Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ,
Πολλά και σοβαρά ερωτήματα για τη θεσμική δημοκρατική - συνταγματική κατάσταση της χώρας γεννά η «φόρα» που έχει πάρει η συγκυβέρνηση με άλλοθι την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής.
Πολλά και σοβαρά ερωτήματα για τη θεσμική δημοκρατική - συνταγματική κατάσταση της χώρας γεννά η «φόρα» που έχει πάρει η συγκυβέρνηση με άλλοθι την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής.
Ο πρωθυπουργός και τα ηγετικά στελέχη των δύο κομμάτων της συγκυβέρνησης, ύστερα από τριετή σχεδόν αφασική ανοχή στα τερατώδη εγκλήματα της νεοναζιστικής οργάνωσης - κόμματος, δηλώνουν όπου σταθούν κι όπου βρεθούν ότι είναι αποφασισμένοι να συνεχίσουν μέχρις εσχάτων το «ξερίζωμα» του φασισμού στη χώρα, αρνούμενοι ουσιαστικά να εμβαθύνουν στα αίτια που συνέβαλαν στη μαζικότατη αποδοχή της «εγκληματικής συμμορίας».
Στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της Χρυσής Αυγής, λοιπόν, επιχειρείται αυτή τη στιγμή μια κατ’ ουσίαν... ανασκολόπιση δημοκρατικών αρχών και η δημιουργία τετελεσμένων που μπορούν να εφαρμοστούν σε πλείστες όσες περιπτώσεις θέλουν οι αρχές εξουσίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ έχουν προειδοποιήσει για τους κινδύνους που διατρέχει η δημοκρατία μας από συνταγματικές ακροβασίες, με νομοθετικές διατάξεις που υπερβαίνουν τη συγκυρία.
Η χρηματοδότηση
Πρώτος σταθμός στην προώθηση μιας σειράς «προβληματικών», σύμφωνα με απόψεις πολλών νομικών και συνταγματολόγων, μέτρων είναι η αναστολή χρηματοδότησης της Χρυσής Αυγής με την τροπολογία που αναμένεται να συζητηθεί την επόμενη εβδομάδα στη Βουλή.
Εκεί περιγράφεται ότι για κόμμα του οποίου ο αρχηγός ή σημαντική μερίδα ηγετικών στελεχών παραπεμφθούν με την κατηγορία της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης αναστέλλεται η κρατική χρηματοδότηση. Το ερώτημα είναι όμως τι θα συμβεί αν υπάρξει αθώωση ή απαλλαγή των κατηγορουμένων από την κατηγορία.
Σε κάθε περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ ζητά – κι αυτό αναμένεται να τονιστεί και κατά τη διάρκεια της συζήτησης στην Ολομέλεια – να καταθέσει ολοκληρωμένη άποψη η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής ως προς τη νομική ορθότητα της διάταξης και επιμένει αυτή να αφορά αποκλειστικά τη Χρυσή Αυγή και να μην αποτελεί ένα γενικό νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο ενέχει τον κίνδυνο μελλοντικών... παρερμηνειών.
Έτσι κι αλλιώς ο ίδιος ο νόμος περί σύστασης εγκληματικής οργάνωσης έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις μεταξύ των νομικών, όπως και η ευκολία με την οποία οι ανακριτές επιχειρούν να αντιμετωπίσουν κοινωνικές αντιπαραθέσεις μέσα από την κατηγορία για τη δημιουργία εγκληματικής οργάνωσης.
Η Αριστερά
Οι πληροφορίες επιμένουν (παρά την αναδίπλωση του προέδρου της Βουλής την περασμένη Πέμπτη στη διάσκεψη των προέδρων, που ακολούθησε τις αντιρρήσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης να «σαλαμοποιηθούν» τα όποια μέτρα της πολιτείας απέναντι στην «εγκληματική συμμορία» της Χρυσής Αυγής) ότι ο Αντώνης Σαμαράς εμμένει στη λήψη κι άλλων νομοθετικών μέτρων.
