέσεις δεν μπορεί να αποδώσει· θα μετεωρίζεται, με πιθανότερη κατάληξη την ενσωμάτωση και την ήττα.
Συνεχίζω με μερικά σχόλια για το πώς πρέπει να πολιτευθεί ο ΣΥΡΙΖΑ το επόμενο διάστημα. Πρώτα πρώτα, χρειάζεται ένας μαζικός αγωνιστικός λόγος, μια ανασυγκρότηση ενός διεισδυτικού, επιθετικού ιδεολογικοπολιτικού πλαισίου, ενός πλαισίου εύληπτου και αγωνιστικού μαζί. Είναι προφανές ότι δεν μπορείς να πεις, με τους παρόντες συσχετισμούς στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό, ότι μέσα σε ένα μήνα θα έχω τελειώσει με το Μνημόνιο, θα έχω εθνικοποιήσει τις τράπεζες, θα έχω κάνει ξανά δημόσιες τις ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις, θα έχω δημεύσει την εκκλησιαστική περιουσία, θα έχω παγώσει τις στρατιωτικές δαπάνες. Έχει όμως σημασία με ποια στρατηγική πηγαίνεις, για να μπορέσεις λ.χ. να βάλεις στις τράπεζες το ζήτημα του κοινωνικού ελέγχου: Πού πηγαίνουν τα λεφτά, αν παίζουν όλα τα διαθέσιμα στα χρηματιστήρια, τι γίνεται με τις μικρές επιχειρήσεις, γιατί δεν δίνουν δάνεια σε φτωχούς καταθέτες. Το ίδιο ισχύει με την αποκατάσταση των εισοδημάτων στα κατώτερα στρώματα, με ιδιαίτερη έμφαση στα κοινωνικά δικαιώματα, τον κοινωνικό μισθό, την υγεία. Το να έχει ο κόσμος πρόσβαση στα νοσοκομεία, να έχουν τα νοσοκομεία χειρουργεία και φάρμακα, να πληρώνονται οι γιατροί τις υπερωρίες τους είναι ζητήματα που δεν απαιτούν μείζον κόστος, δίνουν σαφές αριστερό πρόσημο και έχουν απήχηση· δεν είναι μια συζήτηση ιδεολογική. Περίθαλψη, προστασία και χαμηλά εισοδήματα αποτελούν αιχμές, οι οποίες πρέπει στην προεκλογική περίοδο να είναι πολύ σαφείς.
Ένα άλλο σημείο είναι η κινητοποίηση του λαϊκού παράγοντα. Πιστεύω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τα έχει πάει και τόσο καλά εδώ. Έχει σχετικά μικρή δυνατότητα κινητοποίησης, όπως φάνηκε στην προεκλογική συγκέντρωση στην Αθήνα, το βράδυ των εκλογών κλπ. Όταν λέω «κινητοποίηση» μιλάω για μια μεγάλη γκάμα: από τη διοργάνωση ενός μαζικού συλλαλητηρίου ενάντια στους εκβιασμούς της τρόικας μέχρι λαϊκές συνελεύσεις για τη συγκρότηση πλαισίων διεκδίκησης, οργάνωσης της αντίστασης κλπ. Ο ΣΥΡΙΖΑ, για να βρει αυτή την ισορροπία «στρογγυλέματος» και «αιχμηρότητας», μαζικολαϊκής απεύθυνσης και βαθέματος του πλαισίου, πρέπει να είναι καθαρός, να πει: Αυτός είναι ένας δύσκολος δρόμος, αλλά είναι ένας δρόμος που εξαρχής εγγυάται μια ζωή με αξιοπρέπεια και κοινωνική δικαιοσύνη. Μ’ αυτή την έννοια, είμαι αντίθετος σε εκλογικίστικες ανασυνθέσεις. Για να μην παρεξηγηθώ, δεν έχω κανένα πρόβλημα για τεχνικές ρυθμίσεις, προκειμένου να πάρει τις 50 έδρες, αλλά όχι κόμματα «της μιας νύχτας», που δημιουργούν προβλήματα, παράγουν στρεβλές εικόνες.
