Στη Λέσβο κάποιοι επιμένουν στο όνομα της ανθρωπιάς.
«Φυσάει κόντρα σε ολάκερη γη, τ’ άγρια πετούμενα δεν βρίσκουν πηγή, δεν αντέχω της βολής τη σιγή. Και “δώ, απ’ τον τόπο που έζησα τη φυγή, ρίχνω αλάτι στη βαθιά τους πληγή, τάζομαι πρόσφυγας και σε καλό να μου βγει» (Από το τραγούδι «Φυσάει κόντρα», Active member 2002).
Aπό τον περασμένο Αύγουστο 1.200 πρόσφυγες έχουν συλληφθεί στη Λέσβο για παράνομη είσοδο στη χώρα. Τα δρακόντεια μέτρα στα σύνορα του Εβρου, στο όνομα της Ευρώπης – φρούριο, στέλνει τους πρόσφυγες από το Αφγανιστάν και τη Συρία να προσεγγίσουν την Ελλάδα μέσω θαλάσσης.
Το τελευταίο διάστημα σημειώνονται δεκάδες αφίξεις ανθρώπων που επιλέγουν να διαβούν τα σύνορα παράνομα από τα απέναντι τουρκικά παράλια, παρά να παραμείνουν στην πατρίδα τους, όπου η ζωή τους απειλείται καθημερινά.
Στις 14 Δεκεμβρίου, 29 από αυτούς δεν έφτασαν ποτέ στον προορισμό τους γιατί, σύμφωνα με τη μαρτυρία του μοναδικού επιζώντα, η βάρκα στην οποία επέβαιναν ανετράπη. 21 σοροί βρέθηκαν τις δύο επόμενες μέρες, ενώ οι υπόλοιποι συνεπιβάτες του, μεταξύ των οποίων μικρά παιδιά, αγνοούνται.
Το «πρωτόκολλο» του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη είναι βασανιστικά αργό για όσους επιθυμούν να αποχωρήσουν. Οι τοπικές αρχές, Λιμενικό και Αστυνομία ακολουθώντας άνωθεν εντολές, κρατούν για αρκετές μέρες τους πρόσφυγες στα κρατητήρια, προκειμένου να μην ταραχτεί η «καθαρή» όψη της Αθήνας. Και τα κρατητήρια όμως δεν χωρούν πολύ κόσμο. Μέσα στον Νοέμβριο έγινε η πρώτη απεργία πείνας από τους μετανάστες για τις συνθήκες κράτησής τους.
Οι επόμενες «φουρνιές» περίμεναν στο λιμάνι, στο πάρκο και τους δρόμους της Μυτιλήνης, αφού Λιμενικό και Αστυνομία δεν τους συλλάμβανε, προκειμένου να τους παραχωρήσουν τα απαραίτητα έγγραφα για να ταξιδέψουν. Σήμερα η διαδικασία έχει ως εξής: οι πρόσφυγες καταφτάνουν τις πρώτες πρωινές ώρες, πηγαίνουν στις αρμόδιες αρχές για να παραδοθούν, αλλά μάταια. Οι αρχές τούς διώχνουν.
Το Χωριό τού Ολοι μαζί
Οταν ο συγγραφέας Σωκράτης Ματζουράνης έγραφε το βιβλίο «Το Χωριό τού Ολοι μαζί» σίγουρα δεν μπορούσε να φανταστεί ότι το παραμύθι του για τα παιδιά θα γινόταν δίκτυο 27 εθελοντικών οργανώσεων, που θα γίνονταν φωτεινό και συνάμα συγκλονιστικό παράδειγμα αλληλεγγύης. Ο Γιώργος Παπαπορφυρίου είναι πρόεδρος της Συνύπαρξης και Eπικοινωνίας στο Αιγαίο που συμμετέχει στο Χωριό τού Ολοι μαζί.
«Αρχικά φτιάξαμε το δίκτυο για να συνεισφέρουμε σε Μυτιληνιούς συμπολίτες μας που βρίσκονται σε δύσκολη κατάσταση. Οταν όμως είδαμε μετανάστριες έγκυες στον δρόμο, πήγαμε στον δήμο και ζητήσαμε το κλειδί για τις κατασκηνώσεις.
Από την 1η Δεκεμβρίου παρέχουμε στέγη και φαγητό τρεις φορές τη μέρα στους μετανάστες που δεν παραλαμβάνει η Αστυνομία. Σε αυτό, πέρα από τους ντόπιους, βοηθά και το Πανεπιστήμιο Αιγαίου που διαθέτει 25 μερίδες καθημερινά από τη λέσχη σίτισης. Επίσης λειτουργεί ιατρείο με τη βοήθεια των Γιατρών χωρίς σύνορα και τη διάθεση φαρμάκων από πολίτες από τις 3 έως τις 5 το απόγευμα».
