(ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ “ΠΟΝΤΙΚΙ” 12-07-12)
Η έκθεση - κόλαφος του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που δόθηκε την Τρίτη στη δημοσιότητα σχετικά με τη ρατσιστική βία στη χώρα μας έρχεται να ξεμπροστιάσει τις αστυνομικές αρχές που καιρό τώρα κάνουν τα στραβά μάτια και ανέχονται τη δράση φασιστοειδών, ενώ ταυτόχρονα καταδεικνύει για μία ακόμα φορά την παντελή απουσία συγκροτημένης πολιτικής στη χώρα μας γύρω από το μεταναστευτικό.
Στην 99σέλιδη έκθεση του Human Rights Watch που φέρει τον τίτλο «Μίσος στους δρόμους, η ξενοφοβική βία στην Ελλάδα» διαπιστώνεται η αποτυχία της αστυνομίας
και των δικαστικών αρχών να αποτρέψουν και να τιμωρήσουν την αύξηση των επιθέσεων εναντίον μεταναστών.
Το Παρατηρητήριο επισημαίνει ότι, παρά την αποδεδειγμένη αύξηση της βίας, η αστυνομία απέτυχε να δράσει αποτελεσματικά προκειμένου να προστατέψει τα θύματα και να αναγκάσει τους δράστες των επιθέσεων να λογοδοτήσουν ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της έρευνας που διενήργησε το Παρατηρητήριο για την ξενοφοβική βία, πήρεσυνεντεύξεις από 59 άτομα που έπεσαν θύματα ρατσιστικής βίας το διάστημα από τον Αύγουστο του 2009 μέχρι τον Μάιο του 2012.
Μεταξύ των θυμάτων, ήταν μετανάστες και αιτούντες άσυλο εννέα διαφορετικών εθνικοτήτων και δύο έγκυοι γυναίκες.
Απουσία στρατηγικής
Όπως καταγγέλλει το Παρατηρητήριο, «οι αρχές δεν έχουν ακόμη αναπτύξει μια προληπτική στρατηγικήαστυνόμευσης, ενώ τα θύματα δεν ενθαρρύνονται να προβούν σε επίσημες καταγγελίες».
Ειδικότερα, το Human Rights Watch καταγγέλλει ότι υπάρχουν περιπτώσεις μεταναστών χωρίς χαρτιά, οι οποίοι, όταν επιχείρησαν να καταγγείλουν στην αστυνομία τις επιθέσεις που δέχτηκαν, οι αστυνομικές αρχές τους ενημέρωσαν ότι θα έπρεπε να κρατηθούν εάν επέμεναν στη διεξαγωγή αστυνομικής έρευνας.
Σε άλλες περιπτώσεις, όπως καταγγέλλεται, η αστυνομία αποθάρρυνε τα θύματα να καταγγείλουν τις επιθέσεις, υποστηρίζοντας πως θα ήταν μάταιο εάν δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν τους δράστες.
Ένα άλλο στοιχείο που επισημαίνεται στην έκθεση - ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί -, είναι ότι στη χώρα μας δεν έχει υπάρξει καμία καταδίκη για ρατσιστικόέγκλημα σύμφωνα με τον νόμο του 2008 για τα εγκλήματα μίσους.
Ειδική αναφορά γίνεται και για την παράλογη υποχρέωση καταβολής παράβολου 100 ευρώ προκειμένου κάποιος να προβεί σε καταγγελία. «Όσοι επέμειναν (να προβούν σε καταγγελία), ενημερώθηκαν ότι θα έπρεπε να πληρώσουν ένα παράβολο 100 ευρώ. Η Ελλάδα εισήγαγε το συγκεκριμένο τέλος το 2010 προκειμένου να αποθαρρύνει τις επιπόλαιες προσφυγές» σημειώνει το Human Rights Watch, προσθέτοντας ωστόσο ότι «αυτό το τέλος δεν θα έπρεπε ποτέ να επιβάλλεται σε εκείνους που καταγγέλλουν εγκλήματα μίσους».
«Άτομα που προέρχονται από εμπόλεμες ζώνες, αποφεύγουν να κυκλοφορήσουν το βράδυ στην Αθήνα, λόγω του φόβου ότι θα δεχθούν επίθεση» αναφέρει σε σχετικό άρθρο που φιλοξενείται στην ιστοσελίδα του Human Rights Watch η Τζούντιθ Σάδερλαντ, ερευνήτρια της οργάνωσης για τη Δυτική Ευρώπη. «Η οικονομική κρίση και η μετανάστευση δεν δικαιολογούν την αποτυχία της Ελλάδας να αντιμετωπίσει τη βία, που διαρρηγνύει τον κοινωνικό ιστό» προσθέτει.
