Δειλά – δειλά στην αρχή, με επιμονή στη συνέχεια και με την τακτική του λέγε – λέγε κάτι θα μείνει, το ΚΚΕ έφτασε να πείσει τη μισή εκλογική του βάση (φέρνοντας το ποσοστό του απ’ το 8,5% στο 4,5%) ότι Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ κινούνται στον ίδιο παρονομαστή, ότι αποτελούν το νέο δίπολο που αντικατέστησε το προηγούμενο δίπολο Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ.
Η «γραμμή» αυτή δεν φαίνεται να περπατάει. Σκοντάφτει πάνω στη λογική και στην πραγματικότητα (αλλά και στη στρατηγική, τις τακτικές, την ιστορία και τη θεωρία του κομμουνιστικού κινήματος). Αν πιστέψει κανείς τις δημοσκοπήσεις, η παλιννόστηση ψηφοφόρων στην οποίαν ελπίζει η ηγεσία του ΚΚΕ προκαταλαμβάνοντας όχι μόνον την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά καικαταλογίζοντας στην προσπάθειά του δολιότητα, φαίνεται επίσης να μην τελεσφορεί, η επιρροή του κόμματος κινείται γύρω από ένα επισφαλές 6%. Αν μάλιστα ο ΣΥΡΙΖΑ φθάσει με ρεύμα στις επόμενες εκλογές, πολλοί ψηφοφόροι του ΚΚΕ, αλλά και αρκετοί κομμουνιστές θα προτιμήσουν να λάβουν μέρος σε ένα εγχείρημα που αφορά στην ίδια μας τη ζωή και τη σωτηρία της χώρας απ’ το κακό που έχει γίνει και το ακόμα χειρότερο κακό που την περιμένει, απ’ το να μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια. Διότι εκτός απ’ τον αγώνα μέσα απ’ τασωματεία, αρχίζει να φαίνεται και η δυνατότης του αγώνα μέσα απ’ ταυπουργεία.
Η επιχειρηματολογία του ΚΚΕ μπορεί να σκορπά ανησυχία, απογοήτευση, ακόμα κι απελπισία (περισσότερο σε ορισμένους αριστερούς παρά σε οποιονδήποτε άλλον), μπορεί να φρενάρει τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ (στα τηλεοπτικά πάνελ τα στελέχη του ΚΚΕ δεν κάνουν καν διμέτωπο αγώνα κατά της δεξιάς και της υπόλοιπης αριστεράς, αλλά κυρίως μονομέτωπο κατά του ΣΥΡΙΖΑ), αλλά δεν πείθει. Μέσα στη γενίκευση ότι για όλα φταίει ο καπιταλισμός κι αν δεν ανατραπεί, χαΐρι δεν βλέπουμε, χάνεται η μπάλα της συγκυρίας και οστρατηγικός στόχος (σοσιαλισμός) υποκαθιστά την πολιτική (ακόμα και προς την επίτευξη αυτού του στόχου). Ομως περί αυτών μιαν άλλη στιγμή. Το ενδιαφέρον και πάρα πολύ ανησυχητικό
είναι ότι το ΚΚΕ, ή μάλλον η ηγεσία του, έκανε ένα ακόμα βήμα στον δρόμο που έχει πάρει βάζοντας πλέον τον ΣΥΡΙΖΑ στον ίδιο παρονομαστή με τη Χρυσή Αυγή και το Ποτάμι. Βήμα αποτρόπαιο. Είπε ο κ. Κουτσούμπας σε συνέντευξή του στο Βήμα της Κυριακής (23 ΙΙΙ): «Μια τυφλή οργή
μπορεί ευκαιριακά να πριμοδοτήσει και αντιδραστικά σχήματα, όπως οι εγκληματίες ναζιστές της Χρυσής Αυγής, μπορεί να πλέει σε «θολά ποτάμια», μπορεί να στεγάζεται σε καιροσκόπους και τυχοδιώκτες της «κυβερνώσας Αριστεράς» ή σε σχήματα διαχείρισης που μοιράζουν φρούδες ελπίδες για καλύτερη διαχείρηση (...)».
Το πράγμα χοντραίνει. Αν η Ν.Δ. με τη θεωρία των δύο άκρων έβαζε στον ίδιο ντορβά την Αριστερά με τη Χρυσή Αυγή, τώρα ο κ. Κουτσούμπας «αναβαθμίζει» τη θεωρία των δύο πόλων (Ν.Δ. – ΣΥΡΙΖΑ) σε ένα ακόμα χειρότερο κατασκεύασμα όπου Χρυσή Αυγή, Ποτάμι, ΔΗΜΑΡ και ΣΥΡΙΖΑ μπαίνουν στον ίδιο παρονομαστή, αυτόν που «πριμοδοτεί η τυφλή οργή».