Η κατάσταση όμως δυσκολεύει καθημερινά, καθώς, ενώ το χωριό ξεκίνησε φιλοξενώντας 40 πρόσφυγες, ο αριθμός πολλαπλασιαζόταν καθημερινά, ενώ η κρατική αδιαφορία γιγαντώθηκε.
«Τέσσερις εβδομάδες μετά η Αστυνομική Διεύθυνση, καθηλωμένη από οδηγίες του υπουργείου, πετάει σε εμάς το μπαλάκι της υποχρέωσης περίθαλψης αυτών των ανθρώπων -για απροσδιόριστο μάλιστα χρονικό διάστημα- και της ασφαλούς διαμονής τους. Απεγνωσμένοι τρέχουμε να αντιμετωπίσουμε τις αυξανόμενες ανάγκες τους, ενώ οι Αρχές εξακολουθούν να εφαρμόζουν τις ίδιες βραδυκίνητες γραφειοκρατικές πρακτικές.
Εμείς σταθήκαμε ενεργά αλληλέγγυοι στους συνανθρώπους μας και δεν θα σταματήσουμε να το κάνουμε με όσα μέσα και δυνάμεις διαθέτουμε. Αν εσείς δεν αποφασίσετε να πάρετε το παραμικρό μέτρο και τις ευθύνες που σας αναλογούν για να προστατέψετε το επιτυχημένο μέχρι στιγμής εγχείρημα, η προσπάθεια μας τίθεται σε κίνδυνο», αναφέρουν οι εθελοντές απευθυνόμενοι στον Δήμο και την Αστυνομία.
«Ακόμα έχω μελανιές»
Ο Ριζά είναι 27 χρόνων και μένει στο Χωριό τού Όλοι μαζί εδώ και τρεις μέρες μαζί με τη γυναίκα του και τα δυο του παιδιά 4 και 5 χρόνων.
«Εδώ και 4 μήνες φύγαμε από το Αφγανιστάν, γιατί μας κυνηγούσαν οι Ταλιμπάν. Είμαστε στη φυλή Xαζαρά και μας μισούν, δεν ξέρω αν το ξέρεις γιατί εσείς είστε μακριά. Απειλούσαν την οικογένειά μου ότι θα τη σκοτώσουν. Πήγαμε στο Ιράν και μετά στην Τουρκία.
Μείναμε ένα μήνα στη φυλακή, δεν ξέρω πού βρισκόμασταν, δεν επιτρέπεται να βλέπεις, αλλά κατάλαβα ότι ήμασταν Ιστανμπούλ. Δεν είδα τη γυναίκα και τα παιδιά μου ένα μήνα, απαγορεύεται να είσαι με γυναίκα στη φυλακή. Ηταν πολύ άσχημα, το πιο άσχημο όμως ήταν στο Ιράν. Εκεί μας έδερναν νύχτα-μέρα, ακόμα έχω μελανιές στο πόδι μου, κοίτα».
Ο Ριζά ξέρει αγγλικά και μεταφράζει στους εθελοντές. Καθώς μου μίλαγε μαζεύτηκαν γύρω μας άλλοι πέντε συμπατριώτες του. Τους εξήγησε για τι μιλάμε και όλοι σήκωσαν τις φόρμες τους και μου έδειξαν μελανιές.
«Μόνο δουλειά και ειρήνη»
Ο Ριζά μού μεταφράζει, μιλά ο Μοχάμεντ: «Οι Ταλιμπάν έκαψαν το σπίτι μου, έπρεπε να φύγουμε αμέσως. Το παιδί μου είναι 3 χρόνων. Εδώ μόνο τους γιατρούς να σκεφτείς, είναι το καλύτερο μέρος. Ο αδερφός μου είναι στη Νορβηγία, μας περιμένει να πάμε. Δεν ξέρω τι θα συναντήσουμε από δω και πέρα, αλλά ελπίζουμε. Να μπεις στο ίντερνετ να δεις που έκαψαν τα σπίτια μας. Δεν θέλουμε να κάνουμε κακό σε κανέναν. Μόνο δουλειά και ειρήνη θέλουμε και να μας θέλουν, να μη μας διώχνουν».
«Δεν είμαστε μετανάστες, είμαστε πρόσφυγες!»
Ο Ριζά θέλει να πει για το ταξίδι του: «Από την Τουρκία βρήκαμε κάποιον και του είπαμε να φύγουμε, να πάμε στην Ευρώπη. Ζητήσαμε πρώτα άσυλο, τούς εξηγούσαμε επί μέρες. Δεν είμαστε μετανάστες, είμαστε πρόσφυγες! Εγώ δεν είχα καθόλου λεφτά, ο θείος μου που είναι στο Αφγανιστάν συνεννοήθηκε με τον άνθρωπο και του έβαλε τα λεφτά στην τράπεζα, μετά μας έβαλαν σε ένα καράβι. Ημασταν 35 μεγάλοι και 10 μικροί, ταξιδεύαμε 6 ώρες, νύχτα και κρύο. Δεν κάνει να σε δουν».
