Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ: Ο φασισμός αντιμετωπίζεται με ανατροπές

Με αφορμή την επέτειο δολοφονίας του Παύλου Φύσσα και με το καινούργιο βιβλίο του «Γυμνή Βασίλισσα: Εργα και Ημέρες του Οικονομικού Λόγου» στο τυπογραφείο, ο καθηγητής Κοινωνιολογίας και συγγραφέας Κωνσταντίνος Τσουκαλάς ξαναδιαβάζει στο «Εθνος της Κυριακής» την εποχή μας και την Ιστορία.

Οι αγορές σκέφτονται μόνο τι θα κερδίσουν σήμερα ή το πολύ αύριο. Κι εδώ είναι το αδιέξοδο της Ιστορίας. Οσο κάνουν κουμάντο οι αγορές, οι πολιτικές λύσεις περιορίζονται στο ελάχιστο


Συμπληρώνεται ένας χρόνος από τότε που η Χρυσή Αυγή αποδεδειγμένα και οργανωμένα δολοφόνησε τον Παύλο Φύσσα, και παρ' όλα αυτά, παρότι κάποιοι είναι στη φυλακή, ψηφίζονται και αυξάνονται...

Μα αυτό είναι το τραγικό! Και αυτό δεν είναι καινούργιο. Ολοι οι φασισμοί και οι ναζισμοί δεν αντιμετωπίζονται ούτε με μνήμη ούτε με επιχειρήματα. Οπως ο οπαδός του Χίτλερ δεν ήταν δυνατόν να ευαισθητοποιηθεί από οποιαδήποτε επιχειρηματολογία είτε του φιλελεύθερου μπλοκ είτε της Αριστεράς εκείνη την εποχή, η οποιαδήποτε επιχειρηματολογία τον γιγάντωνε και τον σταθεροποιούσε, διότι έμπαιναν όλες οι αντιφασιστικές ιδεολογίες στο ίδιο τσουβάλι. «Είναι όλοι κακοί και διεφθαρμένοι», «Πρέπει να τους εξαφανίσουμε και να τους εξοβελίσουμε όλους!».

Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει σήμερα. Και εδώ είναι η δυσκολία την οποία έχουμε όλοι. Να αντιμετωπίσουμε φαινόμενα σαν τη Χρυσή Αυγή. Επιτιθέμενοι, ακόμα και επιχειρηματολογώντας, δεν είναι βέβαιο ότι θα καταφέρουμε να την εξαφανίσουμε. Για μένα το ιστορικό στοίχημα είναι η αποδυνάμωση και απονομιμοποίηση αυτών των φαινομένων των φασιστικών μέσα από μια διαδικασία ανατροπών. Ανατροπών πολιτικών, ανατροπών κοινωνικών, ανατροπών ιδεολογικών.

Η «Γυμνή Βασίλισσα: Εργα και Ημέρες του Οικονομικού Λόγου», το καινούργιο βιβλίο σας, να υποθέσουμε ότι δίνει απαντήσεις και σε δικά σας βασανιστικά ερωτήματα;

Ισως είναι και ένα είδος αυθάδειας ή προπέτειας να μιλάω για τα οικονομικά, αλλά δεν μιλάω για τα οικονομικά, προσπαθώ να δω μια ιστορία του οικονομικού λόγου, του φιλελεύθερου οικονομικού λόγου, υπό το πρίσμα της έντονης ιδεολογικής παρουσίας από το 1800 μέχρι σήμερα.

Προσπαθώ να δω ότι πίσω από την αναλυτική της διάρκεια και αυστηρότητα η οικονομική επιστήμη τι κάνει; Επιχειρεί να δείξει ότι όλα κινούνται επί τη βάσει ενός δεδομένου αντικειμενικού αγοραίου ορθολογισμού. Χωρίς να θέλει να μπει στον κόπο ή στο ερώτημα αν υπάρχουν άλλες λύσεις! Χωρίς να θέλει να στοχαστεί αν ο ορθολογισμός αυτός μήπως είναι ανορθολογισμός και αν, τελικώς, η ανθρωπότητα είχε άλλους τρόπους να αυτοοργανωθεί και να σκεφτεί το μέλλον της. Αυτός είναι ο καμβάς του βιβλίου.

