Σταύρος Χριστακόπουλος, από το Ποντίκι
καταμερισμού των επιβαρύνσεων». Η απάντηση αυτή δόθηκε χθες από τον αντιπρόεδρο της
Ε.Ε.Χοακίν Αλμούνια στον ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκο Χουντή.
● Το ερώτημα του ευρωβουλευτή αφορούσε το κατά πόσο «έχει τη δυνατότητα ένα κράτος μέλος να προβεί σε πρόσθετα μέτρα, όπως η καταβολή εισφοράς(φορολογίας - κουρέματος) από κατόχους ασφαλισμένων καταθέσεων, προς όφελος της κεφαλαιακής ενίσχυσης μιας τράπεζας, παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή “δεν θα απαιτεί” τέτοιου είδους επιβαρύνσεις».● Η απάντηση του Αλμούνια λέει επακριβώς:
«Η παράγραφος 42 της τραπεζικής ανακοίνωσης του 2013 ορίζει ότι η Επιτροπήδεν θα απαιτεί την καταβολή εισφοράς από τους κατόχους χρεωστικών τίτλων αυξημένης εξασφάλισης (ιδίως από κατόχους ασφαλισμένων καταθέσεων, ανασφάλιστων καταθέσεων, ομολόγων και κάθε άλλου χρεωστικού τίτλου αυξημένης εξασφάλισης) ως υποχρεωτικό στοιχείο του καταμερισμού των επιβαρύνσεων σύμφωνα με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, είτε με μετατροπή σε κεφάλαιο, είτε με μείωση της αξίας των μέσων. Κάθε κράτος - μέλος έχει την εξουσία να αποφασίσει εάν θα εφαρμόσει πρόσθετα μέτρα καταμερισμού των επιβαρύνσεων».
Συμπέρασμα, όπως ακριβώς το καταγράφει το δελτίο τύπου του ΣΥΡΙΖΑ: «Δεν υπάρχει απόλυτη εγγύηση των καταθέσεων ακόμα και για ποσά κάτω των 100.000 ευρώ σε τράπεζες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό προκύπτει μεαπόλυτο τρόπο από την απάντηση του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Χοακίν Αλμούνια, σε σχετική ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Χουντή».
Τι δηλοί ο παραπάνω μύθος; Ότι όντως στην πραγματικότητα δεν υπάρχειπλήρης εγγύηση για τις καταθέσεις – ούτε καν για αυτές κάτω από 100.000 ευρώ, τις λεγόμενες και «ασφαλισμένες». Στο παρελθόν το έχουμε ξαναπεί: Δεν υπάρχει τρόπος οι καταθέσεις να είναι πλήρως εγγυημένες. Απλώς χρειαζόταν να το πει ολόκληρος αντιπρόεδρος της Ε.Ε. για να είναι και επίσημο.
Μάλιστα ο Αλμούνια ξεκαθαρίζει ότι το όποιο «κούρεμά» τους είναι αρμοδιότητα των κρατών. Λέει επίσης ότι η Επιτροπή «δεν θα απαιτεί» το κούρεμα καταθέσεων. Όμως από τη δημόσια απαίτηση έως τη συγκαλυμμένη υπόδειξη, ιδιαίτερα όταν μια χώρα και μια κυβέρνηση βρίσκονται υπό την επιτήρηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η απόσταση είναι πρακτικά μηδενική.
Για να πάμε στα δικά μας, είναι γνωστό – και ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας – ότι η ελληνική κοινωνία ανησυχεί. Ακόμη και – ηλικιωμένοι συνήθως – μικροκαταθέτες των δύο και τριών χιλιάδων ευρώ αναρωτιούνταικαι ρωτούν αν πρέπει να πάρουν τα ψιχουλάκια τους από τις τράπεζες.
Η ανασφάλεια είναι δικαιολογημένη. Όχι επειδή οι τράπεζες κινδυνεύουν ή είναι τόσο βαριά προβληματικές. Αλλά κυρίως διότι στην Ελλάδα επικρατεί, απ’ άκρου σ’ άκρο, ένα διπλό έλλειμμα εμπιστοσύνης. Και προς την τρόικα και προς την κυβέρνηση.
