Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

Ο μισελληνισμός των «Ελληναράδων». Γράφει ο Ιός


Πίσω από τη φανατική προσκόλληση σε φράσεις αρχαίων συγγραφέων και τη χρήση 
γραμματικών τύπων της καθαρεύουσας, οι θιασώτες της ρατσιστικής βίας κρύβουν τη βαθιά τους απέχθεια σε κάθε τι πραγματικά ελληνικό.
Μετά από αρκετούς μήνες στην πρώτη γραμμή της δημοσιότητας, η Χρυσή Αυγή κατορθώνει να διατηρεί ή να διευρύνει τις δημοσκοπικές της επιδόσεις, χωρίς να κάνει ούτε βήμα πίσω στα φανατικά ναζιστικά της πιστεύω. Επιμένει βέβαια στην ευφημιστική μετωνυμία «εθνικισμός» για να εκφράσει τον εθνικοσοσιαλιστικό πυρήνα της πολιτικής της σκέψης, αλλά δεν παύει να στέλνει διαρκώς κωδικοποιημένα μηνύματα προς τους «μυημένους», προκειμένου να τους καθησυχάσει ότι δεν έχει αλλάξει απόψεις.Αναγνωρίζοντας ότι δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς οι ναζιστικές απόψεις, η Χρυσή Αυγή καναλιζάρει τη δημόσια προπαγάνδα της σε αυτό που η ίδια θεωρεί ευνοϊκότερο πεδίο: την «ελληνολατρία». Υποτίθεται ότι όσα η ίδια πρεσβεύει για τη σημερινή ελληνική κοινωνία δεν είναι τίποτα άλλο παρά συνεπής εφαρμογή των απόψεων που μας κληροδότησε η κλασική ελληνική αρχαιότητα. Μάλιστα, η οργάνωση επιδίδεται σε μια συστηματική αλίευση αρχαίων «ρητών» ή «αποφθεγμάτων», προκειμένου να στηρίξει τον ρατσισμό, την ξενοφοβία και τη μισαλλοδοξία στους «αρχαίους ημών προγόνους».

Μ’ αυτόν τον τρόπο, βέβαια, το μόνο αποτέλεσμα είναι να αποδίδονται στους αρχαίους Ελληνες οι πιο σκοτεινές, βίαιες και απάνθρωπες πρακτικές που εφαρμόστηκαν στα μέσα του περασμένου αιώνα από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα της Ευρώπης και κυρίως την εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία, με αποκορύφωμα το ίδιο το Ολοκαύτωμα.

Πρόκειται για μια συστηματική διαστρέβλωση της ελληνικής παράδοσης και του περιεχομένου της αρχαίας ελληνικής γραμματείας που έχει γονιμοποιήσει τις αρχές του σύγχρονου ουμανισμού. Αλλά όλα αυτά είναι απορριπτέα από την ακροδεξιά προπαγάνδα. Οχι. Για τους σύγχρονους «Ελληναράδες» από την αρχαιότητα πρέπει να πάρουμε μόνο τον «Καιάδα», την «Κρυπτεία» και το πολύπαθο «Πας μη Ελλην Βάρβαρος». Πίσω, δηλαδή από τους επιφανειακούς ύμνους για τους «προγόνους» κρύβεται ένα βαθύ μίσος για κάθε τι ελληνικό.

Στην πλάτη του Ισοκράτη

Η ιδεολογική χρήση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας δεν είναι βέβαια κάτι καινούργιο. Και η ανιστόρητη μεταφορά αρχαίων παραθεμάτων για να δικαιολογηθούν ο σύγχρονος εθνικισμός και η αντιμεταναστευτική υστερία ή να τεκμηριωθεί η «μοναδικότητα» του ελληνικού λαού «διά μέσου των αιώνων» δεν περιορίζεται ασφαλώς στη Χρυσή Αυγή.

