Κάθε εχέφρων καταλαβαίνει ότι το Ισλαμικό Κράτος δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με ροδοπέταλα
Την Παρασκευή το βράδυ, ο ένας μετά τον άλλον, φίλοι που ζουν στο Παρίσι ενημέρωναν ότι είναι «ασφαλείς κατά τη διάρκεια του συμβάντος 'Paris Terror Attacks'». Δεν ήταν κάποια διεστραμμένη καινούρια μόδα στο facebook, ούτε η επανάληψη του στυγερού εγκλήματος στο Charlie Hebdo. Ήταν κάτι πιο εφιαλτικό, που μέσα σε δύο μέρες σημαίνει πια την έναρξη ενός νέου πολέμου.
Αcte de guerre, πράξη πολέμου, ήταν ο ακριβής χαρακτηρισμός του μακελειού από τον Ολάντ – και στον πόλεμο πηγαίνει κανείς όπως στον πόλεμο: Η Γαλλία κηρύσσεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και κλείνει τα σύνορα, ο ISIS καλεί μαχητές του σε ασύμμετρες επιθέσεις εναντίον του πληθυσμού (να δηλητηριάσουν, για παράδειγμα, το νερό...), ενώ η γαλλική Αστυνομία και ο στρατός αναλαμβάνουν να διαχειριστούν το αίσθημα ασφάλειας μιας κοινωνίας όπου μία κροτίδα στην Notre Dame αρκεί για να προκαλέσει γενικευμένο πανικό.
Ο πόλεμος επιστρέφει στο καθημερινό λεξιλόγιο των ευρωπαίων και τα πρωτοσέλιδα, και τώρα δεν πρόκειται για σχήμα λόγου: η αλλαγή είναι ριζική. Αυτό που αλλάζει όμως στην πραγματικότητα είναι τα πεδία της μάχης (ο πόλεμος μεταφέρεται στις μητροπόλεις), οι όροι της (πόλεμος χωρίς κανόνες, απρόκλητες τυφλές επιθέσεις αυτοκτονίας εναντίον άμαχου πληθυσμού), η διάταξη και η σύνθεση των εμπόλεμων: ΗΠΑ και Ρωσία φαίνεται να συμφώνησαν στην Αττάλεια ότι ο πόλεμος στη Συρία πρέπει να τερματιστεί, ενώ όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές, το γαλλικό υπουργείο Άμυνας ανακοίνωνε τον βομβαρδισμό στόχων στη συριακή Ράκα, το προπύργιο του ISIS. Σε μερικές ώρες θα ξέρουμε και αν το ΝΑΤΟ θα ενεργοποιήσει τελικά το περίφημο άρθρο 5: τη δέσμευση των κρατών-μελών του Οργανισμού να θεωρούν κάθε «ένοπλη επίθεση» προς σύμμαχο κράτος επίθεση εναντίον όλων – και να δρουν αναλόγως.
***
Γράφονται πολλά αυτές τις μέρες για τον κυνισμό της Δύσης, την αδιαφορία της για τα χτυπήματα του ISIS εκτός Ευρώπης και τη συμβολή της στην ανάπτυξη του αποστήματος που λέγεται Ισλαμικό Κράτος: για τις ΗΠΑ, που έκαναν τους τζιχαντιστές την κύρια αντιπολίτευση στο Ιράκ και βασικό παράγοντα της σύγκρουσης στη Συρία· για την Ευρωπαϊκή Ένωση, που επέτρεψε στη συριακή αντιπολίτευση (άρα και στον ΙSIS) τις εξαγωγές πετρελαίου, για να χρηματοδοτεί τον πόλεμο εναντίον του Άσαντ· για τον καιροσκοπισμό και τα συμφέροντα ειδικά της Γαλλίας στο συριακό μέτωπο. Είναι κρίσιμο, ωστόσο, ο αντιιμπεριαλισμός και η ανάδειξη των ευθυνών της Δύσης να μην εκτρέπονται σε ηθικολογία για να αποφύγει κανείς το συγκεκριμένο: με δεδομένα όλα τα παραπάνω, τι πρέπει να γίνει τώρα με τον ΙSIS;
