Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

Ρετρό ιδεολογήματα αντί για πρόγραμμα ανάπτυξης, του Γιώργου Σταθάκη

url.jpg
   Επί δύο ημέρες στη Βουλή η κυβέρνηση επαναλάμβανε μία μονοσήμαντη φράση, μία απλή
   εξίσωση, ένα επαναλαμβανόμενο αφήγημα: ανάπτυξη = ιδιωτικοποιήσεις.

Και επειδή κάθε αφήγημα οφείλουμε να το θέτουμε στην κρίση της πραγματικότητας, της ιστορικής πραγματικότητας ή της τωρινής πραγματικότητας, η σύντομη αναδρομή στην ιστορία των ιδιωτικοποιήσεων στην Ελλάδα είναι επιβεβλημένη. Σε σύγκριση φυσικά με παρόμοιες οικονομίες, εν προκειμένω τις ευρωπαϊκές οικονομίες ή αυτές του ΟΟΣΑ.

Ο πίνακας 1 αναλύει την ένταση των ιδιωτικοποιήσεων στη δεκαετία του 1990
γή
 στις χώρες του ΟΟΣΑ. Σε αυτή τη διεθνή κατάταξη το συμπέρασμα βγαίνει αβίαστα. Η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια των ιδιωτικοποιήσεων ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ, με μόνο ανταγωνιστή την Πορτογαλία η οποία κατέχει με διαφορά την πρώτη θέση. Αντίθετα οι οικονομίες που βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις είναι η Νορβηγία, Δανία, η Γερμανία, η Γαλλία, το Βέλγιο και η Ολλανδία.



Ιδιωτικοποιήσεις στη δεκαετία του 1990

Πίνακας 1


Ιδιωτικοπ. (%ΑΕΠ) Ένταση ιδιωτικοπ.

Βέλγιο 3 0,34

Γαλλία 4,2 0,29

Γερμανία 1,1 0,09

Δανία 2,9 0,21

Ελλάδα 8,8 0,79

Ιταλία 8,2 0,66

Νορβηγία 1,7 0,07

Ολλανδία 2,7 0,33

Πορτογαλία 20,2 1,22

Ε.Ε. 15 4,2 -




Πηγή: Schneider F., 2003, “Privatization in OECD counties”.



Τα στοιχεία είναι σοκαριστικά και άκρως αποκαλυπτικά. Εάν είχαμε διπλάσιο ρυθμό ιδιωτικοποιήσεων από τον μέσο όρο της Ε.Ε. των 15, τότε το επιχείρημα περί μεγάλου κρατικού επιχειρηματικού τομέα, κρατισμού και μια πληθώρα άλλων ιδεολογημάτων ακυρώνεται.

Εν πολλοίς διαπιστώνεται ένα απλό και γνωστό στους οικονομολόγους δεδομένο. Ότι η Ελλάδα έχει το 2012 από τους μικρότερους, αν όχι τον μικρότερο κρατικό επιχειρηματικό τομέα σε ολόκληρη την Ε.Ε. Η Γερμανία για παράδειγμα έχει φυσικά κρατικές τράπεζες (τη μεγαλύτερη μάλιστα που ελέγχει το 40% του συστήματος), κρατικό ΟΤΕ (ο οποίος μάλιστα αγόρασε τον ελληνικό όταν ιδιωτικοποιήθηκε) και πληθώρα άλλων κρατικών εταιρειών σε αρκετούς κλάδους της οικονομίας.

Ο πίνακας 2 παρουσιάζει την ιστορία των ιδιωτικοποιήσεων ανά έτος. Ξεχωρίζουν οι ιδιωτικοποιήσεις της περιόδου Μητσοτάκη και φυσικά η περίοδος Σημίτη που κατέχει το απόλυτο ρεκόρ. Η πρώτη περίοδος οδήγησε στην ιδιωτικοποίηση των “προβληματικών” της δεκαετίας του 1980. Η δεύτερη περιέλαβε το σύνολο των τραπεζών, τις τηλεπικοινωνίες, ό,τι απέμεινε από τις “προβληματικές” και φυσικά απέδωσε στον ιδιωτικό τομέα το σύνολο των νέων μεγάλων έργων (αεροδρόμια, δρόμοι, γέφυρες).

Ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα, 1991-2008

Πίνακας 2


Αριθμός Εσοδα (% ΑΕΠ)

1991-1993 13 1,2

1993-1996 1 0,3

1996-2000 26 5,8

2000-2004 18 3,3

2004-2008 8 4,2




Ιδιωτικοποιήσεις: ΠΑΣΟΚ 40, Ν.Δ. 23

Πηγή: Στοιχεία από Privatization Barometer



Στην περίοδο Σημίτη η ιδέα των ιδιωτικοποιήσεων έθεσε τον τραπεζικό τομέα και το χρηματιστήριο οδηγούς της αυτόματης ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, διαλύοντας ταυτόχρονα το σύνολο των αναπτυξιακών θεσμών του κράτους που αφορούσαν στο σχεδιασμό, χωροταξικό, περιφερειακό, κλαδικό και τις τράπεζες ειδικού σκοπού και συνέβαλε στη διάλυση των συνεταιρισμών και πληθώρας άλλων τοπικών ή κεντρικών θεσμών.

