ρατσιστικής βίας, τόσο ως προς τον διαρκώς αυξανόµενο αριθµό των περιστατικών, όσο και ως προς τον τρόπο δράσης και την ένταση της βίας που ασκείται και δηλώνει πως θα αναλάβει άµεσα πρωτοβουλίες σ’ αυτή την κατεύθυνση, σε διαβούλευση µε τους αρµόδιους φορείς..
Πρόσφατα, μάλιστα, διαπιστώνει οργανωµένη και συστηµατική δράση ακραίων
οµάδων, οι οποίες επικαλούµενες το αίσθηµα ανασφάλειας πολλών πολιτών, επιδίδονται σε επιθέσεις κατά µελών ευπαθών ή αποκλεισµένων κοινωνικών οµάδων (αλλοδαπών, Ροµά κ.λπ.). Η ανοχή ή ακόµη και η µερική έστω αποδοχή των ενεργειών αυτών από τµήµατα του πληθυσµού εντείνει τον προβληµατισµό του για το φαινόµενο.Πρόσφατα, μάλιστα, διαπιστώνει οργανωµένη και συστηµατική δράση ακραίων
Ο Συνήγορος του Πολίτη καλεί τους αρµόδιους φορείς να µην επιτρέψουν την ανάπτυξη οργανωµένων εγκληµατικών θυλάκων οι οποίοι εκµεταλλεύονται τα κενά που
δηµιουργεί η ολιγωρία ή και αδράνεια του κρατικού µηχανισµού.
Συγκεκριµένα, ο Συνήγορος του Πολίτη διαπιστώνει αυξηµένα περιστατικά οργανωµένης και συστηµατικής χρήσης βίας - µε στόχο κυρίως αλλοδαπούς - από οµάδες µε ακραία ιδεολογικά χαρακτηριστικά, που χρησιµοποιούν ως πρόσχηµα την προστασία της δηµόσιας τάξης και ασφάλειας για να διαπράττουν σοβαρές εγκληµατικές πράξεις και να προτρέπουν σε γενικευµένη αυτοδικία. Η χρήση βίας πλήττει θεµελιώδη δικαιώµατα και απειλεί να οδηγήσει σε ένα «φαύλο κύκλο» κλιµάκωσης των βίαιων περιστατικών ένθεν κακείθεν και πρόκλησης οµαδικών συγκρούσεων, µεμτελικό αποτέλεσµα τη σοβαρή διασάλευση της κοινωνικής συνοχής και ειρήνης.
Ο Συνήγορος υπενθυµίζει ότι η τήρηση της νοµιµότητας, η προστασία των δικαιωµάτων και η καταπολέµηση των διακρίσεων αποτελούν θεµελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου. Επιπλέον, το έννοµο αγαθό της δηµόσιας ασφάλειας προσδιορίζεται κατά περιεχόµενο από τη διασφάλιση του ατοµικού δικαιώµατος στην ασφάλεια κάθε προσώπου, Έλληνα και αλλοδαπού που διαµένει στην ελληνική επικράτεια. Η βία, και κυρίως η ρατσιστική, αποτελεί την πιο αποκρουστική µορφή εγκληµατικής συµπεριφοράς, επειδή στοχοποιεί κατά κανόνα, την διαφορετικότητα, και εκµεταλλεύεται την αδυναµία και τον κοινωνικό αποκλεισµό του θύµατος.
Η ανεξάρτητη αρχή έχει επανειληµµένα επισηµάνει την ανάγκη λήψης συνδυαστικών µέτρων και συντονισµένων ενεργειών για την αντιµετώπιση του φαινοµένου της ρατσιστικής βίας, καθώς και των αιτίων που το προκαλούν, ιδίως σε περιοχές στις οποίες οµάδες του πληθυσµού που έχουν περισσότεροπληγεί από την κρίση συµβιώνουν µε άλλες κοινωνικά ευάλωτες οµάδες. Στο πλαίσιο αυτό απαιτούνται όχι µόνο νοµοθετικές πρωτοβουλίες αλλά και συγκεκριµένος αστυνοµικός σχεδιασµός για την αποτελεσµατική άσκηση από τη δηµοκρατική πολιτεία της αποκλειστικής συνταγµατικής αρµοδιότητας και υποχρέωσης για την ασφάλεια κάθε προσώπου.