Θα έπρεπε να το περιμένει κανείς. Κάτι ο βομβαρδισμός ζουμερών δελτίων και τηλεοπτικών πάνελ, με τις γκριμάτσες των παρουσιαστών ν’ αποτελούν είδηση εξίσου ενδιαφέρουσα με τα λεγόμενα των μονομάχων, κάτι ο καταιγιστικός ρυθμός των εξελίξεων –ποιος θα κάτσει να διαβάσει εκ των υστέρων δεκάδες σελίδες απομαγνητοφωνήσεων, όταν τα χαϊλάιτ (νομίζει πως) τα έχει ήδη δει στο γυαλί την προηγουμένη; Του Τάσου Κωστόπουλου
Απαρατήρητες πέρασαν έτσι μια σειρά ενδιαφέρουσες δηλώσεις και στιχομυθίες που διατυπώθηκαν κατά τις «διερευνητικές» συσκέψεις της πολιτικής ηγεσίας, άκρως αποκαλυπτικές για το ουσιαστικό διακύβευμα των ημερών: τους λόγους που ο ΣΥΡΙΖΑ «έπρεπε» ν’ αυτοπαγιδευτεί
σε μια λεόντεια συγκυβέρνηση, παρόλο που οι έδρες του δεν ήταν καθόλου απαραίτητες για το σχηματισμό της δεδηλωμένης.
Αυτό που πλανιόταν πάνω από το προεδρικό μέγαρο δεν ήταν άλλο από τον εξορκισμό του επίφοβου «εσωτερικού εχθρού», από την ανάγκη προληπτικής καταστολής των λαϊκών αντιστάσεων ενόψει των νέων γύρων εφαρμογής της μνημονιακής πολιτικής. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος δε θα μπορούσε π.χ. να είναι σαφέστερος, την περασμένη Τρίτη, για τις συνθήκες που επέβαλλαν την πάσει θυσία συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ
στο νέο κυβερνητικό σχήμα: «Διότι εδώ θα υπάρχει μία κοινωνική –ας το πω έτσι– αντιπολίτευση δίπλα στην κοινοβουλευτική αντιπολίτευση και εμείς θα είμαστε μία εξαιρετικά αμήχανη κοινοβουλευτική συμπολίτευση».
Παίρνοντας το λόγο, ο Κάρολος Παπούλιας φωτίζει κάπως καλύτερα το πρόσωπο του υποκειμένου που πρέπει να δαμαστεί: «Κοιτάξτε, όλοι ζούμε καθημερινά μια πραγματικότητα, την οποία δεν μπορεί να αγνοήσουμε στις προσπάθειες τις οποίες κάνουμε. [...] Θα έχεις ένα ΚΚΕ που θα κάνει τη δική του αντιπολίτευση, ένα ΣΥΡΙΖΑ που έχει τις δικές του τις απόψεις και τις οποίες μαχητικά τις κατεβάζει κάτω στην κοινωνία και συγκινεί περισσότερο ή λιγότερο στρώματα κοινωνικά τα οποία μεταφέρει σαν μαχητική αντιπολίτευση εναντίον των οποιωνδήποτε κυβερνητικών μέτρων.
Θέλω να πω ότι αυτό είναι ένα δεδομένο που θα το αντιμετωπίσει μια κυβέρνηση είτε οικουμενική είτε εκ προσωπικοτήτων, αλλά το σημαντικότερο για εμένα είναι να διευρύνουμε τη νομιμοποιητική βάση του εγχειρήματος που θα κάνουμε, γιατί και οι τέσσερις που είμαστε εδώ δεν θέλουμε εκλογές».
