Η προσπάθεια για την ανέγερση του ενός παραθεριστικού οικισμού κατ’ εκτίμηση 6.500 κατοίκων, ξεκίνησε ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’90.
Στο στόχαστρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εξακολουθεί να βρίσκεται η χώρα μας για σχέδια ανέγερσης παραθεριστικού οικισμού μέσα σε υγρότοπο στην Πιερία. Προ μηνός, οι κοινοτικές υπηρεσίες επανήλθαν, ζητώντας από το υπ. Περιβάλλοντος πληροφόρηση σχετικά με την εξέλιξη της υπόθεσης και αν έχουν γίνει ενέργειες για την αποκατάσταση της περιοχής. Ο Δήμος Κατερίνης, πάντως, επιμένει ότι η περιοχή είναι βοσκότοπος και δεν φιλοξενεί σημαντικά είδη.
Η προσπάθεια για την ανέγερση του ενός παραθεριστικού οικισμού κατ’ εκτίμηση 6.500 κατοίκων, με την πολεοδόμηση του τελευταίου παρθένου κομματιού των ακτών της Πιερίας, ξεκίνησε με πρωτοβουλία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Με διαδοχικές αποφάσεις, το (πανίσχυρο τότε) ΥΠΕΧΩΔΕ θέσπισε ζώνη οικιστικού ελέγχου στην παραλιακή περιοχή και κατόπιν ενέκρινε πολεοδομική μελέτη για τη δημιουργία του οικισμού «Ολυμπιάδα». Μόνο που μεγάλο μέρος της έκτασης του οικισμού βρισκόταν μέσα σε περιοχή Natura (η οποία για άγνωστο λόγο εξαιρέθηκε από τα όρια του παρακείμενου Εθνικού Πάρκου Δέλτα Αξιού) και Καταφύγιο Αγριας Ζωής. Επίσης, μεγάλο μέρος της επίμαχης περιοχής είναι υγρότοπος, που κατακλύζεται από νερό τον χειμώνα και «στεγνώνει» το καλοκαίρι.
Η υπόθεση δεν προχώρησε έως το 2011. Τότε, ο φορέας διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου Δέλτα Αξιού, που γειτνιάζει με την επίμαχη έκταση και είναι υπεύθυνος για την επιτήρησή της, διαπίστωσε ότι πραγματοποιούνταν μέσα στον υγρότοπο επιχωματώσεις για τη διαμόρφωση δρόμων. Οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος ζήτησαν την ανάκληση της άδειας, ενώ στην υπόθεση παρενέβη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ζητώντας εξηγήσεις.
Το 2014, η τότε ηγεσία του υπ. Περιβάλλοντος ανέλαβε να «απεμπλέξει» την υπόθεση: αποχαρακτήρισε 4.000 στρέμματα του Καταφυγίου Αγριας Ζωής και στη συνέχεια ενέκρινε τους περιβαλλοντικούς όρους για τη δημιουργία του οικισμού (με αρκετές... ακροβασίες). Αξιοσημείωτη ήταν η στάση των κρατικών υπηρεσιών στην υπόθεση αυτή: η Διεύθυνση Δασών Πιερίας εμφανίζει στα έγγραφά της την υγροτοπική έκταση ως αγροτική, ενώ η Διεύθυνση Δασών του υπ. Περιβάλλοντος έσπευσε να υιοθετήσει τη θέση αυτή, αμφισβητώντας την άποψη του φορέα του Εθνικού Πάρκου, που για πρώτη φορά τεκμηρίωσε την ύπαρξη σημαντικών ειδών ορνιθοπανίδας στην περιοχή.
Η υπόθεση δεν προχώρησε έκτοτε. Οι οχλήσεις, όμως, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνεχίστηκαν: στην τελευταία, τον περασμένο Μάρτιο, η Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος της Ε.Ε. ζητεί να πληροφορηθεί «αν έχουν ξεκινήσει κατασκευαστικά έργα για τον οικισμό και αν έχει γίνει κάποια ενέργεια για την αποκατάσταση των αλλοιωθέντων ενδιαιτημάτων στην περιοχή».
Περί αποκατάστασης
«Η καθυστέρηση της αποκατάστασης συνεχίζει να δημιουργεί σημαντικά προβλήματα στην ορνιθοπανίδα κατά την τροφοληψία, την ξεκούραση αλλά κυρίως στο φώλιασμα, εξαιτίας της όχλησης από διερχόμενα αυτοκίνητα και την εκ νέου απόθεση μπάζων και σκουπιδιών που έχουν καταγραφεί σε διάφορα σημεία του θιγέντος υγροτόπου», αναφέρει στην τοποθέτησή του ο φορέας του Εθνικού Πάρκου.
Ενάντια στην απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων του οικισμού έχουν προσφύγει επτά περιβαλλοντικές οργανώσεις, όμως η υπόθεση παίρνει αναβολές λόγω της αποχής των δικηγόρων. Ο υπεύθυνος για το έργο, ο Δήμος Κατερίνης, είναι ενοχλημένος από την προσφυγή και υποστηρίζει ότι η περιοχή δεν έχει προστατευτέα χαρακτηριστικά. «Είναι ένας βοσκότοπος, τόπος κυνηγιού, ποτέ δεν ήταν προστατευόμενη περιοχή», λέει ο δήμαρχος Σάββας Χιονίδης. «Δεν χρειαζόμαστε αυτόκλητους προστάτες του περιβάλλοντος, που όχι μόνο δεν βλάπτεται, αλλά ωφελείται από την κατασκευή του οικισμού. Θέλουμε να δημιουργήσουμε μια κηπούπολη, που θα απευθύνεται σε λάτρεις της φύσης, με πολύ χαμηλή, φιλική στο περιβάλλον δόμηση. Εξάλλου το κράτος έχει εγκρίνει τη δημιουργία του οικισμού, οπότε τίθεται θέμα ασφάλειας δικαίου για τους ιδιοκτήτες της γης». Αξίζει να σημειωθεί ότι το προηγούμενο έτος ο Δήμος Κατερίνης εκπόνησε χωριστή μελέτη για την ορνιθοπανίδα της περιοχής, η οποία καταλήγει στα ακριβώς αντίθετα συμπεράσματα από εκείνη του Εθνικού Πάρκου. «Κύρια βάση των πτηνών είναι η προστατευόμενη Αλυκή Κίτρους. Αν στην περιοχή του οικισμού έρχεται περιοδικά και κανένα πετροχελίδονο, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι σημαντική για τα πουλιά», εκτιμά ο κ. Χιονίδης.