Τώρα χαμογελάει: «Εδώ είναι σαν να σε αγαπούν όλοι, μας φροντίζουν, μας εξετάζουν οι γιατροί, δεν είδαμε γιατρό τόσους μήνες και το παιδί είχε αρρωστήσει. Και άλλες γυναίκες που ήρθαν από το Αφγανιστάν είναι έγκυες, μόνο εδώ τις κοιτάζουν. Είναι σε προτεραιότητα, πρώτα γυναίκες έγκυες, μετά μικρά παιδιά, μετά όλοι εμείς. Εδώ μας βοηθούν όλοι. Μόνο ζεστό νερό δεν έχει για να κάνουμε μπάνιο, αλλά σήμερα ήρθε ένας κύριος και θα το φτιάξουν». «Και τώρα;», τον ρωτάω. «Και τώρα περιμένουμε, θα πάμε όπου μας δεχτούν δεν έχουμε προορισμό, αρκεί να έχει ειρήνη».
Γιατροί χωρίς Σύνορα
«Εδώ και 5 χρόνια βρίσκομαι σε αποστολές. Κατά σύμπτωση η πρώτη μου αποστολή ήταν εδώ όταν ήταν ανοιχτή η Παγανή», λέει ο επικεφαλής της ομάδας των Γιατρών χωρίς Σύνορα, Χρήστος Γεωργιάδης, που βρίσκεται 1,5 μήνα στη Μυτιλήνη. Μόνο που το κολαστήριο της Παγανής, που έκλεισε μετά από πολλές κινητοποιήσεις, διεθνείς πιέσεις και πολυήμερες απεργίες πείνας από τους κρατούμενους δεν έχει καμία σχέση με το Χωριό τού Ολοι μαζί.
«Αυτό ήταν κέντρο κράτησης, εδώ είναι πολύ διαφορετικά», προσθέτει. «Οι εθελοντές φροντίζουν, ώστε να μη μείνουν στον δρόμο εκατοντάδες άνθρωποι. Εμείς δεν ξέρουμε πόσο θα μείνουμε εδώ, εξαρτάται από τις ανάγκες. Σε καμία περίπτωση όμως δεν βρισκόμαστε εδώ για να αντικαταστήσουμε κάποια δομή. Η λύση θα πρέπει να δοθεί κεντρικά. Εμείς καλύπτουμε τα κενά. Αυτή είναι η φύση της οργάνωσης των Γιατρών χωρίς Σύνορα».
Η Ανθή Καραγγελή είναι από τα πιο ενεργά μέλη του χωριού. Μου μιλάει και την ίδια ώρα μετρά τα καρτελάκια για να δει τα κενά που υπάρχουν στα σπιτάκια, ώστε να χωρέσει μια νέα οικογένεια που ήρθε στο χωριό. Δεν στεκόμαστε όσο μιλάμε. Περνάμε από τα σπιτάκια, στη φωτιά που έχει ανάψει μια παρέα προσφύγων για να ζεσταθεί, ακούγοντας από ένα μικρό κασετοφωνάκι τραγούδια με γνώριμες μελωδίες, αλλά άγνωστα ακούσματα. Μετά πάμε στην κουζίνα και μετά στο άτυπο ιατρείο, κάποιον ψάχνει, αλλά την ίδια ώρα τη ζητούν δεκάδες για να τη ρωτήσουν από κάτι.
Κι εκείνη όλο και ανατρέχει στα γραπτά της και μου λέει: «Οι Μυτιληνιοί μάς έχουν αφήσει άφωνους. Η ανταπόκριση έχει περάσει κάθε προσδοκία. Υπάρχει κόσμος ντόπιος που δυσκολεύεται, δεν έχει καθόλου χρήματα, κι όμως έρχεται μας το λέει και μας ζητά μακαρόνια και ρύζι. Τα παίρνει σπίτι του, τα μαγειρεύει και μετά έρχεται με τις κατσαρόλες για να προσφέρει φαγητό».
Η Ανθή στενοχωριέται γιατί σε λίγες μέρες θα πρέπει να αφήσει το χωριό για να πάει σε ελληνική αποστολή στη Γάζα. Γιατί τα κάνεις όλ’ αυτά; Πώς μπορείς; Τη ρωτώ και την ίδια στιγμή ντρέπομαι. Οχι για την κλισέ ερώτηση, ούτε για τη δική μου έλλειψη κουράγιου. Αλλά γιατί όποιος περάσει από το χωριό, τα λόγια περισσεύουν. Δεν θα δεις κανέναν να περιαυτολογεί ή να κατηχεί για τις καλές του πράξεις. Ολα δουλεύουν ρολόι.
