Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

Ποια έξοδος; Από ποια κρίση; Με ποιες δυνάμεις; Του Γιάννη Δραγασάκη





Το πώς θα βγούμε από την κρίση έχει να κάνει όχι μόνο με το «τι» και το «πώς», αλλά και με τις δυνάμεις που θα ωθήσουν και θα οδηγήσουν την κοινωνία προς την έξοδο.Το ρόλο αυτόν δεν μπορεί να τον παίξει μόνο του το κράτος ή μόνος του ο ιδιωτικός τομέας ή οι αγορές ή το ξένο κεφάλαιο. Αφετηρία πρέπει να γίνει η ίδια η κοινωνία και οι ανάγκες της. (Απόσπασμα από το νέο βιβλίο τουΓιάννη Δραγασάκη «Ποια έξοδος; Από ποια κρίση; Με ποιες δυνάμεις;»)


Μόνο στη βάση ενός σχεδίου που θα εκφράζει αυτές τις ανάγκες θα μπορέσουμε να συζητήσουμε για το ρόλο του κράτους, των δημόσιων πολιτικών, του ιδιωτικού τομέα, των συνεταιρισμών και του ξένου κεφαλαίου. Η αντίστροφη θεώρηση θα οδηγήσει σε δογματισμούς. Διότι η έξοδος από την κρίση θα απαιτήσει συνέργειες και συνεργασίες ευρύτατες, αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων. Το κρίσιμο ερώτημα, στη φάση αυτή τουλάχιστον, είναι από τη σκοπιά ποιων συμφερόντων και ποιας προοπτικής θα συγκροτηθεί αυτό το σχέδιο ανασυγκρότησης; Ποιες κοινωνικές δυνάμεις θα εκφράζει και σε ποιες κοινωνικές δυνάμεις, επομένως, θα στηριχθεί η υλοποίησή του; Ποιες δυνάμεις θα το υπερασπισθούν από προσπάθειες διάβρωσης ή και ανατροπής του; Ποιος θα είναι ο «ιδιοκτήτης του»;

Η έξοδος από την κρίση δεν μπορεί να γίνει από την πλουτοκρατία, που έχει τα χαρτοφυλάκιά της στο εξωτερικό, τις δυνάμεις της διαπλοκής, τα στηρίγματα του δικομματισμού, τις δυνάμεις του μαύρου χρήματος, τις οικονομικές και κοινωνικές δυνάμεις που είναι με το ένα πόδι στην παρανομία, τη διαφθορά, τα κάθε λογής λαθρεμπόρια που αποτελούν την κοινωνική βάση ενός πολυσχιδούς μαφιόζικου καπιταλισμού.

Τα συμφέροντα αυτά πρέπει, αντίθετα, να απομονωθούν, ακριβώς για να ξεχωρίσουν οι δυνάμεις της νόμιμης επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας που έχουν λόγους και συμφέρον να νοιάζονται για την τύχη, τη συνοχή και την αναπαραγωγή της κοινωνίας.

Ένας νέος κοινωνικός συνασπισμός για την έξοδο από την κρίση
Η έξοδος από την κρίση απαιτεί ένα νέο κοινωνικό μπλοκ, έναν νέο «συνασπισμό συμφερόντων», στον πυρήνα του οποίου θα είναι οι άνθρωποι του μόχθου, οι δυνάμεις της εργασίας και της γνώσης, τα παραδοσιακά και τα νέα τμήματα της εργατικής τάξης και της μισθωτής εργασίας του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, οι άνεργοι, η νεολαία, οι εργαζόμενοι του αγροτικού χώρου, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι μικροί επιχειρηματίες, ο κόσμος που ζει από την εργασία του με την ευρύτερη έννοια.

Το κρίσιμο στη συγκρότηση αυτού του νέου κοινωνικού συνασπισμού δεν είναι τα εξωτερικά του όρια. Τα όρια αυτά θα είναι ρευστά, ευμετάβλητα, ανοιχτά σε κάθε κοινωνική ή οικονομική δύναμη, που οι στόχοι της θα εναρμονίζονται αντικειμενικά με τους στόχους του προγράμματος ανασυγκρότησης. Κρίσιμος παράγοντας είναι οι εσωτερικές σχέσεις ανάμεσα στις κοινωνικές δυνάμεις που θα αποτελούν τη βάση και τον πυρήνα του νέου συνασπισμού. Πρέπει να είναι σχέσεις σταθερές και με προοπτική, με προγραμματικό περιεχόμενο, ικανές να αντέξουν σε δυσκολίες.

Ακριβώς γι’ αυτό, ο νέος κοινωνικός συνασπισμός δεν θα πρέπει να συγκροτηθεί στη βάση μόνο των επιμέρους αιτημάτων, ως άθροισμα δυσαρεσκειών από τη σημερινή πολιτική, αλλά πρέπει να συγκροτηθεί στη βάση υλοποιήσιμων πολιτικών, ολοκληρωμένου σχεδίου, που θα συνθέτει συμφέροντα και θα ικανοποιεί ανάγκες με την υλοποίησή του, με τη δημιουργία νέων υλικών βάσεων για την ανόρθωση της κοινωνίας και της οικονομίας. Γι’ αυτό και είναι κρίσιμος ο ρόλος του προγράμματος και των προγραμματικών συμφωνιών, ιδιαίτερα σε κλάδους των μεσαίων στρωμάτων και της παραοικονομίας, όπου η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και η υπαγωγή σε φορολογικούς, εργασιακούς και περιβαλλοντικούς κανόνες θα πρέπει να συνδυαστεί με μέτρα και δημόσιες πολιτικές που θα εξασφαλίζουν την επιβίωση και την παραγωγική ένταξη των εν λόγω στρωμάτων στον παραγωγικό ιστό.