Σε σχέση τώρα με την υπόλοιπη Αριστερά. Κατ’ εμέ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά και οι Οικολόγοι θα έπρεπε στις επόμενες εκλογές να αποσυρθούν και να ψηφίσουν κριτικά τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν νομίζω ότι θα το κάνουν. Ανεξάρτητα από αυτό, είναι σημαντικό πρωτοβάθμια σωματεία, κινηματικές συλλογικότητες να παρέμβουν αυτή την περίοδο με τα δικά τους περιεχόμενα.
Tελειώνοντας, τι σημαίνει «κυβέρνηση της Αριστεράς»; Η κυβέρνηση της Αριστεράς είναι μια πολιτικά μεταβατική φάση, μέσα στον καπιταλισμό — δεν μιλάμε για επαναστατική ανατροπή του συστήματος. Πρέπει να ανοίξει τον δρόμο για τη συνειδητοποίηση, τη συμμετοχή, την αυτοοργάνωση και την αντιεξουσία των εργαζομένων. Εάν δεν κάνει τα προηγούμενα, πολύ φοβάμαι ότι θα αντιμετωπίσει είτε το ενδεχόμενο μιας σύντομης συντριβής είτε τη συντηρητικοποίηση, τον εκφυλισμό σε κεντροαριστερή κατεύθυνση (ακόμα κι αν δεν συμμετέχει σε αυτή το Κέντρο). Δηλαδή στην ουσία θα έχει να διαλέξει ανάμεσα σε μια ένδοξη και μια άδοξη ήττα. Το εγχείρημα είναι εξαιρετικά δύσκολο –είμαστε και άμαθοι σ’ αυτά– και ταυτόχρονα εξαιρετικά σημαντικό. Επομένως, έχουν σημασία η αποφασιστικότητα, τα άμεσα μέτρα, η στάση απέναντι στους δανειστές, η απεύθυνση στους εργαζόμενους διεθνώς και ιδιαίτερα στον Μεσογειακό Νότο, η εντιμότητα, η έκθεση των δυσκολιών αλλά και των δυνατοτήτων, ουσιαστικές και συμβολικές πράξεις, όπως η μείωση της ψαλίδας των μισθών: να πει ο ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν μπορεί να παίρνει κανείς πάνω από 2.500 τον μήνα, οι δικαστές, οι στρατιωτικοί και οι βουλευτές πρωτίστως – και ακόμα πιο πρωτίστως οι δικοί του. Επίσης, εμπιστοσύνη στον λαϊκό παράγοντα, συστηματική ενίσχυση της οργάνωσής του, μέσα και από θεσμούς όπως οι συμμετοχικοί προϋπολογισμοί, δομές δυαδικής εξουσίας, σε συνδυασμό με την επινοητικότητα, να δούμε τι θέλουμε — είμαστε κι εμείς παλιός κόσμος, και δεν μπορούμε έτσι, με τη μία, να υποδυθούμε τον νέο. Πρωτοβουλίες ενίσχυσης της σχέσης παραγωγών-καταναλωτών, ενθάρρυνση πρακτικών «κοινωνικού νομίσματος», εργατικός κοινωνικός έλεγχος, συνεταιριστικά εγχειρήματα. Όλα αυτά πρέπει να τα βάλει μπροστά ο ΣΥΡΙΖΑ. Είτε βρεθεί στον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης είτε κληθεί να κυβερνήσει, ο κοινωνικός ανταγωνισμός θα σκληρύνει. Και εκεί πρέπει να φτιάξουμε συσχετισμούς μέσα στην κοινωνία, ώστε οι άνθρωποι να αισθάνονται από τη μία ότι βελτιώνεται η ζωή τους, και, από την άλλη, γίνονται καλύτεροι άνθρωποι,
ότι νιώθουν καλά, ότι ακόμα κι αν δεν αποκαθίστανται αμέσως τα εισοδήματά τους, ζουν με αξιοπρέπεια. Αυτό θα είναι ένα μεγάλο επίδικο της περιόδου.
***
Ανάμεσα στον σκεπτικισμό και την απερισκεψία υπάρχει η σκέψη, ανάμεσα στην αισιοδοξία της βούλησης και την απαισιοδοξία της γνώσης υπάρχει η επαναστατική απαισιοδοξία: τα διεκδικούμε όλα, για να αποφύγουμε το χειρότερο, όπως έγραφε ο μεγάλος Μπένγιαμιν. Βρισκόμαστε σε μια τέτοια περίοδο. Είμαστε βέβαιοι για το δίκιο μας, αλλά πρέπει να είμαστε εντελώς αβέβαιοι για τον τρόπο που το διεκδικούμε.