«Δεν το κάνω ως υποχρέωση σε κάποιον, το κάνω επειδή μου αρέσει. Δεν μπορώ να αγνοώ το βλέμμα με το οποίο με κοιτούν, ούτε τους λόγους που έχουν αφήσει τις πατρίδες τους. Οταν γίνεται πόλεμος οι άνθρωποι δεν ψάχνουν για μια πιο ποιοτική ζωή, αλλά για μια ευκαιρία να ζήσουν».
«Η συντροφιά των Αρχαγγέλων»
Μία από τις οργανώσεις που συμμετέχουν στο χωριό του όλοι μαζί είναι η Συντροφιά των Αρχαγγέλων. «Είναι μια εθελοντική ομάδα 35 νέων του Ιερού Ναού Παμμεγίστων Ταξιαρχών στο Καγιάνι. Ξεκινήσαμε τον Μάιο του 2011 να δίνουμε τρόφιμα σε συγχωριανούς μας που το είχαν ανάγκη. Εχουμε και μουσική ομάδα. Τώρα αγοράζουμε τρόφιμα, τα μαγειρεύουμε και τα φέρνουμε στις κατασκηνώσεις. Ευτυχώς είναι όλη η ενορία στο πλευρό μας και δεν έχουμε να αντιμετωπίσουμε ρατσισμό», λέει ο διάκονος του ναού, Νικόλαος Μαυρουδής και συμπληρώνει: «Αυτό που συμβαίνει δεν μπορούμε ούτε να το αντέξουμε, ούτε να το αποτρέψουμε.
Ολοι οι άνθρωποι που έρχονται με τα παιδιά τους στη χώρα μας ψάχνουν ένα καλύτερο μέλλον γιατί στην πατρίδα τους δεν μπορούσαν να το έχουν». Κάθε Κυριακή, μετά τη λειτουργία, η συντροφιά των αγγέλων μοιράζει πλαστικά τάπερ στους κατοίκους του χωριού: «Τα δίνουμε άδεια, κι όποιος θέλει βάζει μερίδα από το φαγητό που έχει φτιάξει το μεσημέρι. Στη συνέχεια γυρνάμε τα σπίτια, παίρνουμε τα τάπερ και τα φέρνουμε εδώ. Ενώ λοιπόν περιμέναμε να μαζέψουμε 50 τάπερ, μαζέψαμε 80, γιατί οι συγχωριανοί έδωσαν παραπάνω μερίδες και προσέφεραν και κάλτσες, και ρούχα και κουβέρτες!».
Στο χωριό του όλοι μαζί έμεναν την προηγούμενη εβδομάδα 140 πρόσφυγες, κυρίως από το Αφγανιστάν και σε μικρότερο βαθμό από τη Σομαλία και τη Συρία. Ο αριθμός όμως δεν είναι πάντα ίδιος, εξαρτάται από τις αφίξεις και από τους χειρισμούς της Αστυνομίας σε σχέση με τις συλλήψεις. «Η Αστυνομία έρχεται εδώ και μετά βγάζει δελτίο Τύπου ότι και καλά συνέλαβε αλλοδαπούς για παράνομη είσοδο στη χώρα», πετάγεται η Μαρία. Πραγματικά, όποιος παρατηρήσει τη διαδικασία διαμονής και αποχώρησης από τις κατασκηνώσεις το διαπιστώνει. Πρώτη φορά είδα ανθρώπους και μικρά παιδιά να λαχταρούν που βλέπουν την κλούβα.
«Είμαστε στη σειρά να φύγουμε!», φωνάζει ο 32χρονος Αλίζε που μαζί με τη γυναίκα του και τα δυο του παιδιά πακετάρουν τα πράγματά τους και ετοιμάζονται να… συλληφθούν. Σήμερα οι δημοτικές κατασκηνώσεις άδειασαν γιατί η Αστυνομία έβγαλε όλα τα έγγραφα και οι πρόσφυγες αποχώρησαν. Μένουν όμως ανοιχτές, με τους εθελοντές να παραμένουν εκεί με βάρδιες. «Οσο υπάρχουν άνθρωποι που υποφέρουν, θα υπάρχουν και άνθρωποι αποφασισμένοι να τους βοηθήσουν».