Πού θα βρεθούν τα λεφτά για ένα αριστερό πρόγραμμα;
Η συζήτηση για τους σκοπούς και τα μέσα μιας πολιτικής εξόδου από την κρίση παγιδεύεται συχνά στους υπαρκτούς χρηματοπιστωτικούς περιορισμούς, ιδιαίτερα μιας ελλειμματικής και χρηματοπιστωτικά λεηλατημένης οικονομίας, όπως η ελληνική.
Το ερώτημα είναι γνωστό, τίθεται συνέχεια: «Πού θα βρείτε τα λεφτά», για να χρηματοδοτήσετε το πρόγραμμά σας;

Το πρόβλημα είναι υπαρκτό, αφού, όπως είδαμε, μεγάλο μέρος των καταθέσεων έχει αναλωθεί ή έχει φύγει στο εξωτερικό. Τα κεφάλαια των τραπεζών και των ασφαλιστικών ταμείων έχουν καταστραφεί. Οι τιμές της ακίνητης περιουσίας έχουν πέσει. Η παραγωγική μηχανή συρρικνώνεται και ο όποιος πλούτος παράγεται κατανέμεται άνισα και υποφορολογείται. Όμως η ποιότητα της πολιτικής δεν κρίνεται από τον όγκο των κεφαλαίων που μπορεί να διανείμει, αλλά από τη θέληση και την ικανότητά της να εφαρμόσει νέες αρχές και νέα κριτήρια διαχείρισης, βασισμένα στη διαφάνεια και τη δικαιοσύνη. Τι μπορούμε να κάνουμε, λοιπόν;

Το πρώτο είναι να προστατεύσουμε και να χρησιμοποιήσουμε δίκαια και αναπτυξιακά τους όποιους πόρους υπάρχουν, αντιμετωπίζοντας τα άμεσα προβλήματα επιβίωσης και δημιουργώντας ταυτόχρονα προϋποθέσεις δημιουργίας νέου πλούτου και δίκαιης διανομής του.

Το δεύτερο είναι μια πολιτική διεύρυνσης των δημόσιων εσόδων και αναδιάρθρωσης των δαπανών, όπως ήδη είπαμε. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να οργανώσουμε τους φοροεισπρακτικούς μηχανισμούς και τη φορολογική πολιτική σε νέες βάσεις. Ένα περιουσιολόγιο πλήρες και αξιόπιστο θα αποτελεί τη βάση για τη χάραξη της φορολογικής πολιτικής, που πρέπει να στηρίζεται σε απλούς, σταθερούς και κοινωνικά δίκαιους κανόνες.

Το τρίτο είναι η αξιοποίηση δυνατοτήτων για αναπτυξιακές συμπράξεις και για αναπτυξιακό δανεισμό με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς του εξωτερικού, στο πλαίσιο μιας πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής.

Τέταρτο, πρέπει να αξιοποιήσουμε πολιτικές και μέσα για έναν νέο τύπο προστατευτισμού της εγχώριας παραγωγής και απασχόλησης, που δεν θα στηρίζεται στους δασμούς αλλά σε νέες μορφές συνεργασίας σε φορολογικά, θεσμικά και άλλα εργαλεία.

Τέλος, πρέπει να ενεργοποιήσουμε, πέρα από τις υλικές, και «άυλες» δυνατότητες. Ο Λένιν μιλούσε για τη «γνώση» ως παραγωγική δύναμη και για τις ιδέες ως «υλική δύναμη», και δεν ήταν καθόλου ιδεαλιστής. Σήμερα πολλοί οικονομολόγοι της παγκόσμιας τράπεζας ανακαλύπτουν τη σημασία της «εμπιστοσύνης», της κοινωνικής δικτύωσης, της συλλογικότητας, του σχεδιασμού, της αλληλεγγύης, ως προϋποθέσεις και παράγοντες της ανάπτυξης.

Πρέπει να διευρύνουμε τους ορίζοντές μας και να ανακαλύψουμε ξανά την πολιτική όχι ως ένα «βρώμικο παιχνίδι», αλλά ως υλική δυνατότητα. Η πολιτική, όταν έχει την πρωτοβουλία, στηρίζεται στο λαό και έχει τη στήριξη της κοινωνίας, μπορεί να ανοίξει νέους δρόμους, να δημιουργήσει νέα μέσα, νέες δυνατότητες.

Μια κυβέρνηση που θα αναλάβει το έργο της ανασυγκρότησης της χώρας δεν θα έχει μαγικές λύσεις. Αρχικά θα πρέπει να ενεργήσει με βάση τα υφιστάμενα μέσα και τους υφιστάμενους πόρους, όσοι και όποιοι είναι αυτοί, εισάγοντας όμως νέα κριτήρια διαχείρισής τους, όπως ήδη είπαμε. Η βασική διαφορά από τις προηγούμενες κυβερνήσεις θα είναι η νέα αντίληψη για την πολιτική, οι νέες σχέσεις της πολιτικής με την κοινωνία και οι νέες σχέσεις της κοινωνίας με την εξουσία, που θα πρέπει να δημιουργήσει. Σχέσεις που θα απελευθερώνουν και θα ενεργοποιούν δυνάμεις και πόρους που είναι σε αδράνεια.