Στη νεώτερη πολιτική ιστορία της χώρας μας,
συμπεριλαμβανομένης και της μεταπολιτευτικής περιόδου, ποτέ δεν επιχειρήθηκε με
τόση ένταση, επιμονή και αναλγησία, η μετατροπή των λαϊκών στρωμάτων λόγο της
φτώχειας και της εξαθλίωσης, σε παρίες που αναζητούν εναγωνίως τα στοιχειώδη
προς επιβίωση. Δεν είναι τα παραπάνω σχήμα λόγου και υπερβολές, αλλά βίωμα
καθημερινό, ιδιαίτερα των κατοίκων μεγάλων αστικών κέντρων, εργαζομένων και
ανέργων που πολλοί εξ αυτών καταφεύγουν πέρα από τα συσσίτια και τις άλλες
πρωτοβουλίες συμπολιτών μας που δραστηριοποιούνται στα δίκτυα αλληλεγγύης,
ακόμη και στους κάδους απορριμμάτων προς ανεύρεση τροφής.
Έργο αυτής της
ζοφερής πραγματικότητας που δεν είναι και η μοναδική, είναι οι ασκούμενες
τρισάθλιες και πανθομολογουμένως λαθεμένες πολιτικές των αχρείων που υποδύονται
την κυβέρνηση και ενεργούν υπό τις εντολές των αφεντικών τους στις Βρυξέλλες.
Κατορθώνουν κάθε μέρα τα ακατόρθωτα οι κυβερνητικοί συνεταίροι. Θέλουν και εν
μέρει το καταφέρνουν να μετατρέψουν την κοινωνία σε ζούγκλα. Ο κοινωνικός
αυτοματισμός, αυτό το ιδεολογικό εφεύρημα του πάλε-ποτέ εκσυγχρονιστικού Πασοκ
επί τω έργω. Οι άνεργοι εναντίον αυτών που έχουν ακόμη δουλειά, οι εργαζόμενοι,
όσοι απόμειναν του ιδιωτικού τομέα κατά αυτών του δημοσίου, οι μη έχοντες ούτε
την στοιχειώδη ιατροφαρμακευτική κάλυψη, εναντίον όσων ακόμα υποτυπωδώς την
διαθέτουν, αφού τα βιβλιάρια υγείας έχουν γίνει αναμνηστικά αντικείμενα και τα
ένσημα φανταχτερές πλακέτες σαν αυτές που στολίζουν το στήθος απόμαχων
στρατιωτικών διακριθέντων στα πεδία της μάχης, άνευ όμως καμιάς αξίας. Είναι οι
πολιτικές αυτές κυρίαρχες σε όλες τις χώρες της νότιας Ευρώπης, χώρες τις οποίες
οι εύποροι του βορρά αντιμετωπίζουν ως δεύτερης διαλογής, και ας οφείλουν τα
πλεονάσματα και τα όποια άλλα πλεονεκτήματα τους, στα ελλείμματα και την
καχεκτική οικονομία του νότου. Ζητούμενο παραμένει, και το ξαναγράψαμε, ο
συντονισμός του αγώνα των νοτιοευρωπαικών κοινωνιών, ο παλλαϊκός ξεσηκωμός τους
και η ανατροπή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που δραματικά αυξάνει τα
προβλήματα και περιθωριοποιεί τις πιο ζωντανές και παραγωγικές κοινωνικές
δυνάμεις. Ζητούμενο όμως παραμένει και ο συντονισμός του αγωνιστικού βήματος
όλων των πολιτικών δυνάμεων που μάχονται αυτές τις πολιτικές και τα μνημόνια
και στη χώρα μας. Και μάλιστα ζητούμενο επείγον αφού τα περιθώρια εξαντλούνται
σε τρομακτικό βαθμό και η ανεργία, η ανέχεια και η εξαθλίωση σκοτώνουν
καθημερινά την όποια υπομονή και ελπίδα του κόσμου.