Η Αριστερά όμως είναι εξαιρετικά επιφυλακτική απέναντι στην αβασάνιστη λήψη μέτρων με γενικές διατυπώσεις, των οποίων η ερμηνεία μπορεί να γίνει «λάστιχο» την επόμενη μέρα. Ζητεί λοιπόν μια συζήτηση ανοιχτή προς την κοινωνία στην Ολομέλεια της Βουλής, όπου η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί, υπό κοινοβουλευτική πίεση, να ανοίξει τα χαρτιά της και να καταθέσει όλα τα μέτρα που προτίθεται να πάρει προκειμένου να υπάρξει ολοκληρωμένη συζήτηση.
Μάλιστα στελέχη της Αριστεράς επιμένουν ότι, παρά την τριετή αφασία, η κυβερνητική πρεμούρα δεν έχει μόνο επικοινωνιακή βάση, προκειμένου να καλύψει την εξόφθαλμη «υπόθαλψη» των νεοναζιστών, αλλά επιχειρεί να αξιοποιήσει την ευκαιρία για να πάρει μέτρα που θα κινούνται στη λογική της θεωρίας περί «δύο άκρων».
Έτσι μοιάζει εύλογο το αίτημα να τοποθετηθεί πρώτα ο νομικός κόσμος πριν υπάρξουν πολιτικές πρωτοβουλίες για όλες τις πτυχές της υπόθεσης. Για παράδειγμα κάποιοι θεωρούν ότι υπερβαίνει τα συνταγματικά όρια η νομοθετική ρύθμιση που προανήγγειλε ο Ευάγγελος Βενιζέλος προκειμένου να μην οδηγούνται σε αναπληρωματικές εκλογές οι περιφέρειες όπου ένα κόμμα οδηγεί σε παραίτηση όλο το ψηφοδέλτιό του.
Επίσης αναρωτιούνται πώς μπορούν να ανασταλούν οι αποζημιώσεις των προφυλακισμένων βουλευτών πριν καν δικαστούν, ενώ δεν χάνουν τη βουλευτική τους ιδιότητα και ενώ ο Άκης Τσοχατζόπουλος λαμβάνει τη σύνταξή του όσο διάστημα είναι προφυλακισμένος.
Πρωτόγνωρα
Μέγα ερώτημα είναι ακόμα αν θα πρέπει κάθε φορά που επιθυμεί ένας προφυλακισμένος βουλευτής να ψηφίσει να ζητά την άδεια του εισαγγελέα, ο οποίος θα απευθύνεται ή όχι στη Βουλή προκειμένου να βεβαιωθεί για τη σοβαρότητα ή όχι της ψηφοφορίας, και αν θα θεωρείται αδικαιολογήτως απών ένας προφυλακισμένος βουλευτής με αποτέλεσμα να υφίσταται περικοπή των αποδοχών του.
Όλα αυτά και άλλα πρωτόγνωρα για τη δημοκρατία στην Ελλάδα ζητήματα τίθενται στο τραπέζι και η κυβέρνηση, αντί να «βιάζεται» με γενικεύσεις και ισοπεδωτικές απλουστεύσεις να «απαντήσει» νομοθετικά, θα πρέπει να διαβουλευτεί και να λάβει υπόψη επιφυλάξεις και προβληματισμούς.
Αυτά και πολλά άλλα ερωτήματα παραμένουν μετέωρα και χωρίς πολιτική και νομική εμβάθυνση και θα πρέπει να γίνει εξαντλητικός διάλογος, ειδικά στον τρόπο νομοθετικής αντιμετώπισης εκλεγμένου κόμματος και βουλευτών. Και κυρίως για το αν η αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής θα οδηγήσει σε συντηρητικοποίηση την πορεία της εξαγγελθείσας συνταγματικής αναθεώρησης. Γι’ αυτό και η κοινωνία οφείλει να γρηγορεί...