ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 2008-2012
Οι φτωχότεροι αλλά και οι πλουσιότεροι Έλληνες πλήρωσαν το κόστος από τα μέτρα λιτότητας και απώλεσαν υπολογίσιμο μέρος του διαθέσιμου εισοδήματός του, σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), με θέμα τη δημοσιονομική πολιτική και την εισοδηματική ανισότητα.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, την οποία παρουσίασε ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής του ΔΝΤ, Ντέιβιντ Λίπτον, σε ομιλία του στο Ινστιτούτου Διεθνών Οικονομικών Πίτερσον στην Ουάσιγκτον, το φτωχότερο 10% των πολιτών στην Ελλάδα έχασε το 15% του διαθέσιμου εισοδήματός του την περίοδο 2008-2012.
Επίσης, μεγαλύτερες ήταν και οι απώλειες στο εισόδημα της συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας, σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες που εφάρμοσαν μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής: Το φτωχότερο 10% στην Πορτογαλία και στην Ισπανία έχασε λίγο περισσότερο από 5% και στην Ιταλία λιγότερο από 5%.
Στην έκθεση σημειώνεται ότι τα μέτρα που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα από το 2008 έως το 2012 είχαν μεγάλο κόστος και για τους πλουσιότερους Έλληνες, αφού περισσότερο από 15% μειώθηκε και το διαθέσιμο εισόδημα του 30% των πλουσιότερων Ελλήνων.
Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται ότι σε σύγκριση με τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, οι αυξήσεις στο φόρο εισοδήματος συνέτειναν σημαντικά στο ελληνικό πρόγραμμα, ενώ μεγάλες ήταν και οι περικοπές στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων. Επίσης, το μέτρο για τη μείωση του αφορολόγητου στα 5.000 από τα 12.000 ευρώ είχε μεγαλύτερο κόστος για το πιο φτωχό 10%.
Στη έκθεση διατυπώνεται η άποψη ότι η μείωση μισθών στο δημόσιο τομέα και η αύξηση της φορολογίας εισοδήματος που σημειώθηκαν στην Ελλάδα την περίοδο 2008-2012 είχαν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της οικονομικής ανισότητας στην ελληνική κοινωνία. Οι οριζόντιες περικοπές συντάξεων αυξάνουν την οικονομική ανισότητα, τονίζεται χαρακτηριστικά, επειδή επηρεάζουν περισσότερο όσους έχουν χαμηλότερα εισοδήματα, ενώ σημειώνεται ότι αν οι περικοπές περιοριστούν σε όσους παίρνουν υψηλότερες συντάξεις, τότε οι επιπτώσεις είναι δικαιότερες.
Επίσης, υποστηρίζεται ότι η αύξηση του φόρου εισοδήματος και των ασφαλιστικών εισφορών περιόρισαν την οικονομική ανισότητα, με εξαίρεση τη μείωση του αφορολόγητου ορίου, ενώ οι αυξήσεις ΦΠΑ, σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εφάρμοσαν μέτρα, συνέτειναν στην αύξηση της οικονομικής ανισότητας.
Ειδικές αναφορές γίνονται και στο σύστημα υγείας και παιδείας και τονίζεται ότι η ισομερής κατανομή του πληθυσμού όσον αφορά την πρόσβασή του στο σύστημα περιορίζει την οικονομική ανισότητα. Η πρόσβαση στο σύστημα υγείας, όπως τονίζεται, μειώνει την ανισότητα κατά 3,6% κατά μέσο όρο σε πέντε ευρωπαϊκές οικονομίες (Ελλάδα, Βέλγιο, Γερμανία, Ιταλία και Βρετανία) και η πρόσβαση στο σύστημα εκπαίδευσης τη μειώνει κατά ακόμη 2,2%.
Η έκθεση του ΔΝΤ, όπως τόνισε ο κ. Λίπτον, αναφέρεται σε μέτρα που θα μπορούσαν να λάβουν οι κυβερνήσεις ώστε να προχωρήσουν σε αναδιανομή εισοδήματος για να επιτευχθεί η μείωση της οικονομικής ανισότητας, σημειώνοντας κυρίως ότι «οι διοικητικές δυνατότητες κάθε κράτους, οι πολιτικές προτιμήσεις, ο ρόλος που επιθυμεί να διαδραματίσει το κράτος και οι επιθυμίες της κοινωνίας όσον αφορά την αναδιανομή» έχουν καθοριστικό έργο προς αυτή την κατεύθυνση.
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο κ. Λίπτον, η εισοδηματική ανισότητα έχει αυξηθεί σε πολλά μέρη του κόσμου στις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό, όπως και οι κοινωνικές εντάσεις που συνδέονται με τη δημοσιονομική εξυγίανση που πολλοί έχουν αντιμετωπίσει εν μέρει, απορρέουν από την παγκόσμια οικονομική κρίση, όπως επεσήμανε, σημειώνοντας ότι η ανισότητα σχετίζεται με χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης και ότι η δημοσιονομική αναδιανομή μπορεί να βοηθήσει τη στήριξη της ανάπτυξης.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών δεκαετιών, στις περισσότερες χώρες υπήρξε αύξηση των ανισοτήτων, όπως είπε, ενώ στη συνέχεια παρουσίασε συγκεκριμένα παραδείγματα για διάφορες περιοχές του κόσμου.
Ο κ. Λίπτον τόνισε ότι σε ορισμένες οικονομίες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Νότια Αφρική, το 1% του πληθυσμού με το υψηλότερο εισόδημα έχει αυξήσει δραστικά το μερίδιό του (στο εισόδημα) τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά όχι τόσο στην ηπειρωτική Ευρώπη και την Ιαπωνία, όπου το μερίδιο έχει παραμείνει σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητο.
Στη συνέχεια, υπογράμμισε ότι ένα μεγάλο μέρος των κοινωνικών δαπανών στις αναπτυσσόμενες οικονομίες δεν είναι καλά σχεδιασμένο και στοχευμένο, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η ανισότητα. Η συζήτηση, όπως ανέφερε, για την αναδιανεμητική επίδραση της δημοσιονομικής πολιτικής στις προηγμένες και αναπτυσσόμενες οικονομίες έχει σημαντικές επιπτώσεις στο σχεδιασμό των πακέτων δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Οι φτωχότεροι αλλά και οι πλουσιότεροι Έλληνες πλήρωσαν το κόστος από τα μέτρα λιτότητας και απώλεσαν υπολογίσιμο μέρος του διαθέσιμου εισοδήματός του, σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), με θέμα τη δημοσιονομική πολιτική και την εισοδηματική ανισότητα.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, την οποία παρουσίασε ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής του ΔΝΤ, Ντέιβιντ Λίπτον, σε ομιλία του στο Ινστιτούτου Διεθνών Οικονομικών Πίτερσον στην Ουάσιγκτον, το φτωχότερο 10% των πολιτών στην Ελλάδα έχασε το 15% του διαθέσιμου εισοδήματός του την περίοδο 2008-2012.
Επίσης, μεγαλύτερες ήταν και οι απώλειες στο εισόδημα της συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας, σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες που εφάρμοσαν μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής: Το φτωχότερο 10% στην Πορτογαλία και στην Ισπανία έχασε λίγο περισσότερο από 5% και στην Ιταλία λιγότερο από 5%.
Στην έκθεση σημειώνεται ότι τα μέτρα που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα από το 2008 έως το 2012 είχαν μεγάλο κόστος και για τους πλουσιότερους Έλληνες, αφού περισσότερο από 15% μειώθηκε και το διαθέσιμο εισόδημα του 30% των πλουσιότερων Ελλήνων.
Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται ότι σε σύγκριση με τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, οι αυξήσεις στο φόρο εισοδήματος συνέτειναν σημαντικά στο ελληνικό πρόγραμμα, ενώ μεγάλες ήταν και οι περικοπές στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων. Επίσης, το μέτρο για τη μείωση του αφορολόγητου στα 5.000 από τα 12.000 ευρώ είχε μεγαλύτερο κόστος για το πιο φτωχό 10%.
Στη έκθεση διατυπώνεται η άποψη ότι η μείωση μισθών στο δημόσιο τομέα και η αύξηση της φορολογίας εισοδήματος που σημειώθηκαν στην Ελλάδα την περίοδο 2008-2012 είχαν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της οικονομικής ανισότητας στην ελληνική κοινωνία. Οι οριζόντιες περικοπές συντάξεων αυξάνουν την οικονομική ανισότητα, τονίζεται χαρακτηριστικά, επειδή επηρεάζουν περισσότερο όσους έχουν χαμηλότερα εισοδήματα, ενώ σημειώνεται ότι αν οι περικοπές περιοριστούν σε όσους παίρνουν υψηλότερες συντάξεις, τότε οι επιπτώσεις είναι δικαιότερες.
Επίσης, υποστηρίζεται ότι η αύξηση του φόρου εισοδήματος και των ασφαλιστικών εισφορών περιόρισαν την οικονομική ανισότητα, με εξαίρεση τη μείωση του αφορολόγητου ορίου, ενώ οι αυξήσεις ΦΠΑ, σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εφάρμοσαν μέτρα, συνέτειναν στην αύξηση της οικονομικής ανισότητας.
Ειδικές αναφορές γίνονται και στο σύστημα υγείας και παιδείας και τονίζεται ότι η ισομερής κατανομή του πληθυσμού όσον αφορά την πρόσβασή του στο σύστημα περιορίζει την οικονομική ανισότητα. Η πρόσβαση στο σύστημα υγείας, όπως τονίζεται, μειώνει την ανισότητα κατά 3,6% κατά μέσο όρο σε πέντε ευρωπαϊκές οικονομίες (Ελλάδα, Βέλγιο, Γερμανία, Ιταλία και Βρετανία) και η πρόσβαση στο σύστημα εκπαίδευσης τη μειώνει κατά ακόμη 2,2%.
Η έκθεση του ΔΝΤ, όπως τόνισε ο κ. Λίπτον, αναφέρεται σε μέτρα που θα μπορούσαν να λάβουν οι κυβερνήσεις ώστε να προχωρήσουν σε αναδιανομή εισοδήματος για να επιτευχθεί η μείωση της οικονομικής ανισότητας, σημειώνοντας κυρίως ότι «οι διοικητικές δυνατότητες κάθε κράτους, οι πολιτικές προτιμήσεις, ο ρόλος που επιθυμεί να διαδραματίσει το κράτος και οι επιθυμίες της κοινωνίας όσον αφορά την αναδιανομή» έχουν καθοριστικό έργο προς αυτή την κατεύθυνση.
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο κ. Λίπτον, η εισοδηματική ανισότητα έχει αυξηθεί σε πολλά μέρη του κόσμου στις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό, όπως και οι κοινωνικές εντάσεις που συνδέονται με τη δημοσιονομική εξυγίανση που πολλοί έχουν αντιμετωπίσει εν μέρει, απορρέουν από την παγκόσμια οικονομική κρίση, όπως επεσήμανε, σημειώνοντας ότι η ανισότητα σχετίζεται με χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης και ότι η δημοσιονομική αναδιανομή μπορεί να βοηθήσει τη στήριξη της ανάπτυξης.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών δεκαετιών, στις περισσότερες χώρες υπήρξε αύξηση των ανισοτήτων, όπως είπε, ενώ στη συνέχεια παρουσίασε συγκεκριμένα παραδείγματα για διάφορες περιοχές του κόσμου.
Ο κ. Λίπτον τόνισε ότι σε ορισμένες οικονομίες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Νότια Αφρική, το 1% του πληθυσμού με το υψηλότερο εισόδημα έχει αυξήσει δραστικά το μερίδιό του (στο εισόδημα) τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά όχι τόσο στην ηπειρωτική Ευρώπη και την Ιαπωνία, όπου το μερίδιο έχει παραμείνει σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητο.
Στη συνέχεια, υπογράμμισε ότι ένα μεγάλο μέρος των κοινωνικών δαπανών στις αναπτυσσόμενες οικονομίες δεν είναι καλά σχεδιασμένο και στοχευμένο, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η ανισότητα. Η συζήτηση, όπως ανέφερε, για την αναδιανεμητική επίδραση της δημοσιονομικής πολιτικής στις προηγμένες και αναπτυσσόμενες οικονομίες έχει σημαντικές επιπτώσεις στο σχεδιασμό των πακέτων δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Έθνος