Τις αλήστου μνήμης μέρες του 1987, όταν η τότε κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ μέσα σε μια νύχτα αποχαρακτήρισε 45 εκατομμύρια στρέμματα δάσους βαφτίζοντάς τα «βοσκοτόπια», αναπολούν στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, όπου προσπαθούν να βρουν φόρμουλα για να αποχαρακτηρίσουν δάση και δασικές εκτάσεις. Και τότε και σήμερα, είκοσι πέντε χρόνια μετά, προβάλλεται το ίδιο πρόσχημα, αυτό της ανάπτυξης της κτηνοτροφίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, σύσσωμη η τρικομματική πολιτική ηγεσία του υπουργείου, και συγκεκριμένα οι Θανάσης Τσαυτάρης (ΠΑΣΟΚ), Μάξιμος Χαρακόπουλος (Ν.Δ.) καθώς και ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος (ΔΗΜΑΡ), που είναι ειδικός γραμματέας Κοινοτικών Πόρων και Υποδομών, θέτει θέμα αλλαγής χρήσης των δασών και των δασικών εκτάσεων που παραχωρούνται προς βοσκή, με πρόσχημα την απώλεια ενισχύσεων που θα προβλέπονται μετά τη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ.
Οι πιέσεις που ασκούνται είναι συντονισμένες με αιχμή τις ενώσεις των κτηνοτρόφων, οι οποίες υποστηρίζουν ότι επειδή πολλές εκτάσεις που χρησιμοποιούνται ως βοσκότοποι είναι δασικές, δεν θα μπορούν να ενταχθούν στο αναθεωρημένο κοινοτικό σύστημα ενίσχυσης και γι’ αυτό ζητούν τον αποχαρακτηρισμό τους.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, που διατυπώνει προς πάσα κυβερνητική κατεύθυνση, αλλά και προς το Μέγαρο Μαξίμου, ότι εάν δεν γίνει αλλαγή της χρήσης των βοσκοτόπων, σε δυο χρόνια δεν θα μπορούν οι εκτάσεις αυτές να ενταχθούν στο ενιαίο σύστημα ενίσχυσης και δεν θα είναι επιλέξιμες.
Οι απόψεις αυτές θεωρούνται από στελέχη της δασικής υπηρεσίας και του υπουργείου Περιβάλλοντος προσχηματικές, αφού – όπως επισημαίνουν – υπάρχει τρόπος και να μην χαθούν κονδύλια και τα εκατομμύρια στρέμματα των δασών και δασικών εκτάσεων να διατηρήσουν τον χαρακτήρα τους.
Η διαδικασία, λένε, είναι πολύ απλή, αρκεί να γίνουν συμβάσεις παραχώρησης από τα δασαρχεία προς τους κτηνοτρόφους έναντι συμβολικού τιμήματος. Αυτό που όπως λένε δεν μπορεί να αλλάξει, γιατί αποτελεί συνταγματική επιταγή αλλά και αυτονόητη πολιτική, είναι η διαχείριση των εκτάσεων αυτών ως δασικών και η ανακήρυξή τους ως αναδασωτέες όταν παραδίδονται στην πυρά.
Είναι χαρακτηριστικό των πιέσεων που ασκούνται από ενώσεις κτηνοτρόφων, όπως ο Σύνδεσμος Ελληνικής Κτηνοτροφίας, ότι αμφισβητείται ακόμα και το ποιος έχει την αρμοδιότητα για τον χαρακτηρισμό μιας έκτασης. Για παράδειγμα, ορισμένες από τις ενώσεις κτηνοτρόφων θεωρούν αδιανόητο η αρμοδιότητα αυτή να ανήκει στα δασαρχεία και ζητούν οι αποφάσεις να λαμβάνονται από συμβούλια που θα δημιουργηθούν σε κάθε περιοχή με τη συμμετοχή κτηνοτρόφων εκπρόσωπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και του δασαρχείου. Ζητούν εν ολίγοις να αποφασίζουν για το τι είναι δάσος και τι όχι, οι κτηνοτρόφοι και οι δήμαρχοι και όχι οι αρμόδιοι επιστήμονες!
Ρεζιλίκια
Όπως υπογραμμίζουν στελέχη που γνωρίζουν πολύ καλά το ζήτημα, αντί η πολιτεία να βάλει κανόνες στο θέμα των βοσκοτόπων και να κάνει αυστηρούς ελέγχους προκειμένου να μην γινόμαστε σε ευρωπαϊκό επίπεδο ρεζίλι από τις αποκαλύψεις για απίστευτες κομπίνες, επιχειρεί για πολλοστή φορά να προχωρήσει στον αποχαρακτηρισμό τους και στην ουσία στη μετατροπή τους όχι σε βοσκοτόπους, αλλά σε οικόπεδα προς εκμετάλλευση.