Οι περισσότερες επιθέσεις, όπως σημειώνει το Παρατηρητήριο, λαμβάνουν χώρα τις νύχτες, κοντά σε πλατείες. «Οι δράστες δουλεύουν σε ομάδες, φορούν σκουρόχρωμα ρούχα και έχουν συνήθως καλυμμένα τα πρόσωπά τους με μαντίλια ή κράνη» σημειώνει το Human Rights Watch και συνεχίζει: «οι επιτιθέμενοι φέρουν συνήθως ρόπαλα ή σπασμένα μπουκάλια ως όπλα. Οι περισσότερες επιθέσεις συνοδεύονται από προσβολές και απειλές για να φύγουν οι μετανάστες από την Ελλάδα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις οι δράστες ληστεύουν τα θύματα».
Πύλη εισόδου
Στο ίδιο άρθρο υπάρχει εκτενής αναφορά για το μεταναστευτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα μας. Όπως τονίζει το Παρατηρητήριο, από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 η Ελλάδα έχει γίνει η κύρια πύλη εισόδου των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο από την Ασία και την Αφρική στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Δεν λείπουν ωστόσο οι έντονες επικρίσεις για τη διαχείριση του προβλήματος από τις κυβερνήσεις της χώρας τα προηγούμενα χρόνια. Ειδικότερα το Human Rights Watch καταλογίζει στην Ελλάδα χρόνια κακοδιαχείριση στις πολιτικές μετανάστευσης και χορήγησης ασύλου, ενώ επισημαίνει πως η βαθιά οικονομική κρίση επέτεινε το πρόβλημα.
«Τα δημογραφικά στοιχεία της πρωτεύουσας έχουν αλλάξει. Στο κέντρο της Αθήνας ιδίως, διαβιεί σε συνθήκες ακραίας φτώχειας ένας μεγάλος πληθυσμός αλλοδαπών που καταλαμβάνει εγκαταλελειμμένα κτίρια, πλατείες και πάρκα» αναφέρει και σημειώνει πως η ανησυχία για την αύξηση της εγκληματικότητας και την αστική υποβάθμιση έχει καταστεί κυρίαρχο στοιχείο στις καθημερινές συζητήσεις και τον πολιτικό λόγο.
Όπως είναι φυσικό, ειδική αναφορά γίνεται στην αύξηση της δύναμης της Χρυσής Αυγής και στην είσοδό της στη Βουλή, αλλά και στο status quo που επικρατεί στον Άγιο Παντελεήμονα.
«Αυτοαποκαλούμενες ομάδες πολιτών έχουν οργανωθεί σε ορισμένες περιοχές προκειμένου “να προστατεύσουν” και “να καθαρίσουν” τις γειτονιές. Στον Άγιο Παντελεήμονα “οι πολίτες” έχουν κλειδώσει την παιδική χαρά, για να εμποδίσουν τους αλλοδαπούς να περνούν χρόνο εκεί» αναφέρει το Παρατηρητήριο.
Απαιτούνται μέτρα
Η οργάνωση καλεί τη νέα κυβέρνηση να προβεί σε άμεσα βήματα για την αντιμετώπιση της ξενοφοβικής βίας, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων:
1 Να επιδείξει αποφασιστικότητα, καταδικάζοντας δημόσια την ξενοφοβική βία και διαμηνύοντας ότι θα επιδείξει μηδενική ανοχή στην εκδικητική βία κατά των μεταναστών.
2 Να αναπτύξει κατάλληλους αστυνομικούς που να γνωρίζουν τα σημεία έντασης προκειμένου να συλλαμβάνουν τους δράστες επ’ αυτοφώρω.
3 Να βελτιώσει την έρευνα και δίωξη των εγκλημάτων μίσους από την αστυνομία και τις εισαγγελικές αρχές, μέσω κατάρτισης, καλύτερης καθοδήγησης και δημιουργίας κεντρικής βάσης δεδομένων της αστυνομίας.
4 Να διασφαλίσει ότι οι μετανάστες χωρίς χαρτιά δεν θα αντιμετωπίσουν ποτέ ξανά την απειλή κράτησης ή απέλασης σε περίπτωση καταγγελίας εγκλήματος μίσους.