Το πιο χαρακτηριστικό σχετικό παράδειγμα είναι το γνωστό απόσπασμα από τον «Πανηγυρικό» του Ισοκράτη, σχετικά με τον προσδιορισμό των Ελλήνων ως εκείνων που «μετέχουν» της ελληνικής παιδείας. Από τις αρχές της περασμένης δεκαετίας και με αφορμή τη διαμάχη για το αν πρέπει να κρατούν οι άριστοι μαθητές την ελληνική σημαία, ανεξάρτητα από το αν είναι γόνοι μεταναστών, το απόσπασμα αυτό βρέθηκε στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης. Και πολλοί «αλβανοφάγοι» έσπευσαν να δώσουν τη δική τους ερμηνεία, επιμένοντας ότι ο αρχαίος ρήτορας δεν εννοούσε κάτι παρόμοιο και ότι αντιθέτως επέμενε στη «φυλετική» ανωτερότητα των Ελλήνων (Ιός, 1.11.2003).

Το ΛΑΟΣ και η Χρυσή Αυγή πρωτοστάτησαν βέβαια στην «αποκατάσταση» του «φυλετισμού» του Ισοκράτη. Κάθε λίγο και λιγάκι η ναζιστική εφημερίδα επανέρχεται στο ζήτημα με κείμενα όπως «Ο φυλετιστής Ισοκράτης και οι “αντιρατσιστές” διαστρεβλωτές της αλήθειας» (15.2.2002), «Ο ρατσιστής Ισοκράτης» (1.3.2002), «Ο φυλετιστής Ισοκράτης» (30.10.2003), «Ο ρατσιστής Ισοκράτης» (20.11.2003), «Ο Ισοκράτης, ο Σωκράτης, οι αντιρατσιστές και ο Τσενάι» (27.10.2004), «Μια φράση και η διαστρέβλωση της αλήθειας» (24.6.2009).

Αυτό που έμεινε έξω από τη συζήτηση είναι η ουσία του ζητήματος. Οτι δηλαδή η σύγκριση της σημερινής κοινωνίας με την αρχαία «πόλη-κράτος» είναι ανιστόρητη και αδιέξοδη, ενώ είναι δεδομένο ότι η συγκρότηση των σύγχρονων εθνικών κρατών, και μάλιστα στα Βαλκάνια, στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό στον εκπαιδευτικό μηχανισμό. Τα σχολεία, δηλαδή, υπήρξαν τα κέντρα στα οποία σμιλεύτηκε η εθνική συνείδηση των λαών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δίνοντας στη φράση του Ισοκράτη το σύγχρονο νόημά της.

Αυτά βέβαια είναι ψιλά γράμματα για τους θαυμαστές του «ρατσιστή» Ισοκράτη, οι οποίοι θεωρούν «παιδεία» το «παίδεμα» των άλλων. Υπάρχουν πάντως και χειρότερα. Είναι τα σημεία που οι κήρυκες του εθνικισμού δεν διστάζουν να διαστρεβλώσουν τα αρχαία κείμενα προκειμένου να τα εντάξουν στην προπαγάνδα τους. Προτού αναλάβει καθήκοντα στο υπουργείο Υγείας, ο Αδωνις Γεωργιάδης παρουσίαζε στην εκπομπή τηλεπωλήσεων που διατηρεί σε πολλά κανάλια με τον αδελφό του την επανέκδοση του «Λεξικού των ελληνικών και ρωμαϊκών αρχαιοτήτων» του Σμιθ, το οποίο είχε κυκλοφορήσει το 1890. Σε όλη την εκπομπή του, ο πρώην γραμματέας του ΛΑΟΣ, επανερχόταν στο λήμμα «Ξενία» του λεξικού, θεωρώντας ότι είχε ξετρυπώσει λαβράκι, με το οποίο θα κατατρόπωνε τους «κουλτουριαραίους», οι οποίοι τολμούν να συνδέουν την οφειλόμενη στάση απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες με την ιερή ελληνική παράδοση της φιλοξενίας, η οποία έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα και τη λατρεία του Ξενίου Διός.

