του Θοδωρή
Ζδούκου
Το δικαίωμα στην υγεία είναι
αυτό που δέχτηκε τη μεγαλύτερη επίθεση από την πολιτική του μνημονίου και των
εφαρμοστικών του νόμων, σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα πεδία της ταξικής πάλης.
Και αυτό γιατί:
Αύξηση αυτοκτονιών και νοσημάτων
Είναι απόλυτα τεκμηριωμένο επιδημιολογικά ότι η γενικευμένη φτώχεια, η ανεργία, η καθημερινή ανασφάλεια, η διάλυση των εργασιακών σχέσεων και η συντριβή των εργασιακών ελευθεριών παράγουν περισσότερη αρρώστια και θάνατο.
Είναι ήδη καταγεγραμμένη στη χώρα μας μεγάλη αύξηση των αυτοκτονιών και των νοσημάτων της λεγόμενης κοινωνικής παθολογίας (κατάχρηση ουσιών, αλκοολισμός, ενδοοικογενειακή βία, παραμέληση τέκνων, κακοποίηση κ.λπ.). Εναι επίσης γνωστό πως, από τις χώρες που πέρασε το ΔΝΤ με παρόμοιες πολιτικές, συντελέστηκε μέσα σε λίγα χρόνια μεγάλη αύξηση στους δείκτες νοσηρότητας και θνησιμότητας, που αφορούσε και όλο το σύγχρονο νοσολογικό φάσμα (λοιμώδη, καρδιαγγειακά και κακοήθειες) και αποτυπώθηκε σε μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης παρόμοια με την εποχή των παγκόσμιων πολέμων.
Αύξηση αυτοκτονιών και νοσημάτων
Είναι απόλυτα τεκμηριωμένο επιδημιολογικά ότι η γενικευμένη φτώχεια, η ανεργία, η καθημερινή ανασφάλεια, η διάλυση των εργασιακών σχέσεων και η συντριβή των εργασιακών ελευθεριών παράγουν περισσότερη αρρώστια και θάνατο.
Είναι ήδη καταγεγραμμένη στη χώρα μας μεγάλη αύξηση των αυτοκτονιών και των νοσημάτων της λεγόμενης κοινωνικής παθολογίας (κατάχρηση ουσιών, αλκοολισμός, ενδοοικογενειακή βία, παραμέληση τέκνων, κακοποίηση κ.λπ.). Εναι επίσης γνωστό πως, από τις χώρες που πέρασε το ΔΝΤ με παρόμοιες πολιτικές, συντελέστηκε μέσα σε λίγα χρόνια μεγάλη αύξηση στους δείκτες νοσηρότητας και θνησιμότητας, που αφορούσε και όλο το σύγχρονο νοσολογικό φάσμα (λοιμώδη, καρδιαγγειακά και κακοήθειες) και αποτυπώθηκε σε μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης παρόμοια με την εποχή των παγκόσμιων πολέμων.
Συρρίκνωση δημόσιου συστήματος υπηρεσιών υγείας
Το δημόσιο σύστημα υπηρεσιών υγείας συρρικνώθηκε και αποδιαρθρώθηκε σε τέτοιο βαθμό που ουσιαστικά έχει καταργηθεί και το δικαίωμα στην ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση σε περίθαλψη, για το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού, καθώς οι μεν ανασφάλιστοι είναι πια νομοθετικά υποχρεωμένοι να πληρώνουν από την τσέπη τους το σύνολο του κόστους, για υπηρεσίες που έλαβαν από το ΕΣΥ, οι δε ασφαλισμένοι καλούνται να πληρώσουν όλο και περισσότερο και όλο ακριβότερα εργαστηριακές εξετάσεις και ιατρικές-νοσηλευτικές πράξεις πού τους παρέχονται στα νοσοκομεία και την πρωτοβάθμια περίθαλψη και πλέον δεν καλύπτονται από τα ταμεία τους.