Προφανώς, για να αντιμετωπιστεί η ξενοφοβική βία, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η πολιτική βούληση. Κάτι, βέβαια, που μάλλον δεν μπορεί να περιμένει κανείς από την κυβέρνηση Σαμαρά (και λοιπών... υπεύθυνων εταίρων), η οποία σύρεται – στο θέμα αυτό – πίσω από το ξενοφοβικό ακροατήριο της Χρυσής Αυγής, υποθάλποντας έτσι τον εκφασισμό της κοινωνίας..
Το Παρατηρητήριο επισημαίνει ότι, παρά την αποδεδειγμένη αύξηση της βίας, η αστυνομία απέτυχε να δράσει αποτελεσματικά προκειμένου να προστατέψει τα θύματα και να αναγκάσει τους δράστες των επιθέσεων να λογοδοτήσουν ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της έρευνας που διενήργησε το Παρατηρητήριο για την ξενοφοβική βία, πήρεσυνεντεύξεις από 59 άτομα που έπεσαν θύματα ρατσιστικής βίας το διάστημα από τον Αύγουστο του 2009 μέχρι τον Μάιο του 2012.
Μεταξύ των θυμάτων, ήταν μετανάστες και αιτούντες άσυλο εννέα διαφορετικών εθνικοτήτων και δύο έγκυοι γυναίκες.
Απουσία στρατηγικής
Όπως καταγγέλλει το Παρατηρητήριο, «οι αρχές δεν έχουν ακόμη αναπτύξει μια προληπτική στρατηγικήαστυνόμευσης, ενώ τα θύματα δεν ενθαρρύνονται να προβούν σε επίσημες καταγγελίες».
Ειδικότερα, το Human Rights Watch καταγγέλλει ότι υπάρχουν περιπτώσεις μεταναστών χωρίς χαρτιά, οι οποίοι, όταν επιχείρησαν να καταγγείλουν στην αστυνομία τις επιθέσεις που δέχτηκαν, οι αστυνομικές αρχές τους ενημέρωσαν ότι θα έπρεπε να κρατηθούν εάν επέμεναν στη διεξαγωγή αστυνομικής έρευνας.
Σε άλλες περιπτώσεις, όπως καταγγέλλεται, η αστυνομία αποθάρρυνε τα θύματα να καταγγείλουν τις επιθέσεις, υποστηρίζοντας πως θα ήταν μάταιο εάν δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν τους δράστες.
Ένα άλλο στοιχείο που επισημαίνεται στην έκθεση - ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί -, είναι ότι στη χώρα μας δεν έχει υπάρξει καμία καταδίκη για ρατσιστικόέγκλημα σύμφωνα με τον νόμο του 2008 για τα εγκλήματα μίσους.
Ειδική αναφορά γίνεται και για την παράλογη υποχρέωση καταβολής παράβολου 100 ευρώ προκειμένου κάποιος να προβεί σε καταγγελία. «Όσοι επέμειναν (να προβούν σε καταγγελία), ενημερώθηκαν ότι θα έπρεπε να πληρώσουν ένα παράβολο 100 ευρώ. Η Ελλάδα εισήγαγε το συγκεκριμένο τέλος το 2010 προκειμένου να αποθαρρύνει τις επιπόλαιες προσφυγές» σημειώνει το Human Rights Watch, προσθέτοντας ωστόσο ότι «αυτό το τέλος δεν θα έπρεπε ποτέ να επιβάλλεται σε εκείνους που καταγγέλλουν εγκλήματα μίσους».
«Άτομα που προέρχονται από εμπόλεμες ζώνες, αποφεύγουν να κυκλοφορήσουν το βράδυ στην Αθήνα, λόγω του φόβου ότι θα δεχθούν επίθεση» αναφέρει σε σχετικό άρθρο που φιλοξενείται στην ιστοσελίδα του Human Rights Watch η Τζούντιθ Σάδερλαντ, ερευνήτρια της οργάνωσης για τη Δυτική Ευρώπη. «Η οικονομική κρίση και η μετανάστευση δεν δικαιολογούν την αποτυχία της Ελλάδας να αντιμετωπίσει τη βία, που διαρρηγνύει τον κοινωνικό ιστό» προσθέτει.