Κάθε λίγο και λιγάκι διάβαζε μια φράση από το λήμμα αυτό: «Παρά τοις αρχαίοις ο μη Ελλην ξένος εθεωρείτο ως εχθρός και βάρβαρος». Αυτή τη φράση ο κ. Γεωργιάδης την ερμήνευε ως εξής: «Δηλαδή, η έννοια του Ξενίου Διός ήταν μόνο μεταξύ των Ελλήνων. Δεν έχει να κάνει με τους αλλοδαπούς, να πείτε στους διάφορους θολοκουλτουριαραίους».

Μόνο που το Λεξικό λέει το ακριβώς αντίθετο. Ακριβώς μετά τη φράση που επαναλάμβανε μονότονα ο κ. Γεωργιάδης, αναγράφονται τα ακόλουθα:

«Ο ερχόμενος δε εις χώραν τινά ουχί επί εχθρικώ τινι σκοπώ, φαινομένως τουλάχιστον, ενομίζετο ως ου μόνον προστασίας δεόμενος, αλλά και ως ικέτης. Ο Ζευς δε ην η προστάτειρα των ξένων και των ικετών θεότης. Οθεν εκαλείτο Ζευς Ξένιος και Ικετήσιος. [...] Αμα αφικομένου ξένου, οιασδήποτε τάξεως και γένους, εδέχοντο αυτόν ευμενώς και παρείχον αυτώ πάντα τα προς ανάπαυσιν και θεραπείαν των αμέσων αυτού αναγκών επιτήδεια. Ο ξενούμενος αυτόν δεν ηρώτα τις ήτο ούτος, ή δια τι ήλθεν εις την οικίαν αυτού πριν ή εκτελέση τα της ξενίας καθήκοντα. Εν όσω δε διέμενε παρ’ αυτώ, εθεώρει ως ιερώτατον καθήκον το προστατεύειν αυτόν από πάσης καταδιώξεως, και εάν έτι ανήκεν εις πολιτικώς εχθράν φυλήν».

Από κοντά στον Γεωργιάδη και η Χρυσή Αυγή που κάθε τόσο υπενθυμίζει ότι «εκτός από την αρχαία ελληνική λέξη φιλοξενία υπήρχε και η ξενηλασία» (11.11.2009).

Αλλά για ποιο λόγο επιχειρούν να αναζητήσουν στην αρχαιότητα τη δικαιολογία για τον δικό τους ρατσισμό και την ξενοφοβία οι προπαγανδιστές της ελληνικής Ακροδεξιάς; Το εξηγεί στο πρόσφατο βιβλίο της η Αννα Φραγκουδάκη. Στην πραγματικότητα, πίσω από την υποτιθέμενη «περήφανη ελληνοκεντρική» τους στάση, κρύβεται η υιοθέτηση του κλασικού «κεντροευρωπαϊκού» ρατσισμού. Το ρατσιστικό αυτό σχήμα που ενδημεί στον πυρήνα της ευρωπαϊκής ελίτ εξυμνεί την ελληνική αρχαιότητα, αλλά ταυτόχρονα υποτιμά τη σύγχρονη «υπανάπτυκτη» και «ανατολίτικη» εικόνα της Ελλάδας. Οι εγχώριοι απολογητές αυτού του σχήματος συγκρίνουν τα σημερινά «χάλια» με το αρχαίο «κλέος» και αναζητούν τρόπους να «αναστηθεί το γένος» και να αναπαραχθεί το παρελθόν, αποδίδοντας στους «προγόνους» όσα εκείνοι υποστηρίζουν σήμερα. Τα πρώτα σπέρματα αυτής της προβληματικής αναζητούνται στον διαταραγμένο πρώιμο εθνικοσοσιαλισμό του Περικλή Γιαννόπουλου.

