Διάβασα το δελτίο τύπου από την προχθεσινή ομιλία της ηγουμένης του Οσίου Ευφραίμ στη Σχολή Γονέων Κατερίνης για τον πλησίον και πουθενά δεν είδα καθαρά αυτό που κατέστησε απολύτως σαφές ο Χριστός με την παραβολή του καλού Σαμαρείτη.
Στην παραβολή που καθαρά και σταράτα ονόμασε ως πλησίον τον Σαμαρείτη, τον αποξενωμένο εχθρό κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο.
Την ώρα που πολλοί βάλλουν κατά των οικονομικών μεταναστών φορτώνοντάς τους όλα τα βάρη της οικονομικής κρίσης, της κρίσης αξιών, της εξαθλίωσης αλλά και της απουσίας ευνομούμενου κράτους.
αλλά και της συγκεκαλυμμένης βίας του φοβισμένου πολίτη, την ίδια ώρα βλέπουμε τους ταγούς της τοπικής εκκλησίας αλλά και της Πανελλαδικής, ως τον ιερέα της παραβολής, να προσπερνούν αδιάφοροι την ρατσιστική βία ή και να επικροτούν τους θιασώτες της βλ. δηλώσεις του Αμβρόσιου Καλαβρύτων ή και του Σεραφείμ Πειραιώς.
Με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως η φωτεινή εξαίρεση ο Σιατίστης Παύλος, οι υπόλοιποι δεν τολμούν ούτε να ψελλίσουν υπέρ του Σαμαρείτη, του πρόσφυγα, του εχθρού ως πλησίον, πόσο μάλλον να τον περιθάλψουν, να τον σώσουν. Ακόμα και εκείνοι που ομνύουν στο όνομά Του, που φωτογραφίζονται προσευχόμενοι ή μετά των ταγών της εκκλησίας, που επικαλούνται την πίστη τους και την Ορθοδοξία, ακόμα και εκείνοι, αρνούνται να εφαρμόσουν αυτά που υποτίθεται ότι πιστεύουν, και προσπερνούν ως οι ιερείς της παραβολής αδιάφοροι και μακριά από το συντελούμενο έγκλημα στρέφοντας αλλού το πρόσωπο.
Είναι και εκείνοι που επιδεικνύουν την πίστη τους, απολαμβάνουν τα εκ της επίδειξης οφέλη και εφαρμόζουν την Χριστιανική πίστη αλλά καρτ, ως τα καλά και συμφέροντα ημών.
Θα δεχθούμε το μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου, τι στιγμή όμως που η φιλανθρωπία γίνεται διαφήμιση και προσπορίζει ακόμα και πολιτικά οφέλη σε αυτούς που την εμπορεύονται, τη στιγμή που φουντώνει η ρατσιστική βία σε όλες της τις μορφές, την ώρα που χάνονται ζωές και λιθοβολούνται έγκυες μετανάστριες, την ίδια ώρα θα πρέπει κάποιοι να λογαριαστούν με την πίστη τους, με την ιστορία τους, με την θρησκευτική παράδοση. Άλλωστε σήμερα ομολογούντες την πίστη τους και εφαρμόζοντας καθ ολοκληρία τις Ευαγγελικές ρήσεις δεν θα υποστούν ούτε το μαρτύριο του λάκκου των λεόντων, ούτε τις θηριωδίες του Κολοσσιαίου ούτε τα μαρτύρια των πρώτων Χριστιανών, τους βίους των οποίων πολύ συχνά επικαλούνται.
Το περίεργο ή συνεπές για τους παρομοιαζόμενους ως τάφοι κεκονιαμένοι, είναι ότι δεν φαίνεται να τους τρομάζει ούτε το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον: :41 Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπʹ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ· ἐπείνασα γὰρ καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με.
Και τότε όταν θα του αποκριθούν κι αυτοί: Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς ή να διψάς ή ξένο ή γυμνό ή άρρωστο ή στη φυλακή, και δε σε υπηρετήσαμε; 45 Θα τους αποκριθεί τότε εκείνος: Πραγματικά,σας λέω,καθόσον δεν τα κάνατε αυτά σ’ έναν απ’ αυτούς τους ασήμαντους,
ούτε σε μένα τα κάνατε.