Όπως λένε χαρακτηριστικά, ποιος αλήθεια πιστεύει ότι όταν μια έκταση για παράδειγμα 200 στρεμμάτων χάσει από τη μια μέρα στην άλλη τον δασικό της χαρακτήρα, οι κτηνοτρόφοι αλλά και όσοι επιβουλεύονται αυτές τις εκτάσεις θα κάθονται να βόσκουν τα κοπάδια και δεν θα αρχίσουν αμέσως real estate μπίζνες; Και αυτό γιατί από τη στιγμή που μια έκταση αποχαρακτηριστεί με πρόσχημα τις κοινοτικές ενισχύσεις για τους βοσκοτόπους αποκτά αμέσως τρομακτική υπεραξία, μια και θα μπορεί να οικοδομηθεί και να κοπεί σε οικόπεδα. Το ίδιο ισχύει και για τις δημόσιες δασικές εκτάσεις που χρησιμοποιούνται ως βοσκότοποι, αφού θα μπορούν να βγουν στο σφυρί με διαδικασίες fast track χωρίς να υπάρχει κανένα νομικό ζήτημα.
Επισημαίνεται ότι οι δασικές εκτάσεις που χρησιμοποιούνται ως βοσκότοποι (δασικοί βοσκότοποι) καλύπτουν έκταση 51.377.520 στρεμμάτων, ενώ ιδιοκτησιακά ανήκουν σε ποσοστό πάνω από 75% στο Δημόσιο, με τη χρήση τους να έχει αποδοθεί στους δήμους. Σημαντικό ποσοστό της εκκλησιαστής περιουσίας είναι επίσης δασικές εκτάσεις που δίνονται προς βοσκή και συγκεκριμένα περισσότερα από 730.000 στρέμματα είναι καταγεγραμμένα ως βοσκοτόπια.
Εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ τσεπώνουν επιτήδειοι
Η απουσία επί της ουσίας ελέγχων στη διάθεση των κοινοτικών ενισχύσεων για βοσκοτόπους έχει καταστήσει το σύστημα διάτρητο, με αποτέλεσμα εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ να πηγαίνουν στις τσέπες επιτηδείων σε βάρος των πραγματικών κτηνοτρόφων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από μερικούς μήνες αποκαλύφθηκε, έπειτα από ανώνυμη καταγγελία που έγινε στη Διεύθυνση Δασών Χανίων, μια από τις μεγαλύτερες κομπίνες στην οποία συμμετείχαν περισσότερα από 300 άτομα. Όπως αποκαλύφθηκε ύστερα από έρευνα της Διεύθυνσης Δασών και του ΟΠΕΚΕΠΕ, οι 300 από το 2009 μέχρι και τον Μάιο του 2012 είχαν δηλώσει ως βοσκοτόπους το μισό φαράγγι της Σαμαριάς και συγκεκριμένα 25.000 στρέμματα μέσα στη δημόσια και προστατευόμενη έκταση του Εθνικού Δρυμού. Τα 300 άτομα είχαν καταθέσει στις αρμόδιες υπηρεσίες ψεύτικα έγγραφα ότι νοίκιαζαν τα 25.000 στρέμματα ως βοσκοτόπια και έτσι πήραν κοινοτικές ενισχύσεις ως κτηνοτρόφοι.
Από άλλους ελέγχους του ΟΠΕΚΕΠΕ πριν από περίπου δυο χρόνια είχε εντοπιστεί άτομο στα Χανιά το οποίο εμφανιζόταν να μισθώνει 150.000 στρέμματα βοσκοτόπων σε 600 κτηνοτρόφους χωρίς να κατέχει ούτε ένα στρέμμα γης. Σύμφωνα με την έρευνα, τα 100.000 στρέμματα μίσθωναν 265 παραγωγοί με το κέρδος να είναι τεράστιο και για τους δυο πρωταγωνιστές της κομπίνας. Ο μεν «ιδιοκτήτης» μίσθωνε τις ανύπαρκτες εκτάσεις προς 1 ευρώ το στρέμμα, ενώ οι «μισθωτές» ελάμβαναν κοινοτικές ενισχύσεις άνω των 3 εκατομμυρίων ευρώ!
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