Η απάντηση δεν είναι απλή. Κάθε εχέφρων καταλαβαίνει ότι το Ισλαμικό Κράτος δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με ροδοπέταλα: Μολονότι κατ' ευφημισμόν αποκαλείται «ισλαμιστική οργάνωση», ο ISIS δεν είναι στην πραγματικότητα ένα κίνημα αντίστασης, έστω και θεοκρατικής, αλλά ένας κρατικόμορφος στρατός με ιλιγγιώδη έσοδα από το λαθρεμπόριο πετρελαίου και αρχαιοτήτων, που μέχρι πρότινος είχε υπό τον έλεγχό του μια περιοχή όση και η Βρετανία –το 40% της Συρίας και εκτεταμένη εδαφική κυριαρχία στο Ιράκ–, δίκτυα υποστηρικτών σε χώρες της Ευρώπης –όπως θύμισαν οι επιθέσεις της Παρασκευής και η τραγωδία στο Charlie Hebdo–, καθώς και ραγδαία εξάπλωση σε Λιβύη και Αίγυπτο. Όλα αυτά, χωρίς να συνυπολογίζει κανείς την επιρροή και τη δράση του σε Πακιστάν, Αφγανιστάν, Υεμένη, Νιγηρία, Αλγερία, και προ ημερών και στον Λίβανο – μια δράση σε βάρος κοσμικών ή άλλων δυνάμεων του Ισλάμ. Έχει σημασία αυτό το τελευταίο, γιατί τι να κάνουμε, σε αντίθεση με την περιρρέουσα στην Ευρώπη αντιϊσλαμική ανοησία, που όλο και συχνότερα περνά πια από την προπαγάνδα στο έγκλημα, πολιτικό Ισλάμ δεν είναι μόνο τα δίκτυα τρομοκρατών, αλλά ένα σύνολο ρευμάτων, απ' τον δεξιό αυταρχισμό και τον νεοφιλελεύθερο κεντρισμό (με τους οποίους η Δύση αποδεικνύεται κατά καιρούς εξόχως συμβατή...), ως τον αριστερό ριζοσπαστισμό, τον εξισωτισμό του κοσμικού κράτους και τον ανταρτοπόλεμο [1], τους οποίους ο «ελεύθερος δυτικός κόσμος» έχει στα μαύρα κατάστιχα.
Ενώ ισχύουν αυτά, την ίδια στιγμή δεν υπάρχει καμία απολύτως εγγύηση ότι η ανάληψη στρατιωτικής δράσης κατά του ISIS εγγυάται αφ' εαυτής το κλείσιμο του κύκλου της βίας, είτε στις περιοχές όπου ο ίδιος εγκληματεί, είτε στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις, όπου διαθέτει πυρήνες νεαρών υποστηρικτών συνήθως πληβειακής καταγωγής, γεννημένων και μεγαλωμένων στην Ευρώπη. Για την ακρίβεια, η μέχρι τώρα εμπειρία δείχνει ότι μόνη η στρατιωτική δράση δεν αρκεί. Δεν αρκεί, γιατί στο μεν στρατιωτικό πεδίο ισχύει η παρατήρηση του Σελαχατίν Ντεμίρτας, συμπρόεδρου του Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών: ο κόσμος, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, δεν έχει αναλάβει μιαν αποτελεσματική, συντονισμένη προσπάθεια κατά του Ισλαμικού Κράτους – αντιθέτως ο καθένας χρησιμοποίησε το Ισλαμικό Κράτος, ή στοιχεία του, για τα δικά του συμφέροντα2. Δεν αρκεί, επίσης, γιατί στο πολιτικό πεδίο ένας τέτοιος συντονισμός θα απαιτούσε ανατροπές: μια στρατηγική αξιοποίησης των κούρδων ανταρτών του ΡΚΚ (άρα αντιπαράθεση, επ' αυτού, με την Τουρκία), την επανανομιμοποίηση της λιβανέζικης σιϊτικής Χεζμπολά (που αποτελεί κόκκινο πανί για το Ισραήλ), την επαναπροσέγγιση με τον μουσουλμανικό κόσμο (αδιανόητη για τους ισλαμοφοβικούς φανατικούς της Χριστιανικής Ευρώπης) και μια πολιτική για την αντιμετώπιση των κοινωνικών αποκλεισμών που τροφοδοτούν τον ISIS στην Ευρώπη (όταν οι αποκλεισμοί αυτοί είναι η πεμπτουσία της τρέχουσας διαχείρισης της κρίσης).
