Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2015

Χ. Γεωργούλας:Κόμμα ίσον κυβέρνηση;

Μια εξίσωση που μας πάει σε σκοτεινές εποχές



Δεν έχει περάσει ένα δεκαήμερο από τότε που σε ένα δελτίο ειδήσεων του Σταρ ο κ. Χατζηνικολάου σχολίαζε υπομειδιώντας την ανακοίνωση του Εργατικού Τμήματος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία καλούσε στις απεργιακές εκδηλώσεις της 12ης Νοεμβρίου. Από τα λεγόμενά του προέκυπτε ότι δεν θεωρούσε απλώς αδιανόητη την ενέργεια αυτή, αλλά την αποτιμούσε και ως κουτοπόνηρη, που αποσκοπούσε στην εξαπάτηση της κοινής γνώμης: αφού η κυβέρνηση, κυρίως, εγκαλείται από τους διοργανωτές των απεργιακών κινητοποιήσεων, πώς γίνεται το κόμμα που αποτελεί τον κορμό της κυβερνητικής πλειοψηφίας, να δηλώνει ότι θα συμμετάσχει σε κινητοποιήσεις που, τουλάχιστον, ενοχλούν την κυβέρνηση!

Όταν προέβαινε σε αυτόν το σχολιασμό από τη δική του πολιτική σκοπιά, νομίζω ότι δεν θα μπορούσε να φανταστεί πόσους θα έβρισκε σύμφωνους η συλλογιστική του στο χώρο των εξ αριστερών πολιτικών αντιπάλων του ΣΥΡΙΖΑ. Τόσο στην απεργιακή διαδήλωση αλλά και στις εκδηλώσεις για την επέτειο του Πολυτεχνείου η συμφωνία αυτή εκδηλώθηκε όχι μόνο λεκτικά αλλά και έμπρακτα.

Κόμμα και κυβέρνηση ένα και το αυτό;

Αξίζει να σημειωθεί ότι είχαν προηγηθεί ανάλογα επεισόδια στο αντιρατσιστικό φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης και στην εκδήλωση για την κατάργηση του φράχτη στον Εβρο. Αφήνοντας κατά μέρος την ηθική αποτίμηση αυτών των συμπεριφορών, έχει ιδιαίτερη σημασία να αναζητήσουμε την ιδεολογικοπολιτική βάση τους. Η οποία θα πρέπει να έχει μάλλον εξαιρετικά ισχυρή συμβολή στη διαμόρφωση της συνείδησης ορισμένων. Αλλιώς δεν εξηγούνται οι ακρότητες στις οποίες φτάνουν όσοι στηρίζουν την πολιτική συμπεριφορά τους σε τέτοιες αντιλήψεις.

Για παράδειγμα, προβεβλημένη συνδικαλίστρια και στέλεχος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σχολιάζοντας στο φέισμπουκ τις επιθέσεις κατά του Π. Λάμπρου, δήλωνε ευθαρσώς ότι ΠΟΤΕ! δεν θα έκανε το λάθος να τον υποστηρίξει, γιατί είναι στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ! Και αυτό προφανώς θα την υποβίβαζε σε υποστηρίκτρια της κυβέρνησης…

Αλλά και από πολιτικούς χώρους κατά τεκμήριο πιο συγγενικούς υπήρξαν, όχι τόσο ημιάγριες βέβαια, αλλά ανάλογες συμπεριφορές. Όπως αυτές που είχαν κοινό παρονομαστή την άποψη ότι το καλύτερο που είχαν να κάνουν τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν να μην εμφανιστούν με την ταυτότητά τους στις εκδηλώσεις για την επέτειο του Πολυτεχνείου, για να μην προκαλέσουν… [Όταν την επομένη ο Π. Λαφαζάνης και ο Δ. Στρατούλης διώχνονταν κακήν-κακώς από το αγροτικό συλλαλητήριο, ίσως βρήκαν το χρόνο να αναρωτηθούν ποιες σκέψεις είχαν πρυτανεύσει στο μυαλό των διοργανωτών του και αν ταίριαζαν με κάποιες δικές τους].