Με τον ΕΟΠΥΥ έγινε μια προς τα κάτω ενοποίηση των κλάδων υγείας των ταμείων, αφού πολύ λιγότεροι συμβεβλημένοι γιατροί, με πολύ χαμηλότερες αμοιβές και με πολύ πιο ασφυκτικό, γραφειοκρατικό και αντεπιστημονικό λειτουργικό καθεστώς, καλούνται να προσφέρουν πρωτοβάθμια ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε πολύ περισσότερους ασφαλισμένους για τους οποίους η συνολική χρηματοδότηση για όλες τις παροχές έχει υποδιπλασιαστεί. [Όλος ο ΕΟΠΥΥ λαμβάνει από το κράτος τα μισά χρήματα από αυτά που δίνονταν προηγουμένως μόνο στο ΙΚΑ].
Οι δε τελευταίες ρυθμίσεις για το φάρμακο θα οδηγήσουν μεγάλο κομμάτι των ασφαλισμένων να το πληρώσει και αυτό από την τσέπη του (αν έχει τη δυνατότητα) στην προσπάθεια να αποφύγει να πέσει θύμα επικίνδυνων παρενεργειών και θεραπευτικής αστοχίας από τα αμφιβόλου ποιότητας μαϊμού αντίγραφα, που θα τον υποχρεώνει το ίδιο το κράτος να πάρει επειδή είναι απλώς τα φθηνότερα. [Ο Λοβέρδος, βέβαια, και οι πλούσιοι φίλοι του για αυτούς και τις οικογένειές τους θα κρατήσουν τα επάρατα πρωτότυπα και τα σοβαρά γενόσημα].
Πρωτοφανής βαρβαρότητα
Βιώνουμε, δηλαδή, την πρωτοφανή βαρβαρότητα: Την ίδια ώρα που οι ανάγκες της πλατιάς λαϊκής πλειοψηφίας των κατοίκων της επικράτειας για έγκαιρη, δωρεάν και ποιοτική φροντίδα υγείας διευρύνονται, ακριβώς λόγω της δραματικής επιδείνωσης των όρων ζωής, το κατ’ ευφημισμόν πια εθνικό σύστημα υγείας αποκλείει τους ανασφάλιστους από τη νοσηλεία στα δημόσια νοσοκομεία.
Τα νέα Κλειστά Ενοποιημένα Νοσήλια (ΚΕΝ) προβλέπουν εξωπραγματικές τιμές, έως και 7 φορές πάνω από τις παλιές, πολύ μεγαλύτερες από το πραγματικό κόστος νοσηλείας και παρόμοιες με αυτές του ιδιωτικού τομέα. Έτσι καθίστανται απαγορευτικές για έναν φτωχό (γιατί φτωχοί είναι οι ανασφάλιστοι) που του ζητούν να πληρώσει στο ακέραιο το σύνολο της νοσηλείας του. Όταν μιλούμε δε για ανασφάλιστους σήμερα, να γνωρίζουμε πως αναφερόμαστε περίπου στο 30% του πληθυσμού της επικράτειας. Συγκεκριμένα ανασφάλιστοι είναι οι μακροχρόνια άνεργοι που δεν λαμβάνουν επίδομα ανεργίας, οι μερικώς απασχολούμενοι ή στη μαύρη εργασία που δεν έχουν τα 60 ένσημα, που προβλέπει ο νόμος για να έχεις βιβλιάριο ΙΚΑ, όσοι δεν μπορούν να πληρώσουν τον ΟΑΕΕ, επειδή έκλεισαν τα μαγαζιά τους ή τα συντηρούν οριακά και τους είναι αδύνατο να δίνουν 870 ευρώ το δίμηνο, μεγάλος αριθμός άνεργων μηχανικών και ελεύθερων επαγγελματιών και φυσικά οι μετανάστες χωρίς χαρτιά και εκείνοι που τους απασχολούν τα αφεντικά μαύρα. Όλοι οι παραπάνω δεν έχουν βιβλιάριο υγείας, ούτε τις προϋποθέσεις να υπαχθούν στην Πρόνοια.