Και πώς θα το χαρακτηρίζατε όλο αυτό; Το ότι, δηλαδή, δεν μας αφήνουν κανένα περιθώριο;

Θα έλεγα ότι είναι ένα είδος ολοκληρωτισμού - και τι εννοώ λέγοντας «ολοκληρωτισμός»: ολοκληρωτισμός ή ολισμός είναι ένα σύστημα σκέψης το οποίο δεν διαλέγεται με τις άλλες σκέψεις. Ενα σύστημα σκέψης το οποίο θεωρεί ότι έχει το μονοπώλιο της ορθότητας, ένα σύστημα σκέψης το οποίο δεν συζητά και δεν διαπραγματεύεται παρά μόνο με τον ίδιο του τον εαυτό.

Δεν είναι τυχαίο ότι μέχρι τα 1900 περίπου η Οικονομία λεγόταν Πολιτική Οικονομία. Εκτοτε ονομάζεται οικονομική ανάλυση, οικονομική θεωρία και απλώς οικονομικά.

Το πρόσημο «πολιτική», το οχληρό αυτό πρόσημο εξαφανίστηκε! Ε, δεν είναι τυχαίο! Και θα έλεγα ότι το πιο επείγον θα ήταν να επανέλθει η λέξη «πολιτική» ή η λέξη «κοινωνική» ως πρόσημο της οικονομίας. Η οικονομική σκέψη θα έπρεπε να πάψει να είναι εγκλωβισμένη στην αυτοανακυκλούμενη αυταρέσκειά της. Αυτή, ακριβώς, είναι η ρίζα της επιλογής της λέξης «Βασίλισσα». Ηδη από τον 19ο αιώνα η οικονομική επιστήμη αυτοανακηρύχθηκε ή θεωρήθηκε ως «η βασίλισσα των κοινωνικών επιστημών». Γιατί «βασίλισσα των κοινωνικών επιστημών»; Γιατί ήταν αφηρημένη, αυστηρή, τεκμηριωμένη και γιατί δεν έμπαινε μέσα στις αμφισημίες στις οποίες ήταν υποχρεωμένες όλες οι άλλες κοινωνικές επιστήμες να συνομιλήσουν.

Και η άνοδος του φασισμού; Οσο «διεθνείς» φαίνονται και είναι «οι αγορές», τόσο πατριωτικό ένδυμα ενδύεται η βία. Υπάρχει κάποια σχέση ή είναι απλώς χρονική συγκυρία;

Υπάρχει τεράστια σχέση! Αλλά η σχέση δεν είναι άμεση, είναι έμμεση, διαμεσολαβημένη και θα έλεγα σε έναν βαθμό ανακλαστική. Οι αγορές τι είναι; Μια έκφραση μεταπολιτικής υπερεπικρατειακής συναλλακτικής μορφής, η οποία δεν υπάγεται, τουλάχιστον εμφανώς, σε μια κανονιστική τάξη. Δεν υπάρχει, λοιπόν, μια πολιτεία εντός της οποίας υπάρχει μια αγορά.

Υπάρχουν πολλές διάσπαρτες πολιτείες όπου δεν υπάρχουν αγορές και οι αγορές πλέον αναφύονται έξω από τις πολιτείες. Αυτή είναι η έννοια των εξωχώριων κέντρων, όπου δεν πληρώνει φόρο κανείς, ουδείς δύναται να ελέγξει τις συναλλαγές και ουδείς ξέρει σε ποιον ανήκουν! Αποτέλεσμα αυτής της ιστορίας είναι ότι έχει πια αφυδατωθεί ή αποδυναμωθεί τελείως το οποιοδήποτε εσωτερικό κανονιστικό και νομικό σύστημα στο οποίο υπάγονταν μέχρι τώρα οι συναλλαγές.

Κατά συνέπεια βρισκόμαστε σε μια παντελώς καινούργια κατάσταση, όσον αφορά όλα τα δεδομένα;