«Ο λόγος αυτός», γράφει η Φραγκουδάκη, «παρά τον αντιευρωπαϊσμό του, απευθύνεται στην ολιγαρχική τάση της Ευρώπης και ζητάει, για εκείνους τους Ελληνες που καταγγέλλουν τους Ελληνες για κατωτερότητα, μερίδιο στην ευρωκεντρική “ανωτερότητα”, στο όνομα της κλασικής αρχαιότητας και της ορθόδοξης μεγαλοσύνης του ελληνισμού. Προσφέρουν στην ολιγαρχική τάση της Ευρώπης τη νομιμοφροσύνη στην αποδοχή της υποτιθέμενης ανωτερότητάς της, ώστε να τους δώσει ως αντάλλαγμα θέση ισότιμη στο βασίλειο των “ευγενών” εθνών».

Με τα μάτια του Αδόλφου

Αυτά όλα θα ήταν απλώς γραφικά, αν δεν ήταν ταυτόχρονα και εξαιρετικά επικίνδυνα. Γιατί επιχειρούν να προσδώσουν μια «εθνοπρεπή» δικαιολογία στα φαινόμενα ρατσιστικής βίας που πολλαπλασιάζονται, ενώ την ίδια στιγμή σπέρνουν την απελπισία σε όσους τα υιοθετούν (εφόσον αποδεικνύονται ανήμποροι να μετρηθούν με τους «προγόνους», ανάξιοι συνεχιστές μιας λαμπρής παράδοσης).

Αυτό ισχύει ειδικά για τη ναζιστική οργάνωση που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τη σημερινή πολιτική ατζέντα. Δεν μπορεί κανείς να προσεγγίσει την ιδιότυπη «ελληνολατρία» της Χρυσής Αυγής αν δεν λάβει υπόψη του το γεγονός ότι οι απόψεις της οργάνωσης για την Αρχαία Ελλάδα είναι απολύτως διαμεσολαβημένες.

Στην πραγματικότητα, ο στενός ηγετικός πυρήνας της Χρυσής Αυγής δεν ταυτίζεται με ό,τι θεωρείται σήμερα ελληνικό, αλλά με όσα επιχείρησαν να περιγράψουν ως «αρχαιοελληνικό» οι θεωρητικοί του Τρίτου Ράιχ και ειδικά ο ίδιος ο Χίτλερ, ο Αλφρεντ Ρόζενμπεργκ και ο Χάινριχ Χίμλερ.

Τα μέλη αυτού του στενού πυρήνα θεωρούν τους εαυτούς τους «βορείους», «Ινδογερμανούς» και δεν χάνουν καμιά ευκαιρία να το υποδηλώσουν. Κάθε Χριστούγεννα γιορτάζουν το «χειμερινό ηλιοστάσιο», με παραπομπές όχι στην ελληνική παράδοση, αλλά στη Σκανδιναβία! Επιλέγουν τον τίτλο «Βόρειον Σέλας» για το περιοδικό που εκδίδουν στη Βόρεια Ελλάδα. Και με κάθε λογής σύμβολα παραπέμπουν στη «βόρεια» καταγωγή τους.

Για την περίπτωσή τους ισχύει η ρήση του Λιακόπουλου ότι «ζουν ανάμεσά μας», αλλά εκείνοι νομίζουν ότι ζουν στη μυθική Θούλη, την αρχέγονη πατρίδα του βόρειου «Αριου» ανθρώπου. Δεν διστάζουν να ποζάρουν έχοντας στις μαύρες μπλούζες τους το σήμα των περιβόητων SA, των χιτλερικών παραστρατιωτικών Ταγμάτων Εφόδου, όπως έκανε ο γνωστός «θεωρητικός» τους, Γιώργος Μάστορας. Πρόκειται για το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Γιώργου Μισιάκα, διορισμένου στο γραφείο του Μιχαλολιάκου στη Βουλή (ΦΕΚ 390/14.8.2012).