Προσκαλούμε και προκαλούμε λοιπόν τον "ιερέα" αλλά και τους συν αυτώ να περιθάλψουν επί τέλους τον Σαμαρείτη, να τείνουν χείρα βοηθείας και λόγο συμπαθείας για τους οικονομικούς μετανάστες, να καταγγείλουν την ρατσιστική βία,να βοηθήσουν στην κοινωνική συνοχή, τουλάχιστον ως η Χριστιανική θρησκεία ορίζει.
Αντώνης Δ. Μάντζιος, οικονομόλογος
Με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως η φωτεινή εξαίρεση ο Σιατίστης Παύλος, οι υπόλοιποι δεν τολμούν ούτε να ψελλίσουν υπέρ του Σαμαρείτη, του πρόσφυγα, του εχθρού ως πλησίον, πόσο μάλλον να τον περιθάλψουν, να τον σώσουν. Ακόμα και εκείνοι που ομνύουν στο όνομά Του, που φωτογραφίζονται προσευχόμενοι ή μετά των ταγών της εκκλησίας, που επικαλούνται την πίστη τους και την Ορθοδοξία, ακόμα και εκείνοι, αρνούνται να εφαρμόσουν αυτά που υποτίθεται ότι πιστεύουν, και προσπερνούν ως οι ιερείς της παραβολής αδιάφοροι και μακριά από το συντελούμενο έγκλημα στρέφοντας αλλού το πρόσωπο.
Είναι και εκείνοι που επιδεικνύουν την πίστη τους, απολαμβάνουν τα εκ της επίδειξης οφέλη και εφαρμόζουν την Χριστιανική πίστη αλλά καρτ, ως τα καλά και συμφέροντα ημών.
Θα δεχθούμε το μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου, τι στιγμή όμως που η φιλανθρωπία γίνεται διαφήμιση και προσπορίζει ακόμα και πολιτικά οφέλη σε αυτούς που την εμπορεύονται, τη στιγμή που φουντώνει η ρατσιστική βία σε όλες της τις μορφές, την ώρα που χάνονται ζωές και λιθοβολούνται έγκυες μετανάστριες, την ίδια ώρα θα πρέπει κάποιοι να λογαριαστούν με την πίστη τους, με την ιστορία τους, με την θρησκευτική παράδοση. Άλλωστε σήμερα ομολογούντες την πίστη τους και εφαρμόζοντας καθ ολοκληρία τις Ευαγγελικές ρήσεις δεν θα υποστούν ούτε το μαρτύριο του λάκκου των λεόντων, ούτε τις θηριωδίες του Κολοσσιαίου ούτε τα μαρτύρια των πρώτων Χριστιανών, τους βίους των οποίων πολύ συχνά επικαλούνται.
Το περίεργο ή συνεπές για τους παρομοιαζόμενους ως τάφοι κεκονιαμένοι, είναι ότι δεν φαίνεται να τους τρομάζει ούτε το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον: :41 Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπʹ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ· ἐπείνασα γὰρ καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με.
Και τότε όταν θα του αποκριθούν κι αυτοί: Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς ή να διψάς ή ξένο ή γυμνό ή άρρωστο ή στη φυλακή, και δε σε υπηρετήσαμε; 45 Θα τους αποκριθεί τότε εκείνος: Πραγματικά,σας λέω,καθόσον δεν τα κάνατε αυτά σ’ έναν απ’ αυτούς τους ασήμαντους,
ούτε σε μένα τα κάνατε.
Προσκαλούμε και προκαλούμε λοιπόν τον "ιερέα" αλλά και τους συν αυτώ να περιθάλψουν επί τέλους τον Σαμαρείτη, να τείνουν χείρα βοηθείας και λόγο συμπαθείας για τους οικονομικούς μετανάστες, να καταγγείλουν την ρατσιστική βία,να βοηθήσουν στην κοινωνική συνοχή, τουλάχιστον ως η Χριστιανική θρησκεία ορίζει.