*Διαβάστε: Το Χωριό τού Ολοι μαζί. Σωκράτης Μαντζουράνης – εικονογράφηση Αννίτα Ουγουρλόγλου. – Αθήνα, Καμπύλη, 2011. Ο Μυτιληνιός συγγραφέας Σωκράτης Ματζουράνης έγραψε ένα παραμύθι, «»όχι σαν αυτά που λένε οι πολιτικοί στον λαό», αλλά αυτά που λένε οι παππούδες στα εγγόνια τους, για τον κόσμο που είναι στο χέρι
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτ(ρι)ών
xoriooloimazi.blogspot.gr
Aπό τον περασμένο Αύγουστο 1.200 πρόσφυγες έχουν συλληφθεί στη Λέσβο για παράνομη είσοδο στη χώρα. Τα δρακόντεια μέτρα στα σύνορα του Εβρου, στο όνομα της Ευρώπης – φρούριο, στέλνει τους πρόσφυγες από το Αφγανιστάν και τη Συρία να προσεγγίσουν την Ελλάδα μέσω θαλάσσης.
Το τελευταίο διάστημα σημειώνονται δεκάδες αφίξεις ανθρώπων που επιλέγουν να διαβούν τα σύνορα παράνομα από τα απέναντι τουρκικά παράλια, παρά να παραμείνουν στην πατρίδα τους, όπου η ζωή τους απειλείται καθημερινά.
Στις 14 Δεκεμβρίου, 29 από αυτούς δεν έφτασαν ποτέ στον προορισμό τους γιατί, σύμφωνα με τη μαρτυρία του μοναδικού επιζώντα, η βάρκα στην οποία επέβαιναν ανετράπη. 21 σοροί βρέθηκαν τις δύο επόμενες μέρες, ενώ οι υπόλοιποι συνεπιβάτες του, μεταξύ των οποίων μικρά παιδιά, αγνοούνται.
Το «πρωτόκολλο» του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη είναι βασανιστικά αργό για όσους επιθυμούν να αποχωρήσουν. Οι τοπικές αρχές, Λιμενικό και Αστυνομία ακολουθώντας άνωθεν εντολές, κρατούν για αρκετές μέρες τους πρόσφυγες στα κρατητήρια, προκειμένου να μην ταραχτεί η «καθαρή» όψη της Αθήνας. Και τα κρατητήρια όμως δεν χωρούν πολύ κόσμο. Μέσα στον Νοέμβριο έγινε η πρώτη απεργία πείνας από τους μετανάστες για τις συνθήκες κράτησής τους.
Οι επόμενες «φουρνιές» περίμεναν στο λιμάνι, στο πάρκο και τους δρόμους της Μυτιλήνης, αφού Λιμενικό και Αστυνομία δεν τους συλλάμβανε, προκειμένου να τους παραχωρήσουν τα απαραίτητα έγγραφα για να ταξιδέψουν. Σήμερα η διαδικασία έχει ως εξής: οι πρόσφυγες καταφτάνουν τις πρώτες πρωινές ώρες, πηγαίνουν στις αρμόδιες αρχές για να παραδοθούν, αλλά μάταια. Οι αρχές τούς διώχνουν.
Το Χωριό τού Ολοι μαζί
Οταν ο συγγραφέας Σωκράτης Ματζουράνης έγραφε το βιβλίο «Το Χωριό τού Ολοι μαζί» σίγουρα δεν μπορούσε να φανταστεί ότι το παραμύθι του για τα παιδιά θα γινόταν δίκτυο 27 εθελοντικών οργανώσεων, που θα γίνονταν φωτεινό και συνάμα συγκλονιστικό παράδειγμα αλληλεγγύης. Ο Γιώργος Παπαπορφυρίου είναι πρόεδρος της Συνύπαρξης και Eπικοινωνίας στο Αιγαίο που συμμετέχει στο Χωριό τού Ολοι μαζί.
«Αρχικά φτιάξαμε το δίκτυο για να συνεισφέρουμε σε Μυτιληνιούς συμπολίτες μας που βρίσκονται σε δύσκολη κατάσταση. Οταν όμως είδαμε μετανάστριες έγκυες στον δρόμο, πήγαμε στον δήμο και ζητήσαμε το κλειδί για τις κατασκηνώσεις.
Από την 1η Δεκεμβρίου παρέχουμε στέγη και φαγητό τρεις φορές τη μέρα στους μετανάστες που δεν παραλαμβάνει η Αστυνομία. Σε αυτό, πέρα από τους ντόπιους, βοηθά και το Πανεπιστήμιο Αιγαίου που διαθέτει 25 μερίδες καθημερινά από τη λέσχη σίτισης. Επίσης λειτουργεί ιατρείο με τη βοήθεια των Γιατρών χωρίς σύνορα και τη διάθεση φαρμάκων από πολίτες από τις 3 έως τις 5 το απόγευμα».
Η κατάσταση όμως δυσκολεύει καθημερινά, καθώς, ενώ το χωριό ξεκίνησε φιλοξενώντας 40 πρόσφυγες, ο αριθμός πολλαπλασιαζόταν καθημερινά, ενώ η κρατική αδιαφορία γιγαντώθηκε.