Σταδιακή αποδιάρθρωση του ΕΣΥ από το ’90
Η εφαρμογή νεοφιλελεύθερων πολιτικών από τις αρχές του ’90 οδήγησε μαζί με τις αρχικές αδυναμίες και αντιφάσεις του σε σταδιακή αποδιάρθρωση το ΕΣΥ. Κάτω από την πίεση για δημοσιονομική προσαρμογή και με κεντρική την έννοια των ελλειμμάτων των νοσοκομείων, της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της ανάγκης για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς στην κυβερνητική επιχειρηματολογία τόσο της κλασικής δεξιάς όσο και της μεταλλαγμένης σοσιαλδημοκρατίας, επιχειρήθηκε η ιδεολογική αποικοδόμηση του δημόσιου συστήματος υγείας ως αντιπαραγωγικού και αναποτελεσματικού, ταυτόχρονα με την έναρξη της υποχρηματοδότησής του και της από τα μέσα ιδιωτικοποίησής του.
Έτσι, ήδη πριν την υπαγωγή στο ΔΝΤ και την πολιτική των μνημονίων, σύμφωνα με στοιχεία του ίδιου του ΟΟΣΑ και της Eurostat, η Ελλάδα ήταν πρώτη χώρα σε καταστροφικές δαπάνες υγείας, δηλαδή σε νοικοκυριά που πτωχεύουν από αδυναμία να ανταπεξέλθουν στα έξοδα περίθαλψης. Ο δημόσιος τακτικός προϋπολογισμός για υγεία-πρόνοια ανέρχονταν μόλις στο 6,5% του συνόλου -έναντι του 12,5% μέσου όρου στις χώρες της Ε.Ε.- ενώ το 6% του οικογενειακού εισοδήματος στην Ελλάδα -έναντι του 2% στην Ε.Ε.- πήγαινε στην ιατροφαρμακευτική δαπάνη. Ακόμα η σχέση δημόσιων και ιδιωτικών δαπανών υγείας είχε διαμορφωθεί στο 47-53% , μακράν το χειρότερο σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ και όχι μόνο της Ε.Ε. Οι ίδιοι οργανισμοί, μάλιστα, τόνιζαν στις εκθέσεις τους την ανάγκη ενίσχυσης του δημόσιου τομέα υγείας, παρά το γεγονός ότι σε άλλα πεδία (π.χ. εργασιακές σχέσεις) οι θέσεις τους και οι ντιρεκτίβες ήταν αντιδραστικές. Με την έναρξη του σταθεροποιητικού προγράμματος όλα αλλάζουν δια μαγείας. Ξαφνικά ανακαλύπτουν όλοι οι αστικοί κύκλοι, ξένοι και ντόπιοι, ότι ξοδεύουμε πολλά για το ΕΣΥ και πρέπει να υπάρξουν δραστικές περικοπές σε όλα τα επίπεδα.
Μνημόνιο και περικοπή
Διακρίνουμε τέσσερις φάσεις στην εφαρμοζόμενη πολιτική από την κυβέρνηση και τους δανειστές, η οποία αποτυπώθηκε ρητά στα δύο μνημόνια και στις διάφορες επικαιροποιήσεις τους:
1η φάση, πρώτο 9μηνο του 2010: α) 60% περικοπή των λειτουργικών δαπανών για το ΕΣΥ, που το οδηγεί σε άμεση λειτουργική κατάρρευση (πρωτοφανείς ελλείψεις υλικών, ελάττωση των χειρουργείων και ιατρικών πράξεων, ενώ από την άλλη καταγράφεται ταυτόχρονα 25% αύξηση της προσέλευσης) β) ολοήμερη ιδιωτική λειτουργία σε ιατρεία που πληρώνουν οι ασθενείς και νομοθετική πρόβλεψη ότι από τα έσοδα θα πληρώνεται το προσωπικό τις υπερωρίες του γ) περικοπές στα προγράμματα εφημεριών και στις αποδοχές των υγειονομικών δ) νόμος Ξενογιαννακοπούλου που προβλέπει την κατάργηση νοσοκομείων με απλή υπουργική απόφαση (άρθρο 26).