Είτε το συνειδητοποιούν είτε όχι, οι υποστηρικτές αυτών των συμπεριφορών αντλούν τη συλλογιστική τους από την αποδεδειγμένα καταστροφική αντίληψη, που ταυτίζει το κόμμα με κυβέρνηση και το κράτος. Αν υποθέσουμε ότι μια τέτοια σύγχυση θα μπορούσε να επικρατήσει σε συνθήκες επαναστατικών ανατροπών, η μεταφορά τους στις πραγματικές συνθήκες της Ελλάδας του 2015 την καθιστούν επικίνδυνη καρικατούρα: ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίζει τις εκλογές με ποσοστό 36%, σχηματίζει κυβέρνηση με τη συνδρομή ΑΝΕΛ και Οικολόγων, ταυτίζεται ως κυβέρνηση με το κράτος και, κατά συνέπεια, και το κομματικό σώμα του ΣΥΡΙΖΑ, μέλη, οπαδοί, επιρροές, γίνονται ένα και το αυτό με την κυβέρνηση και τον κρατικό μηχανισμό.

Από τη μήτρα του μονοκομματισμού

Όλοι γνωρίζουμε πόσο άσχετη με την πραγματικότητα είναι αυτή η καρικατούρα. Ωστόσο, επειδή όλες οι εκδοχές της αριστεράς, ιδιαίτερα της ελληνικής, προερχόμαστε από τη δογματική μήτρα που γέννησε την τερατομορφία του μονοκομματικού κράτους, στο οποίο η πάλη των τάξεων, τόσο στην κοινωνία όσο και στο κόμμα, «καταργήθηκε» με διάταγμα και οι τάξεις υποτάχθηκαν στον καταναγκασμό της «εκπροσώπησής» τους από έναν γραφειοκρατικό κομματικό μηχανισμό, σε πολλούς ακόμα είναι δύσκολο να παραδεχτούν αυτό που ήδη ο Λένιν έβλεπε στον καιρό του: την ανάγκη η αυτοτελής πολιτική οργάνωση των εργαζομένων να μπορέσει να γίνει εγγυήτρια και ελέγκτρια δύναμη της πορείας της δικής τους κυβέρνησης.

Ένας ολόκληρος αιώνας θεωρητικών αναζητήσεων και συγκεκριμένων πρακτικών εφαρμογών μάς είχαν οδηγήσει, όχι μόνο όσους επηρεαστήκαμε από τις ιδέες του ευρωκομμουνισμού αλλά όλους τους κριτικούς μαρξιστές, σε δρόμους που στη σήμανσή τους υπάρχει η έννοια της αυτονομίας των κοινωνικών κινημάτων, της απαλλαγής τους από την αντίληψη πως είναι οι ιμάντες μεταβίβασης της κομματικής πολιτικής στην κοινωνία, καθώς και η αντίληψη της αυτοτελούς ανάπτυξης της δράσης του κόμματος ως παράγοντα αλλαγής της κοινωνίας, ακόμα κι όταν στην κυβέρνηση μετέχει και το κόμμα των εργαζομένων. Πολύ περισσότερο τότε, θα λέγαμε.

Υπάρχουν, λοιπόν, σήμερα αρκετοί, που είτε δεν τα ενστερνίστηκαν ποτέ αυτά, είτε μας καλούν τώρα να τα ξεχάσουμε θεωρώντας τα απλή κοροϊδία. Η αλήθεια είναι ότι, έτσι όπως συγκροτήθηκε ο Συνασπισμός παλιότερα αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ πρόσφατα, στον κομματικό οργανισμό δεν συζητήθηκαν καν τέτοια ζητήματα, πολύ λιγότερο αφομοιώθηκαν στην αντίληψή του, στην αντίληψη των μελών, των στελεχών και στην πρακτική τους, αυτές οι θεωρητικές κατακτήσεις. Γι' αυτό και σήμερα βλέπουμε μέλη και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ να διστάζουν να δράσουν με βάση αυτές τις αντιλήψεις, να τις εντάξουν στον τρόπο λειτουργίας και σκέψης τους, στην πολιτική πρακτική τους. Συχνά υποψιάζονται ότι είναι δικαιολογίες, προσχήματα, προφάσεις εν αμαρτίαις. Ενώ αποτελούν όρο ύπαρξης.