«Τέσσερις εβδομάδες μετά η Αστυνομική Διεύθυνση, καθηλωμένη από οδηγίες του υπουργείου, πετάει σε εμάς το μπαλάκι της υποχρέωσης περίθαλψης αυτών των ανθρώπων -για απροσδιόριστο μάλιστα χρονικό διάστημα- και της ασφαλούς διαμονής τους. Απεγνωσμένοι τρέχουμε να αντιμετωπίσουμε τις αυξανόμενες ανάγκες τους, ενώ οι Αρχές εξακολουθούν να εφαρμόζουν τις ίδιες βραδυκίνητες γραφειοκρατικές πρακτικές.
Εμείς σταθήκαμε ενεργά αλληλέγγυοι στους συνανθρώπους μας και δεν θα σταματήσουμε να το κάνουμε με όσα μέσα και δυνάμεις διαθέτουμε. Αν εσείς δεν αποφασίσετε να πάρετε το παραμικρό μέτρο και τις ευθύνες που σας αναλογούν για να προστατέψετε το επιτυχημένο μέχρι στιγμής εγχείρημα, η προσπάθεια μας τίθεται σε κίνδυνο», αναφέρουν οι εθελοντές απευθυνόμενοι στον Δήμο και την Αστυνομία.
«Ακόμα έχω μελανιές»
Ο Ριζά είναι 27 χρόνων και μένει στο Χωριό τού Όλοι μαζί εδώ και τρεις μέρες μαζί με τη γυναίκα του και τα δυο του παιδιά 4 και 5 χρόνων.
«Εδώ και 4 μήνες φύγαμε από το Αφγανιστάν, γιατί μας κυνηγούσαν οι Ταλιμπάν. Είμαστε στη φυλή Xαζαρά και μας μισούν, δεν ξέρω αν το ξέρεις γιατί εσείς είστε μακριά. Απειλούσαν την οικογένειά μου ότι θα τη σκοτώσουν. Πήγαμε στο Ιράν και μετά στην Τουρκία.
Μείναμε ένα μήνα στη φυλακή, δεν ξέρω πού βρισκόμασταν, δεν επιτρέπεται να βλέπεις, αλλά κατάλαβα ότι ήμασταν Ιστανμπούλ. Δεν είδα τη γυναίκα και τα παιδιά μου ένα μήνα, απαγορεύεται να είσαι με γυναίκα στη φυλακή. Ηταν πολύ άσχημα, το πιο άσχημο όμως ήταν στο Ιράν. Εκεί μας έδερναν νύχτα-μέρα, ακόμα έχω μελανιές στο πόδι μου, κοίτα».
Ο Ριζά ξέρει αγγλικά και μεταφράζει στους εθελοντές. Καθώς μου μίλαγε μαζεύτηκαν γύρω μας άλλοι πέντε συμπατριώτες του. Τους εξήγησε για τι μιλάμε και όλοι σήκωσαν τις φόρμες τους και μου έδειξαν μελανιές.
«Μόνο δουλειά και ειρήνη»
Ο Ριζά μού μεταφράζει, μιλά ο Μοχάμεντ: «Οι Ταλιμπάν έκαψαν το σπίτι μου, έπρεπε να φύγουμε αμέσως. Το παιδί μου είναι 3 χρόνων. Εδώ μόνο τους γιατρούς να σκεφτείς, είναι το καλύτερο μέρος. Ο αδερφός μου είναι στη Νορβηγία, μας περιμένει να πάμε. Δεν ξέρω τι θα συναντήσουμε από δω και πέρα, αλλά ελπίζουμε. Να μπεις στο ίντερνετ να δεις που έκαψαν τα σπίτια μας. Δεν θέλουμε να κάνουμε κακό σε κανέναν. Μόνο δουλειά και ειρήνη θέλουμε και να μας θέλουν, να μη μας διώχνουν».
«Δεν είμαστε μετανάστες, είμαστε πρόσφυγες!»
Ο Ριζά θέλει να πει για το ταξίδι του: «Από την Τουρκία βρήκαμε κάποιον και του είπαμε να φύγουμε, να πάμε στην Ευρώπη. Ζητήσαμε πρώτα άσυλο, τούς εξηγούσαμε επί μέρες. Δεν είμαστε μετανάστες, είμαστε πρόσφυγες! Εγώ δεν είχα καθόλου λεφτά, ο θείος μου που είναι στο Αφγανιστάν συνεννοήθηκε με τον άνθρωπο και του έβαλε τα λεφτά στην τράπεζα, μετά μας έβαλαν σε ένα καράβι. Ημασταν 35 μεγάλοι και 10 μικροί, ταξιδεύαμε 6 ώρες, νύχτα και κρύο. Δεν κάνει να σε δουν».