Οι περισσότερες επιθέσεις, όπως σημειώνει το Παρατηρητήριο, λαμβάνουν χώρα τις νύχτες, κοντά σε πλατείες. «Οι δράστες δουλεύουν σε ομάδες, φορούν σκουρόχρωμα ρούχα και έχουν συνήθως καλυμμένα τα πρόσωπά τους με μαντίλια ή κράνη» σημειώνει το Human Rights Watch και συνεχίζει: «οι επιτιθέμενοι φέρουν συνήθως ρόπαλα ή σπασμένα μπουκάλια ως όπλα. Οι περισσότερες επιθέσεις συνοδεύονται από προσβολές και απειλές για να φύγουν οι μετανάστες από την Ελλάδα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις οι δράστες ληστεύουν τα θύματα».
Πύλη εισόδου
Στο ίδιο άρθρο υπάρχει εκτενής αναφορά για το μεταναστευτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα μας. Όπως τονίζει το Παρατηρητήριο, από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 η Ελλάδα έχει γίνει η κύρια πύλη εισόδου των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο από την Ασία και την Αφρική στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Δεν λείπουν ωστόσο οι έντονες επικρίσεις για τη διαχείριση του προβλήματος από τις κυβερνήσεις της χώρας τα προηγούμενα χρόνια. Ειδικότερα το Human Rights Watch καταλογίζει στην Ελλάδα χρόνια κακοδιαχείριση στις πολιτικές μετανάστευσης και χορήγησης ασύλου, ενώ επισημαίνει πως η βαθιά οικονομική κρίση επέτεινε το πρόβλημα.
«Τα δημογραφικά στοιχεία της πρωτεύουσας έχουν αλλάξει. Στο κέντρο της Αθήνας ιδίως, διαβιεί σε συνθήκες ακραίας φτώχειας ένας μεγάλος πληθυσμός αλλοδαπών που καταλαμβάνει εγκαταλελειμμένα κτίρια, πλατείες και πάρκα» αναφέρει και σημειώνει πως η ανησυχία για την αύξηση της εγκληματικότητας και την αστική υποβάθμιση έχει καταστεί κυρίαρχο στοιχείο στις καθημερινές συζητήσεις και τον πολιτικό λόγο.
Όπως είναι φυσικό, ειδική αναφορά γίνεται στην αύξηση της δύναμης της Χρυσής Αυγής και στην είσοδό της στη Βουλή, αλλά και στο status quo που επικρατεί στον Άγιο Παντελεήμονα.
«Αυτοαποκαλούμενες ομάδες πολιτών έχουν οργανωθεί σε ορισμένες περιοχές προκειμένου “να προστατεύσουν” και “να καθαρίσουν” τις γειτονιές. Στον Άγιο Παντελεήμονα “οι πολίτες” έχουν κλειδώσει την παιδική χαρά, για να εμποδίσουν τους αλλοδαπούς να περνούν χρόνο εκεί» αναφέρει το Παρατηρητήριο.
Απαιτούνται μέτρα
Η οργάνωση καλεί τη νέα κυβέρνηση να προβεί σε άμεσα βήματα για την αντιμετώπιση της ξενοφοβικής βίας, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων:
1 Να επιδείξει αποφασιστικότητα, καταδικάζοντας δημόσια την ξενοφοβική βία και διαμηνύοντας ότι θα επιδείξει μηδενική ανοχή στην εκδικητική βία κατά των μεταναστών.
2 Να αναπτύξει κατάλληλους αστυνομικούς που να γνωρίζουν τα σημεία έντασης προκειμένου να συλλαμβάνουν τους δράστες επ’ αυτοφώρω.
3 Να βελτιώσει την έρευνα και δίωξη των εγκλημάτων μίσους από την αστυνομία και τις εισαγγελικές αρχές, μέσω κατάρτισης, καλύτερης καθοδήγησης και δημιουργίας κεντρικής βάσης δεδομένων της αστυνομίας.
4 Να διασφαλίσει ότι οι μετανάστες χωρίς χαρτιά δεν θα αντιμετωπίσουν ποτέ ξανά την απειλή κράτησης ή απέλασης σε περίπτωση καταγγελίας εγκλήματος μίσους.
Προφανώς, για να αντιμετωπιστεί η ξενοφοβική βία, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η πολιτική βούληση. Κάτι, βέβαια, που μάλλον δεν μπορεί να περιμένει κανείς από την κυβέρνηση Σαμαρά (και λοιπών... υπεύθυνων εταίρων), η οποία σύρεται – στο θέμα αυτό – πίσω από το ξενοφοβικό ακροατήριο της Χρυσής Αυγής, υποθάλποντας έτσι τον εκφασισμό της κοινωνίας..