Η ιδέα της αυτόματης ανάπτυξης μέσω των ελεύθερων αγορών και της καθοδήγησης του τραπεζικού συστήματος μπορεί να δοκιμάστηκε το 2000 με την κατάρρευση του χρηματιστηρίου, αλλά στη συνέχεια συνέβαλε τα μέγιστα στην ολοκλήρωση ενός κύκλου υπερεπένδυσης σε τουρισμό, παραθεριστική κατοικία, αυτοκινητόδρομους, real estate, εμπορικά κέντρα, ακτοπλοΐα, τηλεπικοινωνίες κ.ο.κ. Αυτή η υπερεπένδυση στηρίχθηκε στην απρόσκοπτη συνέχιση του δημόσιου δανεισμού για να συντηρεί τη ζήτηση και την έκρηξη του ιδιωτικού δανεισμού. Αυτό έσκασε με την κρίση και η αναβίωση της ίδιας στρατηγικής ανάπτυξης το 2012 φανερώνει πόσο ευφάνταστες παραμένουν οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ της χώρας. Πρόκειται για οικονομική τραγωδία.

Εάν τα παραπάνω στοιχεία μας είναι σωστά, τότε η Ελλάδα δεν θα πρέπει να έχει πολλές επιχειρήσεις προς ιδιωτικοποίηση. Και αυτό είναι γεγονός. Η τρόικα, ως γνωστόν δεν βρίσκει τι να πουλήσει. Το Μνημόνιο, ως γνωστόν έθεσε ως στόχο των ιδιωτικοποιήσεων τα περίφημα 50 δισ., τα οποία θεωρητικά θα πάνε για αποπληρωμή του δημόσιου χρέους.

Ο τρόπος με τον οποίο υπολογίστηκαν τα 50 δισ. είναι μαγικός. Το ΔΝΤ στην έκθεση του Μαρτίου που συνοδεύει το Μνημόνιο 2 μας εξηγεί πώς έγινε ο υπολογισμός σ' έναν ειδικό πίνακα που παραθέτει με βάση την εμπειρία των ιδιωτικοποιήσεων από τις χώρες στις οποίες ενεπλάκη το ΔΝΤ στη δεκαετία του 1990. Έτσι εκεί η Ελλάδα συγκρίνεται με τη Λετονία, την Παραγουάη, τη Νιγηρία και καμιά δεκαριά ακόμα χώρες. Στις χώρες αυτές οι ιδιωτικοποιήσεις κινήθηκαν από 17 έως 23% του ΑΕΠ. Συνεπώς το ΔΝΤ εκτιμά ότι ο μέσος όρος του 20% είναι κατάλληλος για την Ελλάδα. Το 20% του ελληνικού ΑΕΠ που το 2009 ήταν 250 δισ. είναι ακριβώς 50 δισ.

Μετά από αυτήν την “επιστημονική” μέθοδο, το ΔΝΤ αναζητά τα 50 δισ. και ανακαλύπτει ότι όλες οι κρατικές εταιρείες στην Ελλάδα αξίζουν μετά βίας 9 δισ. Οι κρατικές συμμετοχές είναι άλλα 5 δις. Συνεπώς όλα μαζί μας κάνουν 14 (ΔΕΗ, νερό, ΟΠΑΠ, δύο μικρές τράπεζες, πετρέλαια, Ελ. Βενιζέλος) και αναφέρονται σ' έναν σκληρό πυρήνα επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας. Τα 14 δισ. αντιστοιχούν σε 6-7% του ΑΕΠ και συνάδουν με την προηγούμενη ανάλυσή μας ότι έχουν ήδη ιδιωτικοποιηθεί εταιρείες που αντιστοιχούν στο 15% του ΑΕΠ.

Τι μένει για να φθάσουμε τα 50 δισ. ευρώ; Η απάντηση είναι απλή: γη, γη, γη. Το σκεπτικό είναι πλέον αποτρόπαιο. Η δημόσια γη δεν πωλείται βάσει του Συντάγματος. Δεν αξιοποιείται καν καθώς προορίζεται για δημόσιες χρήσεις που αφορούν τα κλασικά πράγματα που κάνει το κράτος: δάση, πάρκα, χώροι πρασίνου, παραλίες, πολιτιστικές υποδομές, εκπαιδευτικές υποδομές. Το κράτος είναι ιδιοκτήτης γης για να αποτρέπει την εμπορική χρήση της γης, για την οποία προορίζεται η ιδιωτική γη, και για να προσφέρει βασικές δημόσιες υπηρεσίες σε όλους του πολίτες.

Το Μνημόνιο αντιστρέφει τη συνταγματική επιταγή. Εάν δεν έχετε τι να πουλήσετε, πουλήστε γη. Μόνο που και πάλι το επιχείρημα αντιστρέφεται. Να την πουλήσουμε για να αναπτύξουμε το είδος των δραστηριοτήτων που συνάδει με τη γη, real estate κάθε μορφής και είδους, το οποίο αποτελεί τον κατ' εξοχήν τομέα υπερεπένδυσης που ήταν μέρος της κρίσης και εν μέσω της κρίσης δοκιμάζεται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Το κενό περιεχομένου “αναπτυξιακό πρόγραμμα” της κυβέρνησης ξεδιπλώνεται με την επίκληση ρετρό ιδεολογημάτων περί κράτους και αγορών.

αναδημοσίευση από την Αυ