Ο ίδιος εμφανίστηκε πριν από λίγες μέρες και με τη στάμπα «Nordland» («Βόρεια χώρα»). Είναι το όνομα μιας ταξιαρχίας των Waffen SS, στην οποία ανήκαν ξένοι εθελοντές. Ακόμα και ο ύμνος της Χρυσής Αυγής που «παιάνιζε» την ώρα του ρατσιστικού «συσσιτίου» την περασμένη Τετάρτη έξω από τα γραφεία της δεν ήταν άλλος από το εμβατήριο των SA, το Horst Wessel Lied, απαγορευμένο βέβαια στη Γερμανία. Το εμβατήριο αυτό ξεκινά με τον στίχο «Die Fahne hoch» (Ψηλά η σημαία), το οποίο μεταφράζεται από τη Χρυσή Αυγή σε «Ορθό το λάβαρο» και αποτελεί μόνιμο σύνθημα και τίτλο στα κείμενά της.

Πεισμένοι ότι είναι συνεχιστές αυτής της «βόρειας» φυλής, οι χρυσαυγίτες διαβάζουν την Αρχαία Ελλάδα με τα μάτια των ναζί. Και στα χέρια τους η Αρχαία Ελλάδα (και ειδικά η Σπάρτη) κακοπαθαίνει όσο κακόπαθε και στα χέρια των αυθεντικών ναζί.

Αυτός είναι ο λόγος που σε όλα τα ιδεολογικά τους άρθρα για την Ελλάδα, τον Ελληνισμό και τη Φυλή οι χρυσαυγίτες επιλέγουν εικονογράφηση από την τέχνη του Τρίτου Ράιχ. Αποφεύγουν αγάλματα και ανάγλυφα αρχαιοελληνικά. Προτιμούν τα έργα του Αρνο Μπρέκερ και του Γιόζεφ Τόρακ, των δύο αγαπημένων γλυπτών του Χίτλερ. Και δίπλα στην ελληνική σημαία δεν παραλείπουν να μοστράρουν είτε τον «αγκυλωτό» μαίανδρο είτε τον «κέλτικο» σταυρό, σύμβολο κι αυτό του «βόρειου» ανθρώπου.

Η ταύτιση με τον χιτλερισμό φτάνει σε σημεία παράνοιας. Και όχι μόνο «αποδεικνύουν» ότι ο Χριστός ήταν Ελληνας, αλλά για να αποτινάξουν από το ίνδαλμά τους, τον Χίτλερ, την υποψία που υποστηρίχτηκε από κάποιους ότι είχε εβραϊκές και αφρικανικές ρίζες, οι χρυσαυγίτες πάνε ένα βήμα παραπάνω: «Η επιστημονική απάντηση: ελληνικής καταγωγής εξ αρρενογονίας κατά το μάλλον ο Χίτλερ» (8.9.2010).

Από τον Νίτσε στον Παλαμά

Δεν κακοπαθαίνουν μόνο οι αρχαίοι συγγραφείς στα έντυπα και τους λόγους των μεταμοντέρνων εθνικοσοσιαλιστών της πλατείας Αττικής. Την ίδια τύχη έχουν οι νεότεροι μελετητές της Αρχαίας Ελλάδας, τους οποίους διαστρεβλώνει η οργάνωση κατά βούληση, προκειμένου να εξυπηρετηθεί ο απώτερος προπαγανδιστικός της σκοπός.

Και πρώτα απ’ όλους ο Νίτσε, τον οποίο ακολουθεί μια παράδοση διαστρέβλωσης από τους ναζιστές θεωρητικούς. Οι χρυσαυγίτες προσπαθούν να φορέσουν στον Νίτσε ένα εθνικιστικό και φυλετικό κουστούμι. Γιατί αν η προσέγγιση γινόταν μέσα από μια ελληνική/ευρωπαϊκή ματιά (δηλαδή την οπτική του ίδιου του Νίτσε, ή έστω του Παλαμά και του Καζαντζάκη, των δύο επιφανέστερων Ελλήνων νιτσεϊκών), τότε θα γινόταν φανερό ότι για τον Νίτσε το μεγαλείο των αρχαίων Ελλήνων δεν οφείλεται στο ότι ήταν φυλετικά καθαροί αλλά στο ακριβώς αντίθετο. Το μεγαλείο της Αρχαίας Ελλάδας έγκειται στην επιμειξία, στην ανάμιξη και τη διασταύρωση των φυλών και των πιο ετερόκλητων στοιχείων και όχι στη φυλετική αγνότητα και καθαρότητα. Ο Νίτσε αρνείται κατηγορηματικά ότι υπάρχουν «καθαρόαιμοι» και «αυτόχθονες Ελληνες».