Άλλωστε η συμπεριφορά και οι σχεδιασμοί τους καμιά εμπιστοσύνη δεν μπορούν να εμπνεύσουν. Με δεδομένη τη μη πάταξη της φοροδιαφυγής, στρέφουν το βλέμμα τους προς τη μία από τις δύο τελευταίες αποθήκες του εναπομείναντος «λίπους» της ελληνικής κοινωνίας: τα ακίνητα. Και με τη μορφή της φορολόγησης και με τη μορφή των πλειστηριασμών.
Η επόμενη σκέψη, την οποία συναντάς παντού, λέει ότι είναι θέμα χρόνου να στραφούν και στη δεύτερη: τις καταθέσεις.
Χρειάζεται να πούμε ότι η ατμόσφαιρα είναι γεμάτη δηλητήριο; Οι ίδιοι οι παράγοντες της οικονομίας και οι πολιτικοί αρμόδιοι δεν κουράζονται να λένε ότι η οικονομία στηρίζεται πρωτίστως στην πίστη. Όμως αυτή είναι είδος εν ανεπαρκεία.
Πόσο μάλλον όταν ήδη καλλιεργείται, μέσω ΜΜΕ κυρίως, το «δίλημμα»: ή θα δεχτούμε τους πλειστηριασμούς ή οι τράπεζες θα πρέπει, αργά ή γρήγορα, να αντισταθμίσουν τις ζημιές τους με κούρεμα καταθέσεων. Ήρθε και ο Αλμούνια και το «γλυκό» έδεσε.
Αν προσθέσουμε και όσες πολιτικές πληγές περιγράψαμε χθες, τότε έχουμε μιασχεδόν πλήρη εικόνα της τραγικής κατάστασης που βιώνουν η συγκυβέρνηση και τα κόμματα που τη συγκροτούν. Η οποία δεν συγκαλύπτεται, όσα επικοινωνιακά κόλπα και αν σκαρφιστούν οι μάστορες του είδους.
● Το ερώτημα του ευρωβουλευτή αφορούσε το κατά πόσο «έχει τη δυνατότητα ένα κράτος μέλος να προβεί σε πρόσθετα μέτρα, όπως η καταβολή εισφοράς(φορολογίας - κουρέματος) από κατόχους ασφαλισμένων καταθέσεων, προς όφελος της κεφαλαιακής ενίσχυσης μιας τράπεζας, παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή “δεν θα απαιτεί” τέτοιου είδους επιβαρύνσεις».● Η απάντηση του Αλμούνια λέει επακριβώς:
«Η παράγραφος 42 της τραπεζικής ανακοίνωσης του 2013 ορίζει ότι η Επιτροπήδεν θα απαιτεί την καταβολή εισφοράς από τους κατόχους χρεωστικών τίτλων αυξημένης εξασφάλισης (ιδίως από κατόχους ασφαλισμένων καταθέσεων, ανασφάλιστων καταθέσεων, ομολόγων και κάθε άλλου χρεωστικού τίτλου αυξημένης εξασφάλισης) ως υποχρεωτικό στοιχείο του καταμερισμού των επιβαρύνσεων σύμφωνα με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, είτε με μετατροπή σε κεφάλαιο, είτε με μείωση της αξίας των μέσων. Κάθε κράτος - μέλος έχει την εξουσία να αποφασίσει εάν θα εφαρμόσει πρόσθετα μέτρα καταμερισμού των επιβαρύνσεων».
Συμπέρασμα, όπως ακριβώς το καταγράφει το δελτίο τύπου του ΣΥΡΙΖΑ: «Δεν υπάρχει απόλυτη εγγύηση των καταθέσεων ακόμα και για ποσά κάτω των 100.000 ευρώ σε τράπεζες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό προκύπτει μεαπόλυτο τρόπο από την απάντηση του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Χοακίν Αλμούνια, σε σχετική ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Χουντή».