Αν αυτή είναι ταξική ανάλυση, τότε όντως το μόνον που έχει απομείνει στην ηγεσία του ΚΚΕ για να επιβάλλει αυτή τη γραμμή στο κόμμα της εργατικής τάξης, είναι η φάλαγγα των υβριστών που έχει εκπαιδεύσει για να κακοποιούν με συκοφαντίες και χλευασμούς όποιους κριτικάρουν τις πολιτικές της επιλογές.
Αν ως τώρα, το ερώτημα για ένα μεγάλο μέρος του κόσμου της Αριστεράς ήταν «που το πάει το ΚΚΕ», το ερώτημα γίνεται «που το πάνε το ΚΚΕ». Και το ερώτημα αυτό θα είχε μόνον ενδοαριστερή αξία σε άλλους καιρούς, τώρα όμως, που οι τύχες των λαϊκών ανθρώπων (όλων, δεξιών κι αριστερών) κρέμονται από λεπτές κλωστές που συν τω χρόνω γίνονται αγχόνες, τα ερωτήματα αυτά αποκτούν διαστάσεις ζωής ή θανάτου.
Ενα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού που υπερβαίνει κατά πολύτην επιρροή και την εμβέλεια όλων των κομμάτων της Αριστεράς, έχει στραφεί σ’ αυτήν την ιστορική συγκυρία στον ΣΥΡΙΖΑ με την προσδοκία ότι μπορεί να ανακόψει την καταστροφή και να ανατάξει την πορεία της χώρας προς μια άλλη κατεύθυνση, πιο ανθρώπινη.
Το μέρος του λαού που τρέφει αυτήν την ελπίδα, μπορεί να μην θέλει ούτε να ξέρει, ούτε να ενδιαφέρεται για τον σοσιαλισμό. Οπως και πολλοί αριστεροί ή κομμουνιστές που ενδιαφέρονται για τον σοσιαλισμό, μπορεί να πιστεύουν ότι μέσα απ’ τον αγώνα για να ανατραπεί αυτή η κατάσταση, κάνουν ένα βήμα και προς τον σοσιαλισμό, ότι ανοίγουν έναν δρόμο. Το ΚΚΕ μπορεί να
μην πιστεύει τίποτα απ’ όλα αυτά και να νομίζει ότι ο στρατηγικός του στόχος για τον σοσιαλισμό μπορεί να υποκαθιστά κάθε πολιτική για κάθε ενδιάμεσο στάδιο – δικαίωμά του. Εκείνο που υπερβαίνει κάθε ηθική σ’ αυτήν την πολιτική στάση του ΚΚΕ είναι να κάνει διαρκή δίκη προθέσεων στον ΣΥΡΙΖΑ, και να τον συκοφαντεί διαρκώς για δολιότητα, μάλιστα με μια εμπάθεια που αγγίζει τα όρια της ψύχωσης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει τον σχηματισμό, ακόμα κι αν πάρει ο ίδιος την αυτοδυναμία, μιας ευρύτερης κυβέρνησης κοινωνικής, λαϊκής κι εθνικής σωτηρίας. Το ΚΚΕ προτείνει τον σοσιαλισμό, λέγοντας ότι οποιαδήποτε προσπάθεια για οποιαδήποτε λύση στο πλαίσιο του συστήματος, είναι ατελέσφορη και αδύνατη. Πρόκειται για δύο διακριτές και διαφορετικές πολιτικές. Οι ρίζες των οποίων χάνονται στα «βάθη» της ιστορίας του κομμουνιστικού κι εργατικού κινήματος. Δεν είναι της παρούσης να επεκταθούμε – κάποια άλλη στιγμή. Αν το κάναμε τώρα, θα διακινδυνεύαμε τη θυμηδία (ή και την οργή) εκείνων που «καίγεται το σπίτι τους», κι εμείς δεν τρέχουμε να τους βοηθήσουμε, παρά μόνο στέκουμε στην άκρη εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους το σπίτι τους επέπρωτο να καεί.
Είναι αλήθεια ότι οι αριστεροί, οι κομμουνιστές, όταν συζητούν μεταξύ τους τέτοια θέματα, τα συζητούν με πάθος κι ενίοτε με οξύτητα. Απ’ αυτό το σημείο όμως έως την εμπάθεια που φθάνει να τσουβαλιάζει από πλευράς ηγεσίας του ΚΚΕ τον ΣΥΡΙΖΑ με τη Χρυσή Αυγή ως απότοκα των «αγανακτισμένων» η απόσταση είναι πολύ μεγάλη. Και φθάνει απέναντι. Σ’ αυτά που προπαγανδίζουν τα μέσα ενημέρωσης του καθεστώτος, καθώς και τα κόμματα του δικομματικού μονοκομματισμού.
Ποιον βοηθάει αυτό; Ποιος ωφελείται απ’ αυτό; Ποιος ωφελείται απ’ τονδισταγμό του λαού (αν εν τέλει ο δισταγμός επικρατήσει) να δοκιμάσει ο ίδιος να διαμορφώσει την τύχη του;
enikos.gr