«Η χριστιανική διδασκαλία ήταν το αντίθετο της διονυσιακής διδασκαλίας· ν’ ανακαλύπτεις ξανά τον Νότο μέσα σου και ν’ απλώνεις πάνω σου έναν φωτεινό, λαμπρό, μυστηριώδη ουρανό του Νότου· να ξαναποκτάς νότια υγεία και κρυφή δυναμικότητα της ψυχής· βήμα βήμα να γίνεσαι πιο περιεκτικός, πιο υπερ-εθνικός, πιο ευρωπαϊκός, πιο υπερ-ευρωπαϊκός, πιο εγγύς ανατολίτης, τελικά πιο ελληνικός -γιατί το ελληνικό ήταν η πρώτη μεγάλη ένωση και σύνθεση καθετί εγγύς ανατολικού, και απ’ αυτήν την άποψη η έναρξη της ευρωπαϊκής ψυχής, η ανακάλυψη του “νέου κόσμου” μας» («Η θέληση για Δύναμη», παρ. 1.051, μτφρ. Ζήσης Σαρίκας, εκδ. Νησίδες, 2001).

Ποιοι είναι όμως για τον Νίτσε οι «αρχέγονοι κάτοικοι της ελληνικής γης», της χώρας που ο ίδιος αγάπησε όσο τίποτε άλλο; «Μογγολική καταγωγή με τη λατρεία του δέντρου και του όφεως. Οι ακτές στολισμένες από μία Σημιτική λωρίδα. Εδώ και εκεί Θράκες. Οι Ελληνες πήραν όλα αυτά τα στοιχεία μέσα στο αίμα τους, συμπεριλαμβανομένων όλων των θεών και των μύθων (στους θρύλους του Οδυσσέα, κάποιοι είναι μογγολικοί) […] Τι είναι αυτοί οι “καθαρόαιμοι Ελληνες”; Δεν είναι αρκετό να δεχθούμε ότι Ιταλικά, Θρακικά και Σημιτικά στοιχεία διασταυρώθηκαν και αναμείχθηκαν σε Ελληνες;» (Friedrich Nietzsche, Nachgelassene Fragmente 1875-1879, 5[198], εκδ. Walter de Gruyter, Βερολίνο/Νέα Υόρκη 1967, σ. 96).

Οσο για τις συχνές αναφορές της Χρυσής Αυγής στον Καζαντζάκη, δεν περιλαμβάνουν βέβαια τις απόψεις του για τον εβραϊκό λαό. «Γενικά οι Εβραίοι, από ιστορικές κυρίως αιτίες, που ενεργούν απάνω τους τώρα και τόσους αιώνες, απόχτησαν μία εντελώς ιδιαίτερη ανάμεσα στις υπόλοιπες φυλές, ψυχοσύνθεση», γράφει στο «Τι είδα στη Ρουσία» ο Καζαντζάκης. «Το Κράτος γι’ αυτούς ήταν η οργανωμένη αδικία· γιατί αληθινά κανένας λαός όσο ο ιουδαϊκός δε δοκίμασε τόσο απάνθρωπα την τυραννία, την απληστία και την αδικία του δυνατού. Για να σωθούν, κι επειδή αδυνατούσαν να καταφύγουν στις σωματικές τους δυνάμεις, καλλιεργούσαν στο έπακρο τις πνευματικές τους ικανότητες. Αλλο όπλο από το Πνεύμα δεν είχαν».