Τώρα χαμογελάει: «Εδώ είναι σαν να σε αγαπούν όλοι, μας φροντίζουν, μας εξετάζουν οι γιατροί, δεν είδαμε γιατρό τόσους μήνες και το παιδί είχε αρρωστήσει. Και άλλες γυναίκες που ήρθαν από το Αφγανιστάν είναι έγκυες, μόνο εδώ τις κοιτάζουν. Είναι σε προτεραιότητα, πρώτα γυναίκες έγκυες, μετά μικρά παιδιά, μετά όλοι εμείς. Εδώ μας βοηθούν όλοι. Μόνο ζεστό νερό δεν έχει για να κάνουμε μπάνιο, αλλά σήμερα ήρθε ένας κύριος και θα το φτιάξουν». «Και τώρα;», τον ρωτάω. «Και τώρα περιμένουμε, θα πάμε όπου μας δεχτούν δεν έχουμε προορισμό, αρκεί να έχει ειρήνη».
Γιατροί χωρίς Σύνορα
«Εδώ και 5 χρόνια βρίσκομαι σε αποστολές. Κατά σύμπτωση η πρώτη μου αποστολή ήταν εδώ όταν ήταν ανοιχτή η Παγανή», λέει ο επικεφαλής της ομάδας των Γιατρών χωρίς Σύνορα, Χρήστος Γεωργιάδης, που βρίσκεται 1,5 μήνα στη Μυτιλήνη. Μόνο που το κολαστήριο της Παγανής, που έκλεισε μετά από πολλές κινητοποιήσεις, διεθνείς πιέσεις και πολυήμερες απεργίες πείνας από τους κρατούμενους δεν έχει καμία σχέση με το Χωριό τού Ολοι μαζί.
«Αυτό ήταν κέντρο κράτησης, εδώ είναι πολύ διαφορετικά», προσθέτει. «Οι εθελοντές φροντίζουν, ώστε να μη μείνουν στον δρόμο εκατοντάδες άνθρωποι. Εμείς δεν ξέρουμε πόσο θα μείνουμε εδώ, εξαρτάται από τις ανάγκες. Σε καμία περίπτωση όμως δεν βρισκόμαστε εδώ για να αντικαταστήσουμε κάποια δομή. Η λύση θα πρέπει να δοθεί κεντρικά. Εμείς καλύπτουμε τα κενά. Αυτή είναι η φύση της οργάνωσης των Γιατρών χωρίς Σύνορα».
Η Ανθή Καραγγελή είναι από τα πιο ενεργά μέλη του χωριού. Μου μιλάει και την ίδια ώρα μετρά τα καρτελάκια για να δει τα κενά που υπάρχουν στα σπιτάκια, ώστε να χωρέσει μια νέα οικογένεια που ήρθε στο χωριό. Δεν στεκόμαστε όσο μιλάμε. Περνάμε από τα σπιτάκια, στη φωτιά που έχει ανάψει μια παρέα προσφύγων για να ζεσταθεί, ακούγοντας από ένα μικρό κασετοφωνάκι τραγούδια με γνώριμες μελωδίες, αλλά άγνωστα ακούσματα. Μετά πάμε στην κουζίνα και μετά στο άτυπο ιατρείο, κάποιον ψάχνει, αλλά την ίδια ώρα τη ζητούν δεκάδες για να τη ρωτήσουν από κάτι.
Κι εκείνη όλο και ανατρέχει στα γραπτά της και μου λέει: «Οι Μυτιληνιοί μάς έχουν αφήσει άφωνους. Η ανταπόκριση έχει περάσει κάθε προσδοκία. Υπάρχει κόσμος ντόπιος που δυσκολεύεται, δεν έχει καθόλου χρήματα, κι όμως έρχεται μας το λέει και μας ζητά μακαρόνια και ρύζι. Τα παίρνει σπίτι του, τα μαγειρεύει και μετά έρχεται με τις κατσαρόλες για να προσφέρει φαγητό».
Η Ανθή στενοχωριέται γιατί σε λίγες μέρες θα πρέπει να αφήσει το χωριό για να πάει σε ελληνική αποστολή στη Γάζα. Γιατί τα κάνεις όλ’ αυτά; Πώς μπορείς; Τη ρωτώ και την ίδια στιγμή ντρέπομαι. Οχι για την κλισέ ερώτηση, ούτε για τη δική μου έλλειψη κουράγιου. Αλλά γιατί όποιος περάσει από το χωριό, τα λόγια περισσεύουν. Δεν θα δεις κανέναν να περιαυτολογεί ή να κατηχεί για τις καλές του πράξεις. Ολα δουλεύουν ρολόι.