Εύλογο και ανυστερόβουλο το ερώτημα μεγάλο μέρους του κόσμου,
για την αδυναμία συνεννόησης και συντονισμού των δυνάμεων της αριστεράς,
απέναντι στην πανστρατιά του νεοφιλελευθερισμού. Ποιες είναι οι ΄΄αβυσσαλέες΄΄
οι ΄΄χαώδεις΄΄ διαφορές μεταξύ τους, ώστε κι αυτή την ύστατη ώρα μπροστά στην
επαπειλούμενη ανθρωπιστική κρίση, να μην υπάρχει ένας κατ αρχή κοινός τόπος
συζήτησης και διερεύνησης δυνατοτήτων για κοινή συμπόρευση? Θα ήταν αφελής
κάποιος να πιστέψει ότι δεν υπάρχουν διαφορές και μάλιστα σημαντικές σε κρίσιμα
ζητήματα, όπως η παραμονή μας στην ΕΕ η
το κοινό νόμισμα. Θα ήταν όμως και ασυγχώρητα ανεύθυνος ο οιοσδήποτε, ώστε στο
όνομα αυτών των διαφορών, να αρνείται και να κλείνει ερμητικά τις πόρτες στην
προσπάθεια αναζήτησης κοινών η παράλληλων προσεγγίσεων σε μια σειρά μείζονος
σημασίας ζητήματα, που θα ανακούφιζαν την κοινωνία από τον οδοστρωτήρα της
κρίσης. Σταθερά ο ΣΥΡΙΖΑ εδώ και καιρό απευθύνει προσκλητήριο για κοινή δράση
όλων των δυνάμεων της αριστεράς, χωρίς αποκλεισμούς και καμία διάθεση
ποδηγέτησης τους κάτω από τη δική του ομπρέλα, σεβόμενος τις θέσεις και την
αυτοτέλεια τους. Το θέμα των συμμαχιών απασχολεί έντονα και το ΚΚΕ και αυτό
φαίνεται και στα κείμενα του προσυνεδριακού του διαλόγου. Και δεν μπορούσε να
γίνει διαφορετικά αφού στη στρατηγική του ήταν ενταγμένο ως ένα από τα πιο
σοβαρά ζητήματα, αυτό των συμμαχιών. Συμμαχιών με πολιτικές και κοινωνικές
δυνάμεις που θα το διευκόλυναν στην επίτευξη του στρατηγικού του στόχου, που
δεν είναι άλλος από το σοσιαλισμό. Αντιθέτως η στείρα άρνηση διαλόγου και
συνεύρεσης με τις άλλες αριστερές δυνάμεις στο αγωνιστικό πεδίο, αποδυναμώνει
την όποια δυναμική του και το καθιστά υπόλογο απέναντι στον κόσμο της εργασίας
και των ίδιων των οπαδών του. Από την άλλη μεριά η μεταλλαγμένη στην κυριολεξία
πολιτική ηγεσία της ΔΗΜΑΡ δεν αφήνει πολλά περιθώρια συνεννόησης και
συμπαράταξης. Μια ηγεσία κατώτερη των περιστάσεων, αμήχανη και μοιραία, η οποία
προτάσσει την σωτηρία της προσωπικής της πολιτικής επιβίωσης, αδιαφορώντας για
την κοινωνία, ασχημονώντας και προσβάλλοντας τους αγώνες και τις παρακαταθήκες
διαχρονικά της ανανεωτικής αριστεράς. Αρκεί κανείς να δει τις σχέσεις και την
διαπλοκή μεγάλου μέρους των κεντρικοεπιτρόπων της, με τον κρατικό κορβανά, μέσω
των διορισμών τους στα υπουργεία, τους οργανισμούς και άλλες δημόσιες
επιχειρήσεις. Ο κόσμος της ΔΗΜΑΡ βλέπει και κρίνει και απογοητεύεται από την
συμπόρευση της ηγεσίας του με τον πιο άκρατο ακροδεξιό νεοφιλελευθερισμό. Η
θέση αυτού του κόσμου ήταν και είναι δίπλα στις αγωνιζόμενες ριζοσπαστικές
αριστερές δυνάμεις.
Σήμερα, τώρα, όλα και όλοι κρίνονται. Ο περιφρονημένος και
βουτηγμένος στην απελπισία κόσμος, δεν ενδιαφέρεται για το τι είδους
σοσιαλισμού θα έχουμε αύριο το πρωί. Τον ενδιαφέρει να χορτάσει την πείνα του,
να σπουδάσει τα παιδιά του, να βρει νοσοκομείο και γιατρό για τον ίδιο και την
οικογένεια του, σύνταξη όταν γεράσει, την χαμένη του αξιοπρέπεια που πενθεί εδώ
και τέσσερα χρόνια. Η αριστερά σε όλο της το φάσμα αναλαμβάνει τεράστιες
ευθύνες για το τι θα πει και προπάντων τι θα πράξει, γιατί ο ιστορικός του
μέλλοντος θα είναι αμείλικτος απέναντί της.