Αν δεν απευθυνθείς σε ευρύτερα στρώματα, το μόνο που κάνεις είναι να αναπαράγεις την ύπαρξή σου. Αν πάλι δεν χτίσεις μια αριστεροσύνη, γίνεσαι ο ίδιος μέσος όρος. Αυτή είναι η μεγάλη αφήγηση και η μεγάλη ιστορία της Αριστεράς. Καλούμαστε λοιπόν, με τα λίγα εργαλεία που έχουμε, να δούμε τι θα κάνουμε. Δεν μπορούμε να λέμε μαξιμαλισμούς, δεν μπορούμε όμως και να λέμε μόνο τα πράγματα που δεν θα ενοχλήσουν. Η ισορροπία δεν είναι θέμα ευφυΐας, είναι ζήτημα πολιτικών και κοινωνικών υποκειμένων. Αυτό δεν είναι εξασφαλισμένο, είναι διεκδικήσιμο — και βρισκόμαστε σε μια περίοδο που είναι αληθινά διεκδικήσιμο.
Τελειώνω με δυο παραδείγματα, για τους μετανάστες και το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Δεν περιμένω να βγει αύριο ο ΣΥΡΙΖΑ να πει ότι, όπως κινούνται ελεύθερα τα εμπορεύματα και τα κεφάλαια, έτσι πρέπει να κινούνται ελεύθερα και οι άνθρωποι. Ούτε να πει άμεση νομιμοποίηση όλων των μεταναστών. Μπορεί όμως να λέει ότι τα θέματα ασφάλειας και εγκληματικότητας δεν είναι θέμα αστυνόμευσης, αλλά ζήτημα κοινωνικής πολιτικής; Να λέει ότι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης προσβάλλουν τη δημοκρατική παράδοση της χώρας; Να πει ότι όσοι μετανάστες ζουν και δουλεύουν εδώ πρέπει να έχουν χαρτιά;
Πάμε και στην αστυνομία, το βαθύ κράτος. Προφανώς, δεν περιμένω να διαλυθεί η αστυνομία και να φτιαχτούν λαϊκές πολιτοφυλακές. Ούτε περιμένω να αφοπλισμό της αστυνομίας συνολικά. Τι θα περίμενα; Να μπει τέρμα στην αστυνομική αυθαιρεσία και ασυδοσία, να υπάρχει λογοδοσία στην κοινωνία. Πρόκειται για αστική νομιμότητα, αλλά αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα σήμερα: τα βασανιστήρια στα αστυνομικά τμήματα, οι εξευτελισμοί στους δρόμους, η βαρβαρότητα. Επίσης, να απαγορευθούν τα χημικά και η οπλοφορία των αστυνομικών στις διαδηλώσεις. Αυτό είναι κάτι που παλεύεται. Ασφαλώς μας ενδιαφέρει το σύνολο της κοινωνίας, αλλά πρέπει να ξέρουμε ότι η δύναμή μας είναι η ένταση της ταξικότητας, του κοινωνικού· όχι με την έννοια της διάλυσης του κοινωνικού ιστού, αλλά με τη συνειδητοποίηση της διαίρεσης, των στρατοπέδων. Πώς έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ «Ή εμείς ή αυτοί»; Αυτό πρέπει να χτιστεί.
Ο Νίκος Γιαννόπουλος είναι μέλος του Δικτύου για τα Κοινωνικά και Πολιτικά Δικαιώματα. To άρθρο βασίζεται στην ομιλία του στην εκδήλωση που οργάνωσαν τα «Ενθέματα» και το RedNotebook με θέμα «Οι εκλογές της 6ης Μαΐου και η Αριστερά στο νέο τοπίο», στις 11.5.2012 (ομιλητές: Νίκος Γιαννόπουλος, Παύλος Κλαυδιανός, Δημήτρης Χριστόπουλος)
Ο πίνακας είναι του Αντρέ Ντερέν, “Τρία πρόσωπα σε ένα λιβάδι”, 1906-1907