Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2015

Περί γενοκτονίας ή Ενάντια στον πολιτικαντισμό, απ'όπου κι αν προέρχεται, του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου





Τα πράγματα θα ήταν απλά αν η κυβέρνηση είχε αντιπολίτευση μόνο από τα αριστερά της: την απεργία στις 12 Νοεμβρίου, τα μαθητικά συλλαλητήρια, τις αγροτικές κινητοποιήσεις, το κίνημα κατά του φράχτη. Όμως η κυβέρνηση έχει αντιπολίτευση και από τα δεξιά. Και μπορεί κανείς να πει ότι αυτού του είδους η αντιπολίτευση είναι τρόπον τινά συμπολιτευόμενη, ότι δηλαδή «αποπροσανατολίζει από τα πραγματικά προβλήματα», που θάλεγε και το ΚΚΕ. Αποπροσανατολιστική ή όχι, πάντως, η αντιπολίτευση αυτή είναι απολύτως υπαρκτή και αποτελεί εξίσου πρόβλημα, στο βαθμό που μετατοπίζει το πολιτικό κλίμα (πολύ) δεξιά. Τώρα είναι το άδειασμα του υπουργού Παιδείας Νίκου Φίλη από το Μέγαρο Μαξίμου, μέσω διαρροών, ώστε να αποκρουστεί η κίνηση των «35» της ΝΔ, που ζήτησαν την αποπομπή του για το Ποντιακό. Την προηγούμενη φορά ήταν ανάλογο άδειασμα της Σίας Αναγνωστοπούλου στο ζήτημα της απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών, και στο μεσοδιάστημα, το κρεσέντο Μεϊμαράκη για το Μακεδονικό. Κάτι η επικείμενη εκλογή προέδρου στη ΝΔ, κάτι που τα «ταυτοτικά» ήταν πάντα προνομιακή συγκολλητική ύλη για το λαό της Δεξιάς (σε αντίθεση με τις αντιμνημονιακές κορόνες, ενώ η ΝΔ έχει ψηφίσει δύο στα τρία μνημόνια...), είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει και επόμενη.

Αν έχουν έτσι τα πράγματα, το να κάνει κανείς τον Πόντιο Πιλάτο μπροστά στην εκτός τόπου και χρόνου εργαλειοποίηση του Ποντιακού, πολύ δε περισσότερο, το να προσχωρεί στο κλίμα των αντι-Φιλικών από κεκτημένη αντικυβερνητική-αντιμνημονιακή ταχύτητα, προσφέρει κακές υπηρεσίες. Στον Νίκο Φίλη μπορεί κανείς να προσάψει όσα και στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ – και μαζί τις ατυχείς επιλογές ύφους για τη στήριξη συγκεκριμένων κυβερνητικών πρωτοβουλιών. Όμως, η στοχοποίησή του από τη μισή κοινοβουλευτική ομάδα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σε συνδυασμό με την υποχωρητικότητα του κυβερνητικού κέντρου μπροστά στις πιέσεις της βαθιάς Δεξιάς, ξεκάθαρα για λόγους πολιτικής και εκλογικής σκοπιμότητας, συνιστά σοβαρό πολιτικό ζήτημα. Αφενός γιατί η ανασυγκρότηση της Δεξιάς σε εθνικιστική-αντιτουρκική βάση είναι αυτοτελώς πρόβλημα. Αφετέρου γιατί, την προηγούμενη φορά που ανακινήθηκε το Ποντιακό, μόλις πέρσι δηλαδή, 38 βουλευτές της ΝΔ επιχείρησαν, στο πρότυπο του διαβόητου Μπαλτάκου, να ακυρώσουν ένα ούτως ή άλλως λειψό αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, ζητώντας να ποινικοποιηθεί η άρνηση της γενοκτονίας των Ποντίων – και θεωρώντας ότι, διαφορετικά, η Βουλή θα ακύρωνε ψήφισμά της του 1994 με το οποίο αναγνώριζε τη σφαγή των Ποντίων ως γενοκτονία.

Για την εργαλειακή πολιτική χρήση του όρου «γενοκτονία», ο Νίκος Σαραντάκος θύμισε χτες ότι το 1948 η Βουλή των Ελλήνων είχε χαρακτηρίσει γενοκτονία το υποτιθέμενο παιδομάζωμα εκ μέρους των κομμουνιστών ανταρτών. Παρ' όλα αυτά, το 1994 το ΚΚΕ είχε στηρίξει το επίμαχο ψήφισμα που προώθησε το ΠΑΣΟΚ για τη σφαγή των Ποντίων. Σήμερα, έντεκα χρόνια μετά, προσπαθεί να δώσει αντικαπιταλιστικό επίχρισμα στον εθνικο-κομφορμισμό του, κάνοντας μια καρικατούρα μαρξιστικής ανάλυσης που μιλά για γενοκτονία, και αποδίδει τη σφαγή τόσο στην τουρκική αστική τάξη (που «ήθελε να βγάλει από τη μέση το ελληνικό κεφάλαιο»), όσο και στην ελληνική (που «τους άφησε στη μοίρα τους»). Πίσω από τα μαρξοφανή ακροβατικά, η στοίχιση με το ΠΑΣΟΚ τότε, και τους «35» της ΝΔ σήμερα (όσο και με τους εθνικά ανήσυχους του ΣΥΡΙΖΑ...), είναι κατάδηλη.

Στον αντίποδα, ούτε ο Συνασπισμός ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ είχαν μιλήσει ποτέ περί γενοκτονίας. Κι ένας θεός ξέρει πότε και με ποια διαδικασία αποφάσισαν να το κάνουν τώρα, όπως μας ενημέρωσε από τηλεοράσεως ο Δημήτρης Βίτσας. Σε περσινό του άρθρο στην Αυγή, ο Νίκος Φίλης εξηγούσε:


Τα περί Γενοκτονίας ήταν μια απόφαση εσωτερικής πολιτικής σκοπιμότητας και όχι διεθνούς σημασίας. Γι' αυτό και το ελληνικό κράτος ποτέ δεν προέβαλε στα διεθνή φόρα θέμα αναγνώρισης αυτής της "Γενοκτονίας", σε αντίθεση με τους Αρμένιους, οι οποίοι επεχείρησαν και πέτυχαν για τη δική τους περίπτωση απόφαση της γαλλικής Γερουσίας [...] Η αιματηρή εκδίωξη των χριστιανικών πληθυσμών από τον Πόντο, τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη είναι τυπικό παράδειγμα εθνοκάθαρσης, με βάση την οποία διαλύθηκε η πολυεθνική Οθωμανική Αυτοκρατορία σε συμπαγή εθνικά κράτη, συμπεριλαμβανομένου και του τουρκικού. Αναμφίβολα η εθνοκάθαρση είχε πολύ αίμα, πολύ πόνο και ξεριζωμό. Και η οθωμανική διοίκηση διακρίθηκε για ωμότητες, αν και αγριότητες σφράγισαν και την ιμπεριαλιστική πολιτική της Αγγλίας και της Γαλλίας [...] Ο όρος Γενοκτονία καθιερώνεται στο Διεθνές Δίκαιο μετά το Ολοκαύτωμα των Εβραίων και παραπέμπει σε βιομηχανικά σχεδιασμένη κρατική (της χιτλερικής Γερμανίας) επιδίωξη εξαφάνισης ενός ολόκληρου έθνους. Στο Ολοκαύτωμα δεν εμπλέκονται εδαφικές διεκδικήσεις. Η Γενοκτονία είναι απόλυτη και αφορά ένα ολόκληρο έθνος, όπου κι αν κατοικεί. Γι' αυτό επί μισό αιώνα δεν υπήρξε χρήση του όρου για άλλη σφαγή πληθυσμών. Η έννοια Γενοκτονία απέκτησε διευρυμένη και χρησιμοθηρική έννοια, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, όταν διεθνή όργανα χαρακτήριζαν ως Γενοκτονία τη σφαγή στη Ρουάντα ή ακόμη και τη σερβική επιθετικότητα εναντίον των μουσουλμάνων της Βοσνίας.

Υπήρχε τρόπος, όλα αυτά να εξηγηθούν από την κυβέρνηση. Γι' αυτό και δύσκολα αντέχεται ο πολιτικαντισμός του Μεγάρου Μαξίμου, που προτιμά να αδειάσει ένα μέλος της κυβέρνησης, προκειμένου να μη χάσει τους εθνικά ανήσυχους του εκλογικού σώματος, ποντιακής ή άλλης καταγωγής· δεδομένου ότι υπάρχουν κυβερνητικά στελέχη με πείρα στις πατριωτικές δημόσιες σχέσεις, στη «δεύτερη φορά Αριστερά» φαίνεται πως κι αυτά τα προαπαιτούμενα πρέπει να τηρηθούν με ευλάβεια, όπως και τα άλλα. Δυστυχώς, ωστόσο, ο εθνικο-πολιτικαντισμός δεν αποτελεί προνόμιο του Μαξίμου. Κάτι τα εθνικοταξικά του ΚΚΕ, κάτι η αντιμνημονιακή αφωνία της ΛΑΕ και τα τιτιβίσματα παραγόντων που συνομιλούν καιρό τώρα με το ακροατήριο της βαθιάς Δεξιάς προτάσσοντας την επιστημοσύνη τους, το έθνικ αποδεικνύεται υπεράνω μνημονίου και αντιμνημονίου.

http://rednotebook.gr/