2η φάση, Σεπτέμβριος 2010 - Απρίλιος 2011: Η ανάληψη της ηγεσίας του υπ. Υγείας από τον κ. Λοβέρδο, συνοδεύεται από την ένταση του εισπρακτικού μηχανισμού του ΕΣΥ από τους ασθενείς, όπως προέβλεπε το επικαιροποιημένο μνημόνιο του Αυγούστου. Καθιερώνεται το 3ευρω στα εξωτερικά ιατρεία ακόμα και των κέντρων υγείας, που γρήγορα γίνεται 5ευρω, χωρίς στην πράξη να τηρούνται. Καθιερώνεται η πληρωμή από τους ανασφάλιστους καθώς και η πληρωμή (μερική ή ολική) από τους ασφαλισμένους πολλών πράξεων και εξετάσεων.
3η φάση, Μάιος - Οκτώβριος 2011: ελάττωση των δομών και του προσωπικού του δημόσιου συστήματος (σχέδιο συγχώνευσης 137 νοσοκομείων σε 83). Επιχειρείται ο δραστικός περιορισμός των οργανικών θέσεων προσωπικού όλων των κατηγοριών και η κατάργηση χιλιάδων, που λειτουργούν σήμερα μέσω της εφεδρείας, το κλείσιμο 4.500 υπαρκτών κλινών και 11.500, που προβλέπονταν στους οργανισμούς αλλά δεν είχαν ακόμα αναπτυχθεί, η κατάργηση ολόκληρων νοσοκομείων (π.χ. ψυχιατρικών) ή τμημάτων τους, το κλείσιμο μονάδων ψυχικής υγείας, προνοιακών δομών όπως τα ΚΕΚΑΜΕΑ, οργανισμών για εξαρτημένους, θέσεων στο ΕΚΑΒ κ.λπ.
4η φάση, λειτουργική και ιδεολογική – ηθική εξίσωση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα: α) Παραχώρηση 556 εξοπλισμένων κλινών του ΕΣΥ σε ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες αποκλειστικά για τους πελάτες τους, εφόσον αυτές πληρώνουν 20% επιπλέον στο νοσήλιο. β) Πελώρια αύξηση του κλειστού ενοποιημένου νοσήλιου κατά διαγνωστική και θεραπευτική κατηγορία, που σημαίνει κοινωνικό αποκλεισμό και θάνατο για τον ανασφάλιστο, ενώ οδηγεί ταχύτατα σε κατάρρευση τα ήδη διαλυμένα ασφαλιστικά ταμεία από την εισφοροδιαφυγή, την εισφοροκλοπή, την περικοπή της κρατικής χρηματοδότησης και τώρα το κούρεμα στο πλαίσιο του PSI γ) εφαρμογή κοινής διοίκησης σε κρατικά και ιδιωτικά νοσοκομεία.
Λύση η άμεση ανατροπή αυτής της πολιτικής
Η αποδιάρθρωση, λοιπόν, του δημόσιου συστήματος υγείας ξεκίνησε με τη γέννησή του και έχει ουσιαστικά ολοκληρωθεί μέσα από τη διαπλοκή του με τις αρχές, τη φιλοσοφία και τον κυνισμό του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα και κάτω από την ασφυκτική πίεση του δραστικού περιορισμού των κρατικών δαπανών. Η ιδιωτικοποίησή του έχει και αυτή, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, συντελεστεί, υπηρετώντας την ανάγκη του κεφαλαίου για διατήρηση της κερδοφορίας του την περίοδο της κρίσης και καθιστώντας την υγεία από ύψιστο κοινωνικό δικαίωμα και ανάγκη σε εμπόρευμα.
Για τη μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία η γρήγορη ανατροπή αυτής της πολιτικής και φυσικά αυτών που την υλοποιούν είναι κυριολεκτικά ζήτημα ζωή και θανάτου. Η Αριστερά οφείλει να θέσει άμεσα στην πρώτη θέση του δημόσιου λόγου και των δράσεών της αυτή την ανατροπή και να περιγράψει ξανά ένα ολοκληρωμένο, καθολικό, ποιοτικό και δωρεάν για όλους σύστημα υγείας από την πρόληψη μέχρι την αποκατάσταση.
* Ο Θεόδωρος Ζδούκος είναι γενικός γιατρός επιμελητής Ά ΕΣΥ, μέλος του Γενικού συμβουλίου της ΟΕΝΓΕ και μέλος του Κοινωνικού Ιατρείου Αλληλεγγύης Θεσσαλονίκης.
Αναδημοσίευση από την Εποχή