Όταν ούτε οι γεωπολιτικές αναλύσεις ούτε η στρατιωτική βία αρκούν για ν' αντιμετωπίσουν τη φρίκη, κι όταν η φρίκη αυτή καλύπτει τα πάντα, το ένστικτο των ανθρώπων είναι να ψάχνουν να πιαστούν απ' ό,τι μπορούν να κάνουν που να μην είναι φρίκη. Ευτυχώς, τις μέρες αυτές τέτοια σημεία αναφοράς, στον αντίποδα του στρατωνισμού της γαλλικής κοινωνίας, πληθαίνουν. Είναι η καταδίκη της επίθεσης στο Παρίσι από την παλαιστινιακή Χαμάς. Είναι η ανοιχτή προσευχή στο τζαμί του Σεντ-Ετιέν, με τη συμμετοχή άθεων και του τοπικού ραββίνου ή το πέταγμα των ακροδεξιών άρον-αρον έξω από τη διαδήλωση στη Λιλ. Είναι η αμφισβήτηση της εμπόλεμης εθνικής και ευρωπαϊκής ενότητας από τη ριζοσπαστική Αριστερά της Γαλλίας, που καταλαβαίνει τα ιδιαίτερα καθήκοντα των αριστερών σε κάθε χώρα ξεχωριστά. Είναι η ενστικτώδης αλληλεγγύη των πιτσιρικάδων της Γάζας στα παιδιά της Γαλλίας, που θα μπορούσαν να είναι συμμαθητές τους. Σ' ένα άλλο επίπεδο, το μάθημα για το χριστιανισμό που μπορούν να διαλέγουν πια οι μαθητές στα σχολεία της Τουρκίας – σε μια χώρα με κυβέρνηση ισλαμιστών, που πρόσφατα άφησαν την φιλοκουρδική Αριστερά να πνιγεί στο αίμα. Αυτά είναι η ελπίδα μας, γιατί αυτά συμπεριλαμβάνουν τους απλούς ανθρώπους με συγκεκριμένο τρόπο, την ίδια στιγμή που παρεμβαίνουν διαμορφώνοντας την ιστορία. Όλα αυτά μαζί είναι μια μέθοδος για να παίρνουμε θέση στα πράγματα: μια μέθοδος που δεν μένει μόνο στο ποιος ωφελείται (εν προκειμένω: από τις επθέσεις της Παρασκευής), αλλά μπαίνει στον κόπο να ασχοληθεί και με αυτόν που βλάπτει, από τη σκοπιά πάντοτε εκείνων που βλάπτονται.
___________
Σημειώσεις
[1] Susan Buck-Morss, Πέρα από τον τρόμο. Ισλάμ, Κριτική Θεωρία και Αριστερά(μτφρ.: Φώτης Τερζάκης), Αλεξάνδρεια 2005.
[2] Την παραθέτει ο Κώστας Ράπτης, στο άρθρο του «Η Ομάδα των Είκοσι απέναντι στο ΙΚ», Capital.gr, 15.11.2015 (η υπογράμμιση δική μου).
Ο πόλεμος επιστρέφει στο καθημερινό λεξιλόγιο των ευρωπαίων και τα πρωτοσέλιδα, και τώρα δεν πρόκειται για σχήμα λόγου: η αλλαγή είναι ριζική. Αυτό που αλλάζει όμως στην πραγματικότητα είναι τα πεδία της μάχης (ο πόλεμος μεταφέρεται στις μητροπόλεις), οι όροι της (πόλεμος χωρίς κανόνες, απρόκλητες τυφλές επιθέσεις αυτοκτονίας εναντίον άμαχου πληθυσμού), η διάταξη και η σύνθεση των εμπόλεμων: ΗΠΑ και Ρωσία φαίνεται να συμφώνησαν στην Αττάλεια ότι ο πόλεμος στη Συρία πρέπει να τερματιστεί, ενώ όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές, το γαλλικό υπουργείο Άμυνας ανακοίνωνε τον βομβαρδισμό στόχων στη συριακή Ράκα, το προπύργιο του ISIS. Σε μερικές ώρες θα ξέρουμε και αν το ΝΑΤΟ θα ενεργοποιήσει τελικά το περίφημο άρθρο 5: τη δέσμευση των κρατών-μελών του Οργανισμού να θεωρούν κάθε «ένοπλη επίθεση» προς σύμμαχο κράτος επίθεση εναντίον όλων – και να δρουν αναλόγως.
