δημοσιότητας μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου, από τις γραφίδες των οργανικών διανοουμένων του συστήματος, απουσιάζει επιδεικτικά ο Πολίτης, ως άτομο και ως συλλογικότητα εκλογικού σώματος. Ακόμη χειρότερα, αναδεικνύεται μια διάχυτη ελιτίστικη αποστροφή για την πολιτική βούληση του πολίτη, η οποία συνιστά στην έμμεση αστική Δημοκρατία, την ανώτερη έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας –πράξη πάντα ταξική - που είναι τελικά και το μόνο Υποκείμενο της Ιστορίας. Το βασικότερο διακηρυκτικά κύτταρο μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Το γεγονός όχι μόνο αγνοείται αλλά και καταγγέλλεται ως «λαϊκισμός». Όλες άλλωστε οι βασικές, με αγώνες δυο αιώνων, κατακτήσεις των πολιτών-παραγωγών, ακόμη και μια σειρά αυτονόητων πολιτικών δικαιωμάτων, καταγγέλλονται τελευταία ως ...λαϊκισμός! Χαρακτηριστικό δείγμα από τη γραφίδα γνωστού ομότιμου καθηγητή: «Σε πολλούς ψηφοφόρους οι εκλογές δίνουν μια αίσθηση παντοδυναμίας, ώστε να θεωρούν ότι η ψήφος τους πρέπει να έχει και δεσμευτικό χαρακτήρα» (Θ. Βερέμης, Η Καθημερινή, 20 Μαΐου, σελ. 19).
Αλλά και σε συνέδρια που διοργανώνουν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη αυτές ακριβώς τις μέρες, και όχι προφανώς τυχαία, με αντικείμενο τις πρόσφατες εκλογές, συνάδελφοι πολιτικοί επιστήμονες (!), με επιλεγμένους προσεκτικά εισηγητές,
σε μεγάλο βαθμό τους ίδιους, κατά συντριπτική πλειονότητα δε προερχόμενους από το πάλαι ποτέ εκσυγχρονιστικό μπλοκ -η μία ή δυο εξαιρέσεις απλά επιβεβαιώνουν τον κανόνα- και δημοσιογράφους των κυριάρχων μέσων ενημέρωσης, απουσιάζουν επιδεικτικά εισηγήσεις που αφορούν την πολιτική βούληση του Πολίτη ως φορέα της Λαϊκής Κυριαρχίας, την ψηλάφηση έστω της νέας κινητικότητας που επέδειξε αποδιαρθρώνοντας το μέχρι χθες παγιωμένο αστικό δικομματικό πολιτικό σκηνικό. Διεκδικώντας αυτό που το άρθρο 22 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου από το 1948 καταγράφει και το οποίο βίαια απώλεσε την τελευταία διετία: «κάθε πρόσωπο σαν μέλος της κοινωνίας ... δικαιούται να αξιώνει την ικανοποίηση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων που είναι απαραίτητα για την αξιοπρέπεια και την ελεύθερη ανάπτυξή του».
Φαίνεται σαν να αγνοούν επιδεικτικά ότι χωρίς σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, στον κάθε Πολίτη ως πρόσωπο με συγκεκριμένο όνομα, γεννούν την ανομία! Δημιουργούν τους όρους που έφεραν την νεοναζιστική Χρυσή Αυγή στο Κοινοβούλιο. Γεγονός που εντείνει η απαξιωτική ρητορεία κάθε έννοιας συλλογικότητας, συνδικαλιστικής και πολιτικής οργάνωσης, που υποκαθιστά μια θολή α-ταξική «κοινωνία πολιτών», η οποία καταγγέλλεται συνάμα ως ατροφική... Επιμένοντας να αντιμετωπίζουν τον ενεργό κριτικό Πολίτη ως ιδιώτη –idiot, δηλαδή ηλίθιο, χωρίς κρίση και μνήμη– που δρα με βάση το θυμικό και μόνο, άρα μπορούν με μια οργανωμένη βιομηχανία συνείδησης, έναν έντονο διδακτισμό και τεχνοκρατισμό, να τον εκφοβίζουν, αφού δεν μπορούν να τον πείσουν. Λες και το θυμικό δεν είναι ένα από τα στοιχεία συγκρότησης πολιτικής στάσης. Λες και η αξιοπρέπεια αφορά μόνο τους ποικιλώνυμους Κυρίους του κόσμου τούτου. Λες και η ψήφος της 6 Μαΐου δεν έδειξε ότι μεγάλο τμήμα του εκλογικού σώματος προσβλέπει σε έναν νέο, ευρωπαϊκά και δημοκρατικά αρθρωμένο, αριστερό ριζοσπαστισμό.
Βασική αντίφαση αυτού του απαξιωτικού για τον πολίτη Λόγου, είναι ότι την ίδια ώρα, με μια μικροαστική συντηρητική και ιδεαλιστική αντίληψη, αναγάγουν τους πολιτικούς Αρχηγούς σε αυτόνομες προσωπικότητες ειδικού μεγέθους, πέρα και πάνω από τις κοινωνικό-οικονομικές και ιδεολογικό-πολιτικές αντιλήψεις και ταξικές εντάξεις. Μη θέλοντας να κατανοήσουν ότι η ιδέα της προσωπικότητας παραπέμπει σε μια διαλεκτική αντίληψη του ανθρώπου, η οποία καθορίζεται δυναμικά από τον τρόπο πρόσληψης των ταξικών αντιθέσεων, που τον κοινωνικοποιεί και τον πολιτικοποιεί ως συλλογικό άτομο, τον εντάσσει σε οργανωμένα δίκτυα οικονομικά, οικολογικά, πολιτικά, πολιτισμικά, τοπικά, εθνικά, διεθνή, μέσα στο χώρο και τον χρόνο.
Απέναντι σε αυτό τον Λόγο των οργανικών διανοουμένων του συστήματος και της συμβολικής του τάξης, που αισθάνονται να κινδυνεύει με κατάρρευση από μια επανακάμψασα, βαθιά ανανεωτική και ριζοσπαστική Αριστερά, που διεκδικεί ισότιμα για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1940 ευθύνες και καθήκοντα διακυβέρνησης -ενώ οι ίδιοι δεν ένοιωσαν φαίνεται σε προσωπικό επίπεδο όχι απλά κάποια μείωση των εισοδημάτων τους αλλά τη βίαιη ανατροπή του επιπέδου ζωής τους, ούτε συνειδητοποίησαν ότι αυτό συμβαίνει σε χιλιάδες συμπολίτες γύρο τους, διαλύει κάθε έννοια κοινωνικού κράτους και δρα καταλυτικά στην πολιτική τους συμπεριφορά- επιμένουμε, πιστοί στους λόγους που γέννησαν σ’ αυτή την ήπειρο τον όρο Διανοούμενος, συμφωνώντας με τον Κώστα Δουζίνα, να θεωρούμε ότι «η γνώση είναι πεδίο κρίσης και μάχης, στο οποίο μπαίνουμε οπλισμένοι με ηθικές αρχές, ιστορική συνείδηση και πολιτικές κατηγορίες. Ο δημόσιος διανοούμενος δεν εμπορεύεται την ειδίκευσή του, ούτε δίνει ουδέτερες συμβουλές. Μπαίνει στις πολιτικές συγκρούσεις με την αρετή ηθικών και πολιτικών αρχών που τον βοηθούν να κρίνει, να κατακρίνει και να αντιστέκεται στις υποδείξεις της εξουσίας και τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Η αλήθεια και η καθολικότητα, τα εργαλεία της πολιτικής ηθικής, δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα, είναι στρατηγικές για την αλλαγή της».
Την δημοκρατική αλλαγή που τόσο φοβούνται, μια που όπως διεισδυτικά και επίκαιρα έγραφε εκατό τόσα χρόνια πριν η Ρόζα Λούξεμπουργκ: «Η δημοκρατία για την αστική τάξη έγινε ένα στοιχείο εν μέρει περιττό, εν μέρει παρεμποδιστικό∙ αντίθετα, για την εργατική τάξη έγινε αναγκαία και απαραίτητη».
Την εργατική τάξη με την πιο διευρυμένη Μαρξική έννοια των πολιτών-παραγωγών, που η θεολογικού τύπου ιδεοληψία ενός ασύδοτου και βάρβαρου νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού διευρύνει με στρατιές εκατομμυρίων ανέργων και επισφαλώς εργαζομένων ημεδαπών και αλλοδαπών, συρρικνώσεις εισοδημάτων στις πόλεις και τα χωριά, ασφυξία και κλείσιμο χιλιάδων μικροεπιχειρήσεων.
Να γιατί εκατομμύρια πολίτες αυτής της πατρίδας προσβλέπουν σήμερα προς τον ΣΥΡΙΖΑ με την ελπίδα, όχι εκείνης της θολής και πολυσυλλεκτικής αλλαγής του 1981, με την οποία κάποιοι βιάστηκαν να παραλληλίσουν το πρωτόγνωρο σημερινό φαινόμενο, αλλά μιας αυστηρά κριτικής και εναγώνιας στάσης για την απαρχή της αντιστροφής της επελαύνουσας φτωχοποίησης της κοινωνίας, του φραγμού στη μετατροπή του αξιακού περιεχομένου της Δημοκρατίας σε παίγνιο χωρίς αρχές, συνέπεια και συνέχεια. Αυτή την διαθεσιμότητα των πολιτών καλείται προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ, ως συλλογικό δημοκρατικό και ενωτικό εγχείρημα, με την στάση του καθημερινά μέσα και έξω από τους Θεσμούς, να την εδραιώνει και να την διευρύνει.