Αντώνης Δ. Μάντζιος, οικονομόλογος
Πρωτότυπα κείμενα και η μετάφραση
ΚΥΡΙΑΚΗ Η' ΛΟΥΚΑ (Λουκά κεφ. ι' στίχοι 25-37).
6. Ο καλός Σαμαρείτης.
Β. ΚΕΙΜΕΝΟ
«Τω καιρώ εκείνω νομικός τις προσήλθε τω Ιησού εκπειράζων αυτόν και λέγων διδάσκαλε, τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω; ό δε είπε προς αυτόν εν τω νόμω τί γέγραπται; πώς αναγινώσκεις; ο δε αποκριθείς είπεν· αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της ισχύος σου και εξ όλης της διανοίας σου, και τον πλησίον σου ως σεαυτόν. Είπε δε αυτώ· ορθώς απεκρίθης· τούτο ποιεί και ζήσει.
Ο δε θέλων δικαιούν εαυτόν είπε προς τον Ιησούν· και τις εστί μου πλησίον; υπολαβών δε ο Ιησούς είπεν· άνθρωπος τις κατέβαινεν από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ, και λησταίς περιέπεσεν οι και εκδύσαντες αυτόν και πληγάς επιθέντες αάπήλθον αφέντες ημιθανή τυγχάνοντα. Κατά συγκυρίαν δε ιερεύς τις κατέβαινεν εν τη οδώ εκείνη, και ιδών αυτόν αντιπαρήλθεν. Ομοίως δε και Λευίτης γενόμενος κατά τον τόπον ελθών και ιδών αντιπαρήλθε.
Σαμαρείτης δε τις οδεύων ήλθε κατ’ αυτόν, και ιδών αυτόν εσπλαγχνίσθη, και προσελθών κατέδησε τα τραύματα αυτού επιχέων έλαιον και οίνον, επιβιβάσας δε αυτόν επί το ίδιον κτήνος ήγαγεν αυτόν εις πανδοχείον και επεμελήθη αυτού- και επί την αύριον εξελθών, εκβαλών δύο δηνάρια έδωκε τω πανδοχεί και είπεν αυτώ - επιμελήθητι αυτού, καί ό, τι αν προσδαπανήσης, εγώ εν τω επανέρχεσθαί με αποδώσω σοι.
Τις ούν τούτων των τριών πλησίον δοκεί σοι γεγονέναι του εμπεσόντος εις τους ληστάς; ο δε είπεν ο ποιήσας το έλεος μετ’ αυτού. Είπεν ουν αυτώ ο Ιησούς- πορεύου και συ ποίει ομοίως».
|
Εκείνο τον καιρό κάποιος νομικός πλησίασε τον Ιησού πειράζοντας τον και λέγοντας· Διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή; Και ο Ιησούς του είπε· Τι είναι γραμμένο στο Νόμο; Πώς διαβάζεις; Και ο νομικός αποκρίθηκε και είπε· Θα αγαπήσεις τον Κύριο που είναι ο Θεός σου με όλη σου την καρδιά και με όλη σου την ψυχή και με όλη σου τη δύναμη και με όλη σου τη σκέψη και τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου. Τότε του είπε ο Ιησούς· Ορθά αποκρίθηκες- αυτό να κάνεις και θα ζήσεις.
Μα ο νομικός, θέλοντας να δικαιολογηθεί είπε στον Ιησού· Και ποιος είναι ο πλησίον μου; Τότε παίρνοντας λόγο ο Ιησούς είπε. Ένας άνθρωπος κατέβαινε από τα Ιεροσόλυμα στην Ιεριχώ και έπεσε στα χέρια ληστών οι ληστές αφού τον έγδυσαν και τον έδειραν, έφυγαν και τον αφήκαν μισοπεθαμένο. Έτυχε τότε και κατέβαινε στο δρόμο εκείνο ένας ιερέας που τον είδε και προσπέρασε το ίδιο και ένας λεβίτης, που βρέθηκε σ εκείνο τον τόπο, ήλθε, είδε και προσπέρασε.
Και κάποιος Σαμαρείτης που οδοιπορούσε ήλθε προς τα εκεί και όταν τον σπλαχνίστηκε- και αφού πλησίασε του έδεσε καλά τα τραύματα πλένοντας τα με κρασί και βάζοντας επάνω λάδι και αφού τον ανέβασε στο ζώο του τον έφερε στο πανδοχείο και τον φρόντισε. Και την άλλη μέρα που έφυγε έβγαλε και έδωκε δυο δηνάρια στον πανδοχέα, και του είπε: φρόντισε τον και αν τύχει και ξοδέψεις κάτι παραπάνω, εγώ στο γυρισμό μου θα στο πληρώσω.
Ποιος λοιπόν σου φαίνεται πως από αυτούς τους τρεις έγινε πλησίον σ εκείνον που έπεσε στα χέρια των ληστών; Και ο νομικός είπε- εκείνος που τον πόνεσε και τον κοίταξε. Του είπε λοιπόν ο Ιησούς- Πήγαινε και κάνε και συ το ίδιο.
|
ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΚΚΛ. ΠΑΤΕΡΩΝ
«Δεν ονόμασε πλησίον ούτε τον ιερέα, ούτε το Λεβίτη, αλλά εκείνον, που σύμφωνα με τις θρησκευτικές αντιλήψεις χαρακτηριζόταν από τους Ιουδαίους ως παραπεταμένος. Δηλαδή, εννοώ το Σαμαρείτη, εκείνο τον αποξενωμένο εχθρό. Μόνον αυτόν χαρακτήρισε ως αληθινά πλησίον, επειδή εφάρμοσε την πραγματική αγάπη και το έλεος» (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος).
Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον
25.31 Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετʹ
αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ· καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ
ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπʹ ἀλλήλων, ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων,
καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου· ἐπείνασα γὰρ καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθετε πρός με. τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν,
αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ· καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ
ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπʹ ἀλλήλων, ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων,
καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου· ἐπείνασα γὰρ καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθετε πρός με. τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν,
ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ ἤλθομεν πρός σε; καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφʹ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων
τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπʹ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ
καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ· ἐπείνασα γὰρ καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ
ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς
καὶ ἐν φυλακῇ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με.
τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον
ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι;
τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφʹ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν
ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι ες κόλασιν αἰώνιον,
οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπʹ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ
καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ· ἐπείνασα γὰρ καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ
ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς
καὶ ἐν φυλακῇ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με.
τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον
ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι;
τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφʹ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν
ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι ες κόλασιν αἰώνιον,
οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
25.31 Όταν, λοιπόν, έρθει ο Γιος του Ανθρώπου μέσα στη δόξα του, και μαζί του όλοι οι άγιοι
άγγελοί του, τότε θα καθίσει πάνω στον ένδοξο θρόνο του. Και θα συναχτούν μπροστά του όλα τα έθνη και θα τους ξεχωρίσει τον έναν από τον άλλο,
όπως ξεχωρίζει ο βοσκός τα πρόβατα από τα γίδια. Και θα βάλει τα πρόβατα στα δεξιά του, ενώ τα γίδια θα τα βάλει στα αριστερά. Έπειτα ο βασιλιάς θα πει σ’ αυτούς που θα είναι στα δεξιά του: Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που έχει ετοιμαστεί για σας από τότε
που θεμελιώθηκε ο κόσμος. Γιατί πείνασα, και μου δώσατε να φάω, δίψασα, και μου δώσατε να πιω, ξένος ήμουν, και με
περιμαζέψατε,γυμνός ήμουν, και με ντύσατε, αρρώστησα, και μεεπισκεφτήκατε, στη φυλακή
ήμουν, και ήρθατε κοντά μου. Τότε θα αποκριθούν οι δίκαιοι και θα του πούνε: Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε ή να διψάς και σου δώσαμε να πιεις; Και πότε σε είδαμε ξένο και σε περιμαζέψαμε ή γυμνό και σε ντύσαμε; Και πότε σε είδαμε άρρωστο ή στη φυλακή και σε επισκεφτήκαμε; Και θ’ αποκριθεί ο βασιλιάς και θα τους πει: Πραγματικά, σας λέω, καθόσον τα κάνατε αυτά σ’ έναν από τους αδελφούς μου αυτούς
τους ασήμαντους,σ’εμένα τα κάνατε. Κατόπιν θα πει και σ’ εκείνους που θα είναι στ’ αριστερά: Φύγετε από μένα εσείς οι καταραμένοι,
τη φωτιά την αιώνια, που έχει ετοιμαστεί για το διάβολο και τους αγγέλους του. Γιατί πείνασα, και δε μου δώσατε να φάω, δίψασα, και δε μου δώσατε να πιω, ξένος ήμουν, και δε με περιμαζέψατε, γυμνός ήμουν, και δε με ντύσατε, άρρωστος και στη φυλακή, και δε με επισκεφτήκατε. Τότε θα του αποκρι‐θούν κι αυτοί:
άγγελοί του, τότε θα καθίσει πάνω στον ένδοξο θρόνο του. Και θα συναχτούν μπροστά του όλα τα έθνη και θα τους ξεχωρίσει τον έναν από τον άλλο,
όπως ξεχωρίζει ο βοσκός τα πρόβατα από τα γίδια. Και θα βάλει τα πρόβατα στα δεξιά του, ενώ τα γίδια θα τα βάλει στα αριστερά. Έπειτα ο βασιλιάς θα πει σ’ αυτούς που θα είναι στα δεξιά του: Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που έχει ετοιμαστεί για σας από τότε
που θεμελιώθηκε ο κόσμος. Γιατί πείνασα, και μου δώσατε να φάω, δίψασα, και μου δώσατε να πιω, ξένος ήμουν, και με
περιμαζέψατε,γυμνός ήμουν, και με ντύσατε, αρρώστησα, και μεεπισκεφτήκατε, στη φυλακή
ήμουν, και ήρθατε κοντά μου. Τότε θα αποκριθούν οι δίκαιοι και θα του πούνε: Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε ή να διψάς και σου δώσαμε να πιεις; Και πότε σε είδαμε ξένο και σε περιμαζέψαμε ή γυμνό και σε ντύσαμε; Και πότε σε είδαμε άρρωστο ή στη φυλακή και σε επισκεφτήκαμε; Και θ’ αποκριθεί ο βασιλιάς και θα τους πει: Πραγματικά, σας λέω, καθόσον τα κάνατε αυτά σ’ έναν από τους αδελφούς μου αυτούς
τους ασήμαντους,σ’εμένα τα κάνατε. Κατόπιν θα πει και σ’ εκείνους που θα είναι στ’ αριστερά: Φύγετε από μένα εσείς οι καταραμένοι,
τη φωτιά την αιώνια, που έχει ετοιμαστεί για το διάβολο και τους αγγέλους του. Γιατί πείνασα, και δε μου δώσατε να φάω, δίψασα, και δε μου δώσατε να πιω, ξένος ήμουν, και δε με περιμαζέψατε, γυμνός ήμουν, και δε με ντύσατε, άρρωστος και στη φυλακή, και δε με επισκεφτήκατε. Τότε θα του αποκρι‐θούν κι αυτοί:
Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς ή να διψάς ή ξένο ή γυμνό ή άρρωστο ή
στη φυλακή, και δε σε υπηρετήσαμε; Θα τους αποκριθεί τότε εκείνος:
Πραγματικά,σας λέω, καθόσον δεν τα κάνατε αυτά σ’ έναν απ’ αυτούς τους ασήμαντους,
ούτε σε μένα τα κάνατε. Και θ’ αναχωρήσουν αυτοί σε κόλαση αιώνια, και οι δίκαιοι σε ζωή αιώνια.
ούτε σε μένα τα κάνατε. Και θ’ αναχωρήσουν αυτοί σε κόλαση αιώνια, και οι δίκαιοι σε ζωή αιώνια.