***
Γράφονται πολλά αυτές τις μέρες για τον κυνισμό της Δύσης, την αδιαφορία της για τα χτυπήματα του ISIS εκτός Ευρώπης και τη συμβολή της στην ανάπτυξη του αποστήματος που λέγεται Ισλαμικό Κράτος: για τις ΗΠΑ, που έκαναν τους τζιχαντιστές την κύρια αντιπολίτευση στο Ιράκ και βασικό παράγοντα της σύγκρουσης στη Συρία· για την Ευρωπαϊκή Ένωση, που επέτρεψε στη συριακή αντιπολίτευση (άρα και στον ΙSIS) τις εξαγωγές πετρελαίου, για να χρηματοδοτεί τον πόλεμο εναντίον του Άσαντ· για τον καιροσκοπισμό και τα συμφέροντα ειδικά της Γαλλίας στο συριακό μέτωπο. Είναι κρίσιμο, ωστόσο, ο αντιιμπεριαλισμός και η ανάδειξη των ευθυνών της Δύσης να μην εκτρέπονται σε ηθικολογία για να αποφύγει κανείς το συγκεκριμένο: με δεδομένα όλα τα παραπάνω, τι πρέπει να γίνει τώρα με τον ΙSIS;
Η απάντηση δεν είναι απλή. Κάθε εχέφρων καταλαβαίνει ότι το Ισλαμικό Κράτος δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με ροδοπέταλα: Μολονότι κατ' ευφημισμόν αποκαλείται «ισλαμιστική οργάνωση», ο ISIS δεν είναι στην πραγματικότητα ένα κίνημα αντίστασης, έστω και θεοκρατικής, αλλά ένας κρατικόμορφος στρατός με ιλιγγιώδη έσοδα από το λαθρεμπόριο πετρελαίου και αρχαιοτήτων, που μέχρι πρότινος είχε υπό τον έλεγχό του μια περιοχή όση και η Βρετανία –το 40% της Συρίας και εκτεταμένη εδαφική κυριαρχία στο Ιράκ–, δίκτυα υποστηρικτών σε χώρες της Ευρώπης –όπως θύμισαν οι επιθέσεις της Παρασκευής και η τραγωδία στο Charlie Hebdo–, καθώς και ραγδαία εξάπλωση σε Λιβύη και Αίγυπτο. Όλα αυτά, χωρίς να συνυπολογίζει κανείς την επιρροή και τη δράση του σε Πακιστάν, Αφγανιστάν, Υεμένη, Νιγηρία, Αλγερία, και προ ημερών και στον Λίβανο – μια δράση σε βάρος κοσμικών ή άλλων δυνάμεων του Ισλάμ. Έχει σημασία αυτό το τελευταίο, γιατί τι να κάνουμε, σε αντίθεση με την περιρρέουσα στην Ευρώπη αντιϊσλαμική ανοησία, που όλο και συχνότερα περνά πια από την προπαγάνδα στο έγκλημα, πολιτικό Ισλάμ δεν είναι μόνο τα δίκτυα τρομοκρατών, αλλά ένα σύνολο ρευμάτων, απ' τον δεξιό αυταρχισμό και τον νεοφιλελεύθερο κεντρισμό (με τους οποίους η Δύση αποδεικνύεται κατά καιρούς εξόχως συμβατή...), ως τον αριστερό ριζοσπαστισμό, τον εξισωτισμό του κοσμικού κράτους και τον ανταρτοπόλεμο [1], τους οποίους ο «ελεύθερος δυτικός κόσμος» έχει στα μαύρα κατάστιχα.
Ενώ ισχύουν αυτά, την ίδια στιγμή δεν υπάρχει καμία απολύτως εγγύηση ότι η ανάληψη στρατιωτικής δράσης κατά του ISIS εγγυάται αφ' εαυτής το κλείσιμο του κύκλου της βίας, είτε στις περιοχές όπου ο ίδιος εγκληματεί, είτε στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις, όπου διαθέτει πυρήνες νεαρών υποστηρικτών συνήθως πληβειακής καταγωγής, γεννημένων και μεγαλωμένων στην Ευρώπη. Για την ακρίβεια, η μέχρι τώρα εμπειρία δείχνει ότι μόνη η στρατιωτική δράση δεν αρκεί. Δεν αρκεί, γιατί στο μεν στρατιωτικό πεδίο ισχύει η παρατήρηση του Σελαχατίν Ντεμίρτας, συμπρόεδρου του Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών: ο κόσμος, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, δεν έχει αναλάβει μιαν αποτελεσματική, συντονισμένη προσπάθεια κατά του Ισλαμικού Κράτους – αντιθέτως ο καθένας χρησιμοποίησε το Ισλαμικό Κράτος, ή στοιχεία του, για τα δικά του συμφέροντα2. Δεν αρκεί, επίσης, γιατί στο πολιτικό πεδίο ένας τέτοιος συντονισμός θα απαιτούσε ανατροπές: μια στρατηγική αξιοποίησης των κούρδων ανταρτών του ΡΚΚ (άρα αντιπαράθεση, επ' αυτού, με την Τουρκία), την επανανομιμοποίηση της λιβανέζικης σιϊτικής Χεζμπολά (που αποτελεί κόκκινο πανί για το Ισραήλ), την επαναπροσέγγιση με τον μουσουλμανικό κόσμο (αδιανόητη για τους ισλαμοφοβικούς φανατικούς της Χριστιανικής Ευρώπης) και μια πολιτική για την αντιμετώπιση των κοινωνικών αποκλεισμών που τροφοδοτούν τον ISIS στην Ευρώπη (όταν οι αποκλεισμοί αυτοί είναι η πεμπτουσία της τρέχουσας διαχείρισης της κρίσης).
Όταν ούτε οι γεωπολιτικές αναλύσεις ούτε η στρατιωτική βία αρκούν για ν' αντιμετωπίσουν τη φρίκη, κι όταν η φρίκη αυτή καλύπτει τα πάντα, το ένστικτο των ανθρώπων είναι να ψάχνουν να πιαστούν απ' ό,τι μπορούν να κάνουν που να μην είναι φρίκη. Ευτυχώς, τις μέρες αυτές τέτοια σημεία αναφοράς, στον αντίποδα του στρατωνισμού της γαλλικής κοινωνίας, πληθαίνουν. Είναι η καταδίκη της επίθεσης στο Παρίσι από την παλαιστινιακή Χαμάς. Είναι η ανοιχτή προσευχή στο τζαμί του Σεντ-Ετιέν, με τη συμμετοχή άθεων και του τοπικού ραββίνου ή το πέταγμα των ακροδεξιών άρον-αρον έξω από τη διαδήλωση στη Λιλ. Είναι η αμφισβήτηση της εμπόλεμης εθνικής και ευρωπαϊκής ενότητας από τη ριζοσπαστική Αριστερά της Γαλλίας, που καταλαβαίνει τα ιδιαίτερα καθήκοντα των αριστερών σε κάθε χώρα ξεχωριστά. Είναι η ενστικτώδης αλληλεγγύη των πιτσιρικάδων της Γάζας στα παιδιά της Γαλλίας, που θα μπορούσαν να είναι συμμαθητές τους. Σ' ένα άλλο επίπεδο, το μάθημα για το χριστιανισμό που μπορούν να διαλέγουν πια οι μαθητές στα σχολεία της Τουρκίας – σε μια χώρα με κυβέρνηση ισλαμιστών, που πρόσφατα άφησαν την φιλοκουρδική Αριστερά να πνιγεί στο αίμα. Αυτά είναι η ελπίδα μας, γιατί αυτά συμπεριλαμβάνουν τους απλούς ανθρώπους με συγκεκριμένο τρόπο, την ίδια στιγμή που παρεμβαίνουν διαμορφώνοντας την ιστορία. Όλα αυτά μαζί είναι μια μέθοδος για να παίρνουμε θέση στα πράγματα: μια μέθοδος που δεν μένει μόνο στο ποιος ωφελείται (εν προκειμένω: από τις επθέσεις της Παρασκευής), αλλά μπαίνει στον κόπο να ασχοληθεί και με αυτόν που βλάπτει, από τη σκοπιά πάντοτε εκείνων που βλάπτονται.
___________
Σημειώσεις
[1] Susan Buck-Morss, Πέρα από τον τρόμο. Ισλάμ, Κριτική Θεωρία και Αριστερά(μτφρ.: Φώτης Τερζάκης), Αλεξάνδρεια 2005.
[2] Την παραθέτει ο Κώστας Ράπτης, στο άρθρο του «Η Ομάδα των Είκοσι απέναντι στο ΙΚ», Capital.gr, 15.11.2015 (η υπογράμμιση δική μου).
/left.gr/