«Πώς μπορεί κανείς να νιώσει τη ράτσα των Εβραίων χωρίς να περάσει και να ζήσει τη φοβερή αυτήν έρημο;» λέει αλλού («Ταξιδεύοντας, Σινά») ο Καζαντζάκης. «Εγώ που αγαπώ την ανήλεη αυτή ράτσα χαιρόμουν να θωρώ τις φοβερές πέτρες, όπου γεννήθηκαν οι αρετές τους. Η θέληση, το πείσμα η αντοχή – κι απάνω απ’ όλα ένας Θεός σάρκα από τη σάρκα τους που του φώναζαν: “Δώσε μας να φάμε! Σκότωσε τους εχθρούς μας! Δώσε μας τη Γη της Επαγγελίας” και τον ανάγκαζαν με τη βία να υπακούσει. Χάρη στην έρημο αυτή οι Εβραίοι ζουν ακόμα και κυριαρχούν με τις αρετές τους τον κόσμο. Σήμερα -μεταβατική περίοδος οργής, εκδίκησης και βίας- οι Εβραίοι είναι αναγκαστικά και πάλι ο εκλεκτός λαός του φοβερού Θεού της Εξόδου»…

Οσο για τον Παλαμά, τον οποίο αναδεικνύει στα άρθρα του ο ίδιος ο αρχηγός της οργάνωσης, είναι εκείνος που μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία είχε κατακεραυνώσει τους συγχρόνους του για τη ροπή στον αντισημιτισμό. Με άρθρο του σε αθηναϊκή εφημερίδα ο Παλαμάς υμνούσε τον Στέφαν Τσβάιχ και κατηγορούσε τον Θέμο Αθανασιάδη Νόβα που φλέρταρε με τον ναζισμό. Ο Αθανασιάδης Νόβας είχε κατακρίνει το ανέβασμα του έργου «Του φτωχού τ’ αρνί» του Τσβάιχ από το Εθνικό Θέατρο με ένα πολύ γνώριμο επιχείρημα: «Ο Τσβάιχ είναι Εβραίος και η κριτική μασονία που τον επέβαλε επίσης εβραϊκή» (εφημ. «Νέος Κόσμος», 8.11.1934). Ο Παλαμάς απάντησε με μια καταπληκτική φράση: «Ο Τσβάιχ είναι στα χρόνια μας αριστοτέχνης, είν’ ένας συγγραφέας από τους ονομαστούς και τους έξοχους […] Εβραίος ή Αθηναίος» (10.11.1934). Αλλά ο Αθανασιάδης Νόβας επέμεινε: «Οχι διδάσκαλε, δεν κάνει το ίδιο…» (15.11.1934).

Αν λοιπόν ψάχνουν για ομοϊδεάτη τους οι χρυσαυγίτες στους ποιητές του Μεσοπολέμου, ας αφήσουν τον Παλαμά ήσυχο. Και ας στηριχτούν στον Αθανασιάδη (αδελφό του γνωστού «αποστάτη»), ο οποίος έγραφε: «Μου είπαν πως ο Τσβάιχ το έγραψε για να χτυπήσει τον Χίτλερ. Αλλά τότε τόσο το χειρότερο για το Εθνικό που έσπευσε να υιοθετήσει ένα έργο της χονδροειδέστερης εβραϊκής βαγαποντιάς».

Φυσικά οι χρυσαυγίτες δεν πολυασχολούνται μ’ αυτές τις λεπτομέρειες. Οπως ομολογούν, «ο Ελληνισμός είναι πάνω απ’ όλα Αίμα και με αυτή την οπτική βλέπουμε τον Αρχαίο Ελληνισμό. […] Η αναφορά στην Αρχαία Ελλάδα για τη Χρυσή Αυγή δεν έχει φιλοσοφικό ή φιλολογικό ενδιαφέρον, δεν αποτελεί απλά και μόνο ένα αντικείμενο γνώσεως. Είναι κάτι πολύ βαθύτερο, γιατί για εμάς ο Ελληνισμός είναι ένα Αιμάτινο Ποτάμι στον Χρόνο, που η συνέχειά του πιστεύουμε ότι είναι οι σύγχρονοι Ελληνες» (1.3.2002).

ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΙΟΥ: Τάσος Κωστόπουλος, Αντα Ψαρρά, Δημήτρης Ψαρράς

Εφημερίδα των Συντακτών