Προς το τέλος της σύσκεψης, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ επανέρχεται για να εξηγήσει πως το διακύβευμα δεν αφορά μόνο το πεζοδρόμιο αλλά, πρωτίστως, την οριστική ιδεολογική συντριβή του εχθρού μέσα στα μυαλά των πολιτών: «Αν στην κυβέρνηση αυτή δεν είναι μέσα ο ΣΥΡΙΖΑ ή αν δεν είναι μέσα ο κ. Καμμένος ο οποίος επίσης έχει μια αντιμνημονιακή τοποθέτηση, θα υπάρχει πάντα η μεγάλη εκκρεμότητα στον ελληνικό λαό, μήπως δεν δοκιμάστηκαν αυτές οι αντιλήψεις, οι οποίες υποσχέθηκαν τον παραδείσιο δρόμο, το δρόμο της εύκολης και απόλυτης λύσης. Και ακόμα κι αν η επιτυχία της κυβέρνησης που θα σχηματιστεί είναι απόλυτη, ακόμα κι αν αυτό που θα προσκομίσει τελικά στον ελληνικό λαό είναι πάρα πολύ καλό, πάντα θα μπορεί να αμφισβητηθεί, διότι δεν ήρθε το ακόμα καλύτερο, το οποίο μπορεί να είναι και απολύτως ανέφικτο ή και απολύτως καταστροφικό, διότι θα οδηγεί τη χώρα εκτός ευρώ, εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην απελπισία, στη δεκαετία του ’60, στην αλβανοποίηση, όπως έχω πει, αλλά θα μείνει το “παράπονο” ή θα μείνει αυτό το επιχείρημα ότι “α, υπήρχε η άλλη δυνατότητα, η εναλλακτική, ο τρίτος δρόμος και δεν δοκιμάστηκε”».
Τα πρακτικά κρύβουν όμως και μια έκπληξη –για όσους, τουλάχιστον, εξακολουθούν να τρέφουν αυταπάτες για την πραγματική ταξική φύση της χιλιαστικής στρατηγικής του ΚΚΕ, που έχει μετατρέψει την επαγγελία της κοινωνικής αλλαγής σε «αριστερό» ισοδύναμο της χριστιανορθόδοξης Δευτέρας Παρουσίας. Συνομιλώντας με τον Παπούλια την περασμένη Κυριακή, η Αλέκα Παπαρήγα φροντίζει να βάλει στη θέση τους όλους εκείνους τους ανεύθυνους που, εν μέσω οικονομικής κρίσης, «ξεσηκώνουν τον κόσμο» να διεκδικεί –«δυστυχώς»– την επάνοδο στις ημέρες προ Mνημονίου: «Θα υπάρξουν τροποποιήσεις. Αυτό το βλέπουμε και εμείς. Αλλά να περιμένει ο λαός ότι η ζωή του θα γυρίσει στο 2008 ή στο 2007 ή στο 2004 ή στο 2009, όχι. Ξέρω ότι αυτό δεν αρέσει όταν το λέμε, γιατί ο λαός θέλει να έχει μια ελπίδα. Αλλά πώς να καλλιεργήσεις αυταπάτες; Αυτές τις μέρες δηλαδή έχω ακούσει σημεία και τέρατα. Δεν είναι ανάγκη να είσαι οικονομολόγος για να καταλάβεις ότι δεν γίνονται αυτά που λένε. Σημεία και τέρατα! “Θα πάρω λεφτά από εκεί θα τα δώσω εκεί.” Άλλος λέει “θα φορολογήσω –ξέρω γω– τις βίλες των εφοπλιστών”. Μα και να τις φορολογήσεις, δεν μαζεύεις λεφτά να γυρίσουν οι μισθοί στο 2009. [...] Αυτά που λέγονται είναι φοβερά και –μη νομίζετε– πιάνουν στον κόσμο, δυστυχώς. Ξέρετε τι θα γίνει όποιος μετά θα είναι κυβέρνηση; Ο καθένας θα ξεσηκώνεται και θα ζητά και θα έχει και δίκιο. Γι’ αυτό λέμε στον κόσμο ότι δεν μπορεί να αλλάξει η κατάσταση έτσι. Ναι, δεν αρέσει στον κόσμο αυτό, αλλά τι; Να πάμε και εμείς να μπούμε σε αυτό το…;».
Ο Τάσος Κωστόπουλος είναι δημοσιογράφος, μέλος της δημοσιογραφικής-ερευνητικής ομάδας «Ο Ιός»
TVXS