Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

Aυτοδιοικητικός τσαρλατανισμός. Tου Δήμου Χλωπτσιούδη


Το τελευταίο Σάββατο του έτους πέρασε στην Αθήνα με τη "λευκή νύχτα" (νωρίτερα στην ακριτική Καλαμάτα και το Βόλο) στο όνομα της ανάπτυξης και ενίσχυσης της τοπικής αγοράς. Αν εξαιρέσουμε το εορταστικό κλίμα των ημερών και την καταναλωτική συνήθεια, αν παραβλέψουμε το ότι πάντα κάποιοι έχουν την οικονομική δυνατότητα ή στόχο να αγοράσουν κάτι και τώρα το έπραξαν (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δε θα κατανάλωναν άλλη μέρα), αν εξαιρέσουμε όλα τα μέσα που υποστήριξαν αυτή τη δράση (όπως και το κυριακάτικο άνοιγμα των καταστημάτων) με το επιχείρημα της έλλειψης χρόνου, τότε μάλλον θα καταλήξουμε σε ένα όχι και τόσο ευχάριστο συμπέρασμα. Και τα αποτελέσματα, βέβαια, το επιβεβαιώνουν.
Ωστόσο, αξίζει να δούμε το ζήτημα, όχι από την οπτική του καταναλωτή (που σε ένα ασφυκτικό οικονομικό περιβάλλον βλέπει την καταναλωτική του δύναμη να εξασθενεί ή αδυνατεί να καταναλώσει καν) και του εργαζόμενου, αλλά από αυτοδιοικητική σκοπιά.

Και τούτο διότι οι "λευκές νύχτες" με τον τρόπο που εφαρμόζονται και κάθε ανάλογη λογική υποστήριξης του κέντρου στις μεγάλες πόλεις πέρα από όλα τα άλλα, είναι δράσεις αντιαυτοδιοικητικές. Στην ουσία προάγεται η λογική της ανοιχτής αγοράς του ιστορικού κι εμπορικού κέντρου σε βάρος των άλλων δήμων και διαμερισμάτων και των τοπικών αγορών. Οι Δήμαρχοι που το εφαρμόζουν όχι μόνο ενδιαφέρονται για ένα αποσπασμένο χωρικό τμήμα (το δήμο τους), αλλά και αδιαφορούν παντελώς για τη συνολική ανάπτυξη των πόλεων.

Το σκεπτικό πίσω από τέτοιες ενέργειες δεν είναι καινούριο. Εδώ και δεκαετίες βιώνουμε ανάλογες προσπάθειες από δήμους στο όνομα της υποστήριξης της αγοράς, αλλά σχεδόν πάντα σε βάρος των άλλων δήμων και δημοτικών διαμερισμάτων. Οι "λευκές νύχτες" και οι ανάλογες διαφημισμένες δράσεις, ουσιαστικά καλούν τους καταναλωτές συνοικιών να μην καταναλώνουν στις δικές τους γειτονιές, αλλά να αγοράσουν -όσοι μπορούν- από τα κεντρικά εμπορικά καταστήματα. Τέτοιες ενέργειες στα διασπεμένα αστικά κέντρα λειτουργούν σε βάρος των τοπικών αγορών (άλλων δήμων ή δημοτικών ενοτήτων και διαμερισμάτων αναλόγως την περίπτωση), αφού λειτουργούν με τη λογική του αθέμιτου ανταγωνισμού.

Δεν γίνεται κατανοητό ότι πρέπει να γίνονται συντονισμένες ενέργειες των Δήμων ώστε ομόφωνα να κινούνται υπέρ δράσεων που θα υποστηρίζουν όλες τις συνοικίες. Πώς είναι δυνατόν να αναπτυχθεί (σύμφωνα με την επιχειρηματολογία τους) ο κεντρικός δήμος και να παλεύουν οι άλλοι; Η ανάπτυξη περιορίζεται στα αυτοδιοικητικά όρια; Φυσικά και όχι και το γνωρίζουν. Απλά αδιαφορούν και θέλουν να επιδείξουν μια κάποια δράση στους ψηφοφόρους και τα κομματικά επιτελεία ενόψει των επερχόμενων εκλογών.

Βασική θέση του γράφοντος είναι ότι οι δήμοι οφείλουν να οργανώνουν καλλιτεχνικές εκδηλώσεις σε εμπορικά και κεντρικά σημεία των πόλεων με σαφή στοχο μέσα από τη δημιουργία εορταστικού κλίματος να ενισχυθούν και τα εμπορικά καταστήματα. Η χρονική στιγμή που επελέγη η εν λόγω δράση και το σκεπτικό το οποίο την περιβάλλει, αποδεικνύουν ότι στόχος δεν είναι το εορταστικό κλίμα, αλλά η θεσμοθέτηση ενός μέτρου που θα φέρει νέα δεινά στις μικρομεσαίες εμπορικές και άλλες επιχειρήσεις.

