Την ώρα που το σύνολο σχεδόν των μέσων ενημέρωσης αποκαλύπτει την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής, διατυπώνεται μια ισχυρή ένσταση και μάλιστα από τα «αριστερά». Δύο γνωστοί αρθρογράφοι, στρατευμένοι στη δική του ο καθένας εκδοχή της Αριστεράς, προσφέρουν την ανάλυσή τους ως σωσίβιο στη ναζιστική οργάνωση, εν ονόματι της βαθιάς, υποτίθεται, αντίθεσής τους στο «σύστημα».
«Μέσα στον ωκεανό της αλήτικης δημοσιογραφίας, με τις ανάλογες αήθεις "αναλύσεις" των διαφόρων φερέφωνων του καθεστώτος, υπήρξε και μια εξαίρεση», γράφει ο ιστότοπος της Χρυσής Αυγής. Και εξηγεί: «Πρόκειται για τον δημοσιογράφο Τάκη Φωτόπουλο της "Ελευθεροτυπίας"» (23.9). Και την επομένη, ο Γιώργος Μάστορας (μισθωτός συνεργάτης του Αρχηγού, κατά κόσμον Γεώργιος Μισιάκας) ανακαλύπτει ένα άρθρο του Γιώργου Δελαστίκ στην εφημερίδα «Πριν», το οποίο κατά τους ναζιστές «λέει τα αυτονόητα», δηλαδή ο δημοσιογράφος «δεν πιστεύει ότι το έγκλημα είχε πολιτικό κίνητρο, επομένως καταρρέει το τεράστιο ψέμα για εμπλοκή της Χρυσής Αυγής».
Ο ενθουσιασμός της οργάνωσης είναι αναμενόμενος. Γιατί πράγματι, στη φούρια τους να αποδώσουν τα πάντα στην «υπερεθνική και τη σιωνιστική ελίτ» καθώς και στην «κοινοβουλευτική χούντα» (Φωτόπουλος) αλλά και στην «Ε.Ε., τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ» (Δελαστίκ) καταλήγουν στην αθώωση της ηγεσίας της ναζιστικής οργάνωσης από το αποτρόπαιο έγκλημα.
Ο πρώτος μιλά για «βίαιες συγκρούσεις μεταξύ πολιτικών ομάδων της Ακροδεξιάς και της (αναρχικής συνήθως) Αριστεράς», εξισώνοντας τον Γιώργο Ρουπακιά με τον Παύλο Φύσσα. Και συμπληρώνει το επιχείρημά του προσθέτοντας ότι δεν πρόκειται για «συστημική» οργάνωση, «όπως κάποιοι αφελώς και κάποιοι άλλοι εκ του πονηρού υποστηρίζουν», ενώ διαπιστώνει πως «είναι γνωστό ότι εδώ και καιρό έχει ξεσηκωθεί κατά της Χρυσής Αυγής το ντόπιο κατεστημένο, συμπεριλαμβανομένης της εκφυλισμένης "Αριστεράς" που υποστηρίζει τους μετανάστες».
Κατά τον Φωτόπουλο, «δεν είναι συστημική οργάνωση όχι μόνο εξαιτίας της άγριας δίωξης που υφίσταται από τις ντόπιες και διεθνείς ελίτ, αλλά και με βάση τους προγραμματικούς στόχους της που είναι παρόμοιοι με τους στόχους κάθε ιστορικού εθνικοσοσιαλιστικού ή "φασιστικού" κόμματος: αντίθεση τόσο στο κεφάλαιο όσο και στην αυτόνομα οργανωμένη εργασία, οικονομική αυτάρκεια, εθνικοποίηση ενεργειακών πηγών, "Ευρώπη των εθνών" [...]».
Και το αποκορύφωμα: «Με άλλα λόγια, η φυσική βία δεν είναι το κύριο χαρακτηριστικό ενός "φασιστικού" κόμματος, όπως συνήθως υποστηρίζεται. Αλλωστε, παρόμοια βία χρησιμοποιεί και η κοινοβουλευτική χούντα για να επιβάλει με τα ΜΑΤ τις επιστρατεύσεις κ.λπ., μέτρα που ποτέ δεν ενέκρινε ο λαός».
Δεν είναι δηλαδή μόνο για τη συγκεκριμένη δολοφονία αθώα η Χρυσή Αυγή, αλλά και για όλα όσα έχουν προηγηθεί, εφόσον «η φυσική βία δεν είναι χαρακτηριστικό» αυτών των κομμάτων. Η εντελώς ανιστόρητη αυτή θέση δικαιώνει δηλαδή ακόμα και τον ιστορικό φασισμό, με τρόπο που ούτε ο πιο ακραίος οπαδός του ιστορικού αναθεωρητισμού δεν έχει ακόμα διανοηθεί.
Κάποιος πρέπει να μιλήσει στον κ. Φωτόπουλο για το Ολοκαύτωμα. Και βέβαια, για μία ακόμα φορά, θα επαναλάβουμε ότι η Χρυσή Αυγή δεν είναι φασιστική, αλλά ναζιστική και η βία εναντίον των «υπανθρώπων» αντιπάλων της είναι συστατικό και μόνιμο στοιχείο της δράσης της.
Οσο για τον Γ. Δελαστίκ, αυτός εφαρμόζει, λέει, ως θεμελιώδες αφετηριακό σημείο της ανάλυσής του το ερώτημα: «Ποιος ωφελείται πολιτικά από το έγκλημα;». Και παρατηρεί με διδακτικό ύφος: «Από πολιτική σκοπιά (από πολιτική, όχι από αστυνομική σκοπιά, γιατί μπορεί να αποδειχθούν γεγονότα που ανατρέπουν τις πολιτικές εικασίες) πολύ δύσκολα μπορεί κανείς να υποθέσει ότι την εντολή δολοφονίας την έδωσαν ηγετικά στελέχη πρώτης γραμμής του κόμματος στο οποίο ανήκει ο δράστης, εκτός πια αν με κάτι τα εκβίαζαν άλλοι κύκλοι».
Αυτό είναι το συμπέρασμά του επειδή «η Χρυσή Αυγή υφίσταται σοβαρή πολιτική ζημιά με τη δολοφονία που διέπραξε ο δράστης». Και ο αρθρογράφος καταλήγει διατυπώνοντας «αμφιβολίες για το κατά πόσο ο δολοφόνος έδρασε όντως πρωτοβουλιακά ή αν σκότωσε εκτελώντας εντολές κάποιων άγνωστων σε εμάς κέντρων, διαφορετικών πάντως από την ηγεσία της Χρυσής Αυγής».
Η συλλογιστική αυτή δεν παίρνει καθόλου υπόψη της την αυστηρά ιεραρχική και στρατιωτική οργάνωση της Χρυσής Αυγής και υιοθετεί το δικό της επιχείρημα ότι έδρασε μόνο του το απλό μέλος ή ακόμα χειρότερα, ακολουθώντας εντολές άλλων. Πρόκειται για απόλυτη υποτίμηση της ναζιστικής οργάνωσης και άγνοια του τρόπου δράσης της τόσα χρόνια. Το επιχείρημα «ποιος ωφελείται» είναι το αποκορύφωμα της μανιχαϊστικής πολιτικής ανάλυσης και δυστυχώς ένας από τους πρώτους που το υιοθέτησε ήταν ο ίδιος ο Χίτλερ στο Mein Kampf. Αν εφαρμόζαμε το ίδιο ερώτημα για τα δύο άρθρα, ποιος άραγε ωφελείται απ' αυτά;
Η ειρωνεία της τύχης είναι ότι μία μέρα μετά τους ύμνους της Χρυσής Αυγής για το άρθρο στο «Πριν», οι ναζιστές κατάγγειλαν «ομάδα οπλοφόρων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ», δηλαδή της πολιτικής οργάνωσης που εκφράζει το «Πριν», ότι συνελήφθησαν «με δολοφονικά σύνεργα», αλλά «αφέθηκαν ελεύθεροι με άνωθεν εντολή». Η συνωμοσιολογία εκδικείται.
Οσον αφορά τις εφημερίδες στις οποίες αρθρογραφούν οι δύο αναπάντεχοι συνήγοροι της Χρυσής Αυγής, το μεν «Εθνος» έσπευσε να διαφοροποιηθεί από τον Γ. Δελαστίκ, δηλώνοντας ότι δεν θα φιλοξενούσε ποτέ παρόμοιες θέσεις, ενώ η «Ελευθεροτυπία» δημοσίευσε ασχολίαστο το συγχωροχάρτι που προσέφερε στη Χρυσή Αυγή ο κ. Φωτόπουλος, το πρόβαλε μάλιστα και στο πρωτοσέλιδό της.
Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η Χρυσή Αυγή επιδοκιμάζει και επικαλείται άρθρο της «Ελευθεροτυπίας». Ηταν το καλοκαίρι του 2001, όταν η εφημερίδα της ναζιστικής οργάνωσης θρηνούσε για την εκτέλεση του Τίμοθι Μακβί στις ΗΠΑ, του ανθρώπου που ήταν υπεύθυνος για το πολύνεκρο μακελειό της Οκλαχόμα. Η εφημερίδα αναδημοσίευε τη φράση που είχε αφιερώσει στον Μακβί «ο δημοσιογράφος που γράφει τις εύστοχες φράσεις πάνω στο δελτίο καιρού της "Ελευθεροτυπίας": Εκτέλεσαν με τις ενέσεις τους τη μόνη φωνή που ξεσκέπασε εμπράκτως τις φονικές ανέσεις τους».
Ο άνθρωπος που είχε γράψει τότε αυτές τις γραμμές που θαύμασε η Χρυσή Αυγή είναι σήμερα διευθυντής στην «Ελευθεροτυπία» του κ. Οικονομόπουλου. Και είναι ο ίδιος που με ανάρτησή του στο Διαδίκτυο μας απέδιδε ότι ασχολούμαστε ως δημοσιογράφοι με πολύ περιθωριακά θέματα, εννοώντας την πολύχρονη έρευνά μας για τη Χρυσή Αυγή. Πραγματική κατάντια.
Εφημερίδα των Συντακτών