Κι εδώ είναι ένα μεγάλο κοινωνικοπολιτικό διακύβευμα, κανείς δεν ξέρει πού θα πάει αυτή η ιστορία. Αλλά δεν είναι ελληνικό το φαινόμενο! Η Χρυσή Αυγή δεν είναι τόσο διαφορετική από τους Ούγγρους συναδέλφους της! Και αν στη Γαλλία η Λεπέν έχει βάλει νερό στο κρασί της με στόχο προφανώς να πάρει την κοινοβουλευτική εξουσία, αυτό δεν σημαίνει ότι τα ίδια φαινόμενα δεν παίζουν κι εκεί σκοτεινό ρόλο. Υπάρχει σαφώς συνάρτηση ανάμεσα στην αποδόμηση των κοινωνιών, που μέχρι τώρα συνέχιζαν σε μια συνεχή ανάπτυξη και προκοπή, και στην εμφάνιση αυτών των αποσυστημικών κινήσεων οι οποίες ως απελπισμένες ή ως μη ελπίζουσες ότι θα οδηγηθούν αλλιώς σε μια γενική προκοπή και αποφασίζουν «όχι μόνοι μας»! Και εδώ το πράγμα είναι πολύ σοβαρό, και εδώ βρίσκεται το κουμπί μιας από τις πιο σημαντικές μεταλλαγές των κοινωνιών τα τελευταία πέντε χρόνια.

Αυθαίρετη είναι η ημερομηνία για τα πέντε χρόνια. Η κρίση άρχισε πολύ νωρίτερα. Ηδη από τη δεκαετία του '90 η ανεργία μεγαλώνει, και μαζί με την ανεργία, ο κοινωνικός αποκλεισμός, οι άστεγοι και όλα αυτά τα φαινόμενα τα οποία είχαν λίγο έως πολύ εξαφανιστεί από την Ευρώπη μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Και η διαφορά είναι ότι, ας πούμε πριν από πέντε χρόνια, υπήρχε μια γενική συναίνεση ότι η ανάπτυξη είναι αυτονόητη, θα είναι αέναη, είναι αειφόρος, θα ζούμε, όπως ζούμε εμείς καλύτερα από τους πατεράδες μας που ζούσαν καλύτερα απ' τους παππούδες μας και τα παιδιά μας καλύτερα από μας. Η γενική πίστη ότι οι κοινωνίες πάνε για το καλύτερο και ότι με τους αγοραίους κανόνες η εξέλιξη εμφανίζεται αυτονόητη. Η Ιστορία έχει τελειώσει σύμφωνα με τη γνωστή φράση του Φουκουγιάμα και εδώ είναι που ενέσκηψε η κρίση. Και η αισιοδοξία της αειφόρου ανάπτυξης έχει αντικατασταθεί από μια απαισιόδοξη αγωνία για το κατά πόσον είναι δυνατό να συντηρηθούν ακόμα και τα ελάχιστα κεκτημένα.

ΤΟ ΗΣΣΟΝ ΚΑΚΟ ΚΑΙ Η ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΗ
Η μάχη θα γίνει για να μείνουν τα πράγματα όπως έχουν ή για μια άλλη κοινωνία

Ολα ξεκίνησαν όταν ξεκίνησε η κρίση και σταμάτησε η ανάπτυξη;

Αυτό είναι το κοινωνιολογικοϊδεολογικό πλαίσιο στο οποίο ανθίζουν οι νέες ακροδεξιές. Δεν ξέρω ποια μπορεί να είναι η συνέχεια της μετατροπής του ιδεολογικού πλέγματος από αισιόδοξο σε απαισιόδοξο και δεν είναι τυχαίο ότι οι ανά τον κόσμο κυρίαρχοι λόγοι έχουν αλλάξει στρατηγική. Δεν μιλάμε πια για ενσωμάτωση, δεν επιδιώκουμε τόσο την ενσωμάτωση, αλλά την ακύρωση, αν θέλετε, και την αποδυνάμωση εκείνων οι οποίοι δεν μπορούν να ενσωματωθούν! Εκείνο που θέλουμε τώρα είναι να μην αφήσουμε τις δυστυχισμένες μάζες να οργανωθούν ή να ελπίσουν! Κι όποιος δεν μπορεί να επιζήσει από μόνος του, λυπούμαστε. Δεν τίθεται πια θέμα μαζικής παρέμβασης στο «είναι» και στο «γίγνεσθαι» της κοινωνίας, τίθεται θέμα ο καθένας να εκμεταλλευθεί όσο γίνεται τις δικές του ευκαιρίες.

Τα σταθερά δεδομένα που έχουμε, όσον αφορά το μέλλον;

Πιστεύω δε ότι στα χρόνια που έρχονται ελλοχεύει μια τεράστια ιδεολογική μάχη ανάμεσα στη συναποδοχή του ήσσονος κακού, το οποίο είναι να μείνουν τα πράγματα όπως είναι, έστω και άσχημα, και στη φαντασίωση μιας άλλης κοινωνίας. Εδώ βρισκόμαστε, και πιστεύω ότι οι νέες δημογραφικές ισορροπίες εξωθούν προς τη δεύτερη λύση. Μην ξεχνάτε ότι εάν έχουμε φτάσει ο μισός ή και παραπάνω πληθυσμός να είναι περιθωριοποιημένος, αυτά είναι ποσοστά που δεν έχουν υπάρξει ποτέ στην Ιστορία! Ακόμα και οι δούλοι, οι δουλοπάροικοι στον Μεσαίωνα και στην αρχαία Ελλάδα και στην αρχαία Ρώμη δεν ξεπέρασαν ποτέ το 1/3 του πληθυσμού! Σήμερα δεν το έχουμε αυτό. Σήμερα έχουμε μια πολύ μικρή μειοψηφία, θα έλεγα, που συνταυτίζεται με το σύστημα διότι κερδίζει ή προσδοκά να ζήσει από το σύστημα, και μια πλειοψηφία ανθρώπων οι οποίοι δεν είναι δυνατόν να επιζήσουν, τρέμουν ότι θα πεθάνουν την άλλη μέρα το πρωί! Οι τελευταίοι όμως, κι εδώ είναι το ανοιχτό ερώτημα, δεν είναι οργανωμένοι, ούτε ιδεολογικά ούτε πολιτικά. Σε ένα σύστημα εκπροσώπησης αυτοί οι άνθρωποι δεν εκπροσωπούνται! Και αυτός είναι ακριβώς ο λόγος που οι πολιτικοκοινωνικές τους εκφράσεις είναι εντελώς απρόβλεπτες. Πιστεύω δε ότι ήδη γι' αυτό τον λόγο είναι εξαιρετικά δύσκολο στις κοινωνίες τις ευρωπαϊκές σήμερα να συνεχίσουν σ' αυτή την κατάσταση. Οι αγορές σκέφτονται μόνο τι θα κερδίσουν σήμερα ή το πολύ αύριο. Κι εδώ είναι το αδιέξοδο της Ιστορίας. Οσο κάνουν κουμάντο οι αγορές, οι πολιτικές λύσεις περιορίζονται στο ελάχιστο. Ομως, πώς μπορείς να ελπίζεις ότι είναι δυνατόν να κυβερνάς κάτι το οποίο δεν είναι καν κοινωνία και το οποίο δεν επιτρέπεις να γίνει κοινωνία! Δεν ξέρω τι θα γίνει, δεν είμαστε προφήτες. Αλλά πρόκειται για νέες μορφές, θα έλεγα προσωπικά, αντιμετώπισης της Ιστορίας και του ιστορικού γίγνεσθαι. Εάν είχαν την αφέλεια ορισμένοι να λένε ότι η Ιστορία τελείωσε, επανέρχεται πλέον κι όχι απλώς με ψιθύρους αλλά με τυμπανοκρουσίες. Η Ιστορία είναι υπέρποτε εδώ και είναι υπέρποτε ειρωνική.

Το ότι τα ονομάζουμε πια, δεν είναι σαν να έχουμε διανύσει τη μισή απόσταση;

Δεν θα έλεγα ότι έχουμε διανύσει τη μισή απόσταση. Αλλά θα είμαστε πιο ελεύθεροι να αρχίσουμε να περπατάμε. Ο Εντγκαρ Αλαν Πόε έχει γράψει μια νουβέλα που λέει ότι κάπου στο Μάελστρομ είναι μια ρουφήχτρα όπου όποιο πλοίο περνά, καταβυθίζεται και πνίγονται όλοι. Και ο μόνος τρόπος να γλιτώσει ο ήρωας (παρατηρεί ότι τα μεγάλα πράγματα πάνε πιο γρήγορα στον βυθό) είναι να εγκαταλείψει τη βάρκα και να προσπαθήσει να βγει κολυμπώντας. Κι αν το λέω αυτό μεταφορικά είναι γιατί πρέπει να μπορέσουμε να εγκαταλείψουμε όλα μας τα νοητικά, τα ηθικά και τα ιδεολογικά βαρίδια, για να μπορούμε να σκεφτούμε πάλι από την αρχή. Εάν δεν το κάνουμε τώρα, νομίζω ότι θα κερδίσουν τα φαντάσματα.

ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ  ΣΤΟ ΕΘΝΟΣ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΧΑΡΗΣ ΓΚΙΚΑΣ