Αντί όμως οι δήμοι να προχωρήσουν σε ολοκληρωμένες πολιτικές ενδογενούς ανάπτυξης και υποστήριξης των τοπικών αγορών συνολικά, επιχειρούν σε βάρος των εργαζομένων και των μεοσαστικών επιχειρήσεων να δείξουν ότι εργάζονται για το καλό της πόλης. Μα η πόλη δεν είναι ένας δήμος ή μια γειτονιά, αλλά ολόκληρο πολεοδομικό συγκρότημα.

Παρά την προπαγανδιστική και αποϊδεολογικοποιημένη λογική της κατανάλωσης, αυτή στην υλιστική οικονομική της βάση αποτελεί έναν συνεκτικό κοινωνικό κρίκο. Στη σύγχρονη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα οι μικρές και οι μεσαίες επιχειρήσεις είναι εκείνες που πλήττονται πρωτίστως από τον ανταγωνισμό. Σε επίπεδο όμως τοπικής κοινωνίας τα οικονομικά προβλήματα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων διαπερνούν όλο τον κοινωνικό ιστό, τον συντηρητικοποιούν και τον αποδυναμώνουν τελικά.

Ας μην παραβλέπουμε όμως πως οι αγορές αποτρέπουν τη συλλογική σκέψη ή τη συλλογική δράση κάθε είδους επειδή θεωρούν ότι η δυναμική του συνόλου των ατομικών επιλογών θα διασφαλίσει με κάποιο τρόπο το κοινό καλό. Οι καταναλωτές ομιλούν τη γλώσσα του «εγώ». Οι πολίτες είναι αυτοί που δημιουργούν την κοινή γλώσσα του «εμείς». Οι στόχοι των αγορών είναι περισσότερο ατομικοί παρά συλλογικοί με αποτέλεσμα οι τελευταίες να ενισχύουν το μοναχικό μας εγωισμό, αφήνοντας παράλληλα ανικανοποίητη τη λαχτάρα μας να ανήκουμε σε ένα σύνολο. Μας προσφέρουν αγαθά, ευκαιρίες κατανάλωσης και προσωρινά όνειρα αλλά όχι και τα αναγκαία μέσα για την κατανάλωση ούτε καν των βασικών ειδών.

Η αστική ανάπτυξη, με την έννοια των πολιτικών οικονομικής αναζωογόνησης σε αστικό επίπεδο, δεν είναι ένας τομέας στον οποίο υπάρχει παράδοση αποκεντρωμένης διαχείρισης και άσκησης επιτελικών αρμοδιοτήτων σε επίπεδο κάτω του εθνικού και κατ’ ελάχιστον του περιφερειακού. Η ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων και του ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί βασικό παράγοντα της ικανότητας ενός αστικού συστήματος να εξασφαλίζει ανταγωνιστικότητα, απασχόληση και ικανοποιητική ποιότητα ζωής στους κατοίκους του.

Η ενίσχυση, όμως, των τοπικών επιχειρήσεων δεν μπορεί παρά να έρθει ως αποτέλεσμα της κινηματικής συνεργασίας της δημοτικής αρχής με τους ίδιους τους φορείς. Σε συνεργασία μπορούν να βρουν από κοινού, επιχειρηματίες και δημοτικές αρχές, τα προτερήματα εκείνα των μικρών επιχειρήσεων απέναντι στις πολυάνθρωπες ανταγωνιστικές εταιρείες που τους απειλούν. Κινηματικά πρέπει να ενισχυθούν υποστηρικτικές δομές και δράσεις κι όχι από "τα πάνω" με αποφάσεις ερήμην των φορέων. Κάθε δράση που αποφασίζεται μακριά από τους άμεσα εμπλεκόμενους (καταστηματάρχες, καταναλωτές κτλ) ουσιαστικά είναι καταδικασμένη να αποτύχει σε σύντομο σχετικά διάστημα.

Η ανάπτυξη, άλλωστε, σε τοπική κλίμακα μπορεί να έρθει μόνο με ένα συνδυασμό μέτρων, με την αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της κάθε περιοχής κι όχι με την εισαγωγή μέτρων και δράσεων που είχαν νόημα σε εποχές ευμάρειας (ακριβές εκδηλώσεις, υπερκατανάλωση, διαθεσιμότητα πόρων κτλ).

Σε μια σειρά μελετών, το μικρομεσαίο μέγεθος των επιχειρήσεων αποτέλεσε πλεονέκτημα για την ευέλικτη εξειδίκευση και την ενδογενή ανάπτυξη στα τοπικά δίκτυα παραγωγής ισχυροποιώντας τον κοινωνικό ιστό. Παράλληλα, διάφορες άλλες μελέτες απέδειξαν πως οι έντονα δικτυωμένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις όχι μόνο εμφανίζονται ισχυρότερες από άλλες ανάλογου μεγέθους, αλλά εισχωρούν και σε ξένες αγορές και είναι συχνά και πιο καινοτόμες. Η κάθετη και η οριζόντια συγκρότηση δικτύων δε θα μπορούν παρά να είναι πρωτίστως εντός της ακτίνας της τοπικής, νομαρχιακής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης.
TVXS