«Δεν το κάνω ως υποχρέωση σε κάποιον, το κάνω επειδή μου αρέσει. Δεν μπορώ να αγνοώ το βλέμμα με το οποίο με κοιτούν, ούτε τους λόγους που έχουν αφήσει τις πατρίδες τους. Οταν γίνεται πόλεμος οι άνθρωποι δεν ψάχνουν για μια πιο ποιοτική ζωή, αλλά για μια ευκαιρία να ζήσουν».
«Η συντροφιά των Αρχαγγέλων»
Μία από τις οργανώσεις που συμμετέχουν στο χωριό του όλοι μαζί είναι η Συντροφιά των Αρχαγγέλων. «Είναι μια εθελοντική ομάδα 35 νέων του Ιερού Ναού Παμμεγίστων Ταξιαρχών στο Καγιάνι. Ξεκινήσαμε τον Μάιο του 2011 να δίνουμε τρόφιμα σε συγχωριανούς μας που το είχαν ανάγκη. Εχουμε και μουσική ομάδα. Τώρα αγοράζουμε τρόφιμα, τα μαγειρεύουμε και τα φέρνουμε στις κατασκηνώσεις. Ευτυχώς είναι όλη η ενορία στο πλευρό μας και δεν έχουμε να αντιμετωπίσουμε ρατσισμό», λέει ο διάκονος του ναού, Νικόλαος Μαυρουδής και συμπληρώνει: «Αυτό που συμβαίνει δεν μπορούμε ούτε να το αντέξουμε, ούτε να το αποτρέψουμε.
Ολοι οι άνθρωποι που έρχονται με τα παιδιά τους στη χώρα μας ψάχνουν ένα καλύτερο μέλλον γιατί στην πατρίδα τους δεν μπορούσαν να το έχουν». Κάθε Κυριακή, μετά τη λειτουργία, η συντροφιά των αγγέλων μοιράζει πλαστικά τάπερ στους κατοίκους του χωριού: «Τα δίνουμε άδεια, κι όποιος θέλει βάζει μερίδα από το φαγητό που έχει φτιάξει το μεσημέρι. Στη συνέχεια γυρνάμε τα σπίτια, παίρνουμε τα τάπερ και τα φέρνουμε εδώ. Ενώ λοιπόν περιμέναμε να μαζέψουμε 50 τάπερ, μαζέψαμε 80, γιατί οι συγχωριανοί έδωσαν παραπάνω μερίδες και προσέφεραν και κάλτσες, και ρούχα και κουβέρτες!».
Στο χωριό του όλοι μαζί έμεναν την προηγούμενη εβδομάδα 140 πρόσφυγες, κυρίως από το Αφγανιστάν και σε μικρότερο βαθμό από τη Σομαλία και τη Συρία. Ο αριθμός όμως δεν είναι πάντα ίδιος, εξαρτάται από τις αφίξεις και από τους χειρισμούς της Αστυνομίας σε σχέση με τις συλλήψεις. «Η Αστυνομία έρχεται εδώ και μετά βγάζει δελτίο Τύπου ότι και καλά συνέλαβε αλλοδαπούς για παράνομη είσοδο στη χώρα», πετάγεται η Μαρία. Πραγματικά, όποιος παρατηρήσει τη διαδικασία διαμονής και αποχώρησης από τις κατασκηνώσεις το διαπιστώνει. Πρώτη φορά είδα ανθρώπους και μικρά παιδιά να λαχταρούν που βλέπουν την κλούβα.
«Είμαστε στη σειρά να φύγουμε!», φωνάζει ο 32χρονος Αλίζε που μαζί με τη γυναίκα του και τα δυο του παιδιά πακετάρουν τα πράγματά τους και ετοιμάζονται να… συλληφθούν. Σήμερα οι δημοτικές κατασκηνώσεις άδειασαν γιατί η Αστυνομία έβγαλε όλα τα έγγραφα και οι πρόσφυγες αποχώρησαν. Μένουν όμως ανοιχτές, με τους εθελοντές να παραμένουν εκεί με βάρδιες. «Οσο υπάρχουν άνθρωποι που υποφέρουν, θα υπάρχουν και άνθρωποι αποφασισμένοι να τους βοηθήσουν».
*Διαβάστε: Το Χωριό τού Ολοι μαζί. Σωκράτης Μαντζουράνης – εικονογράφηση Αννίτα Ουγουρλόγλου. – Αθήνα, Καμπύλη, 2011. Ο Μυτιληνιός συγγραφέας Σωκράτης Ματζουράνης έγραψε ένα παραμύθι, «»όχι σαν αυτά που λένε οι πολιτικοί στον λαό», αλλά αυτά που λένε οι παππούδες στα εγγόνια τους, για τον κόσμο που είναι στο χέρι
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτ(ρι)ών
xoriooloimazi.blogspot.gr