Τι δηλοί ο παραπάνω μύθος; Ότι όντως στην πραγματικότητα δεν υπάρχειπλήρης εγγύηση για τις καταθέσεις – ούτε καν για αυτές κάτω από 100.000 ευρώ, τις λεγόμενες και «ασφαλισμένες». Στο παρελθόν το έχουμε ξαναπεί: Δεν υπάρχει τρόπος οι καταθέσεις να είναι πλήρως εγγυημένες. Απλώς χρειαζόταν να το πει ολόκληρος αντιπρόεδρος της Ε.Ε. για να είναι και επίσημο.
Μάλιστα ο Αλμούνια ξεκαθαρίζει ότι το όποιο «κούρεμά» τους είναι αρμοδιότητα των κρατών. Λέει επίσης ότι η Επιτροπή «δεν θα απαιτεί» το κούρεμα καταθέσεων. Όμως από τη δημόσια απαίτηση έως τη συγκαλυμμένη υπόδειξη, ιδιαίτερα όταν μια χώρα και μια κυβέρνηση βρίσκονται υπό την επιτήρηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η απόσταση είναι πρακτικά μηδενική.
Για να πάμε στα δικά μας, είναι γνωστό – και ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας – ότι η ελληνική κοινωνία ανησυχεί. Ακόμη και – ηλικιωμένοι συνήθως – μικροκαταθέτες των δύο και τριών χιλιάδων ευρώ αναρωτιούνταικαι ρωτούν αν πρέπει να πάρουν τα ψιχουλάκια τους από τις τράπεζες.
Η ανασφάλεια είναι δικαιολογημένη. Όχι επειδή οι τράπεζες κινδυνεύουν ή είναι τόσο βαριά προβληματικές. Αλλά κυρίως διότι στην Ελλάδα επικρατεί, απ’ άκρου σ’ άκρο, ένα διπλό έλλειμμα εμπιστοσύνης. Και προς την τρόικα και προς την κυβέρνηση.
Άλλωστε η συμπεριφορά και οι σχεδιασμοί τους καμιά εμπιστοσύνη δεν μπορούν να εμπνεύσουν. Με δεδομένη τη μη πάταξη της φοροδιαφυγής, στρέφουν το βλέμμα τους προς τη μία από τις δύο τελευταίες αποθήκες του εναπομείναντος «λίπους» της ελληνικής κοινωνίας: τα ακίνητα. Και με τη μορφή της φορολόγησης και με τη μορφή των πλειστηριασμών.
Η επόμενη σκέψη, την οποία συναντάς παντού, λέει ότι είναι θέμα χρόνου να στραφούν και στη δεύτερη: τις καταθέσεις.
Χρειάζεται να πούμε ότι η ατμόσφαιρα είναι γεμάτη δηλητήριο; Οι ίδιοι οι παράγοντες της οικονομίας και οι πολιτικοί αρμόδιοι δεν κουράζονται να λένε ότι η οικονομία στηρίζεται πρωτίστως στην πίστη. Όμως αυτή είναι είδος εν ανεπαρκεία.
Πόσο μάλλον όταν ήδη καλλιεργείται, μέσω ΜΜΕ κυρίως, το «δίλημμα»: ή θα δεχτούμε τους πλειστηριασμούς ή οι τράπεζες θα πρέπει, αργά ή γρήγορα, να αντισταθμίσουν τις ζημιές τους με κούρεμα καταθέσεων. Ήρθε και ο Αλμούνια και το «γλυκό» έδεσε.
Αν προσθέσουμε και όσες πολιτικές πληγές περιγράψαμε χθες, τότε έχουμε μιασχεδόν πλήρη εικόνα της τραγικής κατάστασης που βιώνουν η συγκυβέρνηση και τα κόμματα που τη συγκροτούν. Η οποία δεν συγκαλύπτεται, όσα επικοινωνιακά κόλπα και αν σκαρφιστούν οι μάστορες του είδους.