Μια δύσκολη πορεία

Θα ήταν αστείο να ισχυριστεί κάποιος ότι έχουμε μια απλή και εύκολη συνταγή, που αρκεί να την εφαρμόσουμε πιστά, για να πάρουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Η κατεύθυνση με βάση αυτό τον ιδεολογικό-πολιτικό προσανατολισμό μπορεί να είναι σωστή, αλλά η πορεία, τα πραγματικά βήματα που ανοίγουν αυτό το δρόμο, πραγματοποιούνται με αντιφάσεις και συγκρούσεις, με άλματα και με υποχωρήσεις. Αλλά μήπως και η ίδια η πραγματικότητα μέσα στην οποία καλούνται όλοι να δράσουν δεν είναι αντιφατική; Δεν ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ που κέρδισε τις εκλογές του Ιανουαρίου με την υπόσχεση ότι θα καταργούσε τα μνημόνια; Δεν είναι η κυβέρνησή του που υπέγραψε τρίτο μνημόνιο; Δεν είναι αυτή η η ίδια κυβέρνηση, που αναβαπτίστηκε στη δεύτερη λαϊκή εντολή, η οποία αντιμετωπίζει ήδη τη λαϊκή δυσφορία; Δεν είναι η ίδια αυτή λαϊκή δυσφορία που δεν φτάνει ως το σημείο να ξαναφέρει στο προσκήνιο τις δυνάμεις της κεντροδεξιάς, παρότι δεν φαίνεται ικανοποιημένη από την αριστερά;

Μέσα από αυτή την αντιφατική πραγματικότητα είναι υποχρεωμένος να περάσει όποιος θέλει να την αλλάξει. Για να μπορέσει να το κάνει χρειάζεται να έχει στόχους και όραμα που πηγαίνουν πέρα από τον ορίζοντα και τις δυνατότητες μιας κυβερνητικής θητείας, πέρα από τους καταναγκασμούς της και τις υποχρεωτικές λόγω συσχετισμού δύναμης δουλείες της.

Ένα συνέδριο που ν' αξίζει τον κόπο


Στόχος ενός κόμματος που θέλει να αλλάξει την πραγματικότητα, είναι η αλλαγή των συσχετισμών. Κι αυτό προϋποθέτει ένα κόμμα που σ' όλο του το εύρος, το ύψος και το βάθος συνειδητοποιεί το ρόλο του, παλεύει για να τον εκπληρώσει και πρώτα απ' όλα για να αποκτήσει μέλη, οπαδούς και οργανώσεις που συνομιλούν, αφουγκράζονται, κινούν, επηρεάζουν τον κοινωνικό τους χώρο, επηρεάζονται από αυτόν, τον οργανώνουν ως αποφασιστικό παράγοντα όχι μόνο των πολιτικών εξελίξεων αλλά και των κοινωνικών μεταβολών. Υπερβαίνοντας τους περιορισμούς που μπορεί να βαραίνουν την κεντρική πολιτική εξουσία.

Θα τα συζητήσει αυτά ο ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να τα κάνει κτήμα του και οδηγό για την ανάπτυξή του και τη δράση του πηγαίνοντας προς το συνέδριό του και, οπωσδήποτε, σε μια καλά οργανωμένη και ιδεολογικά εξοπλισμένηοργανωτική συνδιάσκεψη; Σ' αυτό το ερώτημα χρειάζεται να δοθεί απάντηση και όχι τόσο στις αδιέξοδες προκλήσεις που έρχονται από το μακρινό παρελθόν -και θα καταλήξουν σίγουρα σ' αυτό.
